Μπορεί οι δανειστές της χώρας να μην έχουν πρεμούρα για το πότε θα κλείσει η αξιολόγηση προβάλλοντας μέσω ΔΝΤ όλο και νέες απαιτήσεις για νέα μέτρα, στάση που υποχρεώνει την κυβέρνηση να ανθίσταται σε όλα τα επίπεδα, όμως δικαίως τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αγανακτούν.

Αγανακτούν για όλα όσα μπορούσαν να γίνουν και δεν έγιναν με αποτέλεσμα να αυξάνεται η αβεβαιότητα για τη δουλειά τους. Αγανακτούν ακόμη και για το ψαλιδισμένο εισόδημα που έχει απομείνει μετά από επτά χρόνια λιτότητας και ανησυχούν για το μέλλον.
Το δυσμενές κλίμα αποτυπώνεται παντού. Οχι μόνο στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, αλλά επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση και το κυριότερο καταγράφεται στις νέες επισφάλειες των τραπεζών που αφορούν κυρίως επιχειρηματικά δάνεια.
Η κυβέρνηση πρέπει να ομολογήσει ότι είναι πρωτίστως δική της η ευθύνη της καθυστέρησης να φέρει στη Βουλή για ψήφιση τον εξωδικαστικό συμβιβασμό για τα «κόκκινα» δάνεια, τη διαδικασία επίλυσης διαφορών που αφορά περισσότερες από 400.000 επιχειρήσεις, παρότι και αυτή η ρύθμιση πηγαίνει πακέτο με τη δεύτερη αξιολόγηση.
Αυτή τη λύση περιμένουν οι περισσότεροι επιχειρηματίες και επαγγελματίες, αλλά και χιλιάδες υπερχρεωμένα νοικοκυριά για να χτίσουν σε νέες βάσεις το μέλλον τους.
Κι όπως πολύ καλά γνωρίζουν το οικονομικό επιτελείο και οι τράπεζες ήδη η τεράστια αυτή αβεβαιότητα και οι νομοθετικές εκκρεμότητες φρενάρουν επιχειρηματικά πλάνα εξυγίανσης και οδηγούν σε οριστικό λουκέτο και άλλες επιχειρήσεις που μέχρι σήμερα αντιστέκονταν.
Αυτή η κακή ψυχολογία που έχει διαμορφωθεί από τις γιορτές και μετά, και όχι το «γκελ» που έχει ή δεν έχει κάνει η Νέα Δημοκρατία διαμορφώνει τους δείκτες του οικονομικού κλίματος και σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό βαρόμετρο.
Ας αποφασίσουν λοιπόν οι κυβερνώντες, έστω και την τελευταία στιγμή στο αυριανό Eurogroup, να βάλουν την υπογραφή στη συμφωνία η οποία όσα μέτρα και να περιλαμβάνει θα είναι σίγουρα καλύτερη για την οικονομία και τους ίδιους από τη μη συμφωνία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ