Όταν μια πόλη πολιορκείται ασφυκτικά από ορδές πλιατσικολόγων και οι υποτίθεται φίλιες δυνάμεις των πολιορκημένων, σε απόσταση αναπνοής από τους πολιορκητές, κάνουν πανάκριβα ταξίδια αναψυχής σε ξένες σατραπείες, ή σφυρίζουν αδιάφορα στους πλούσιους οντάδες τους, ε, τότε λοιπόν κάτι δεν πάει καλά.
Και όχι μόνον αυτό, αλλά οι ορδές του Τζέκιζ Χαν στοχοποιούν το επόμενο χτύπημα στις πόρτες των καλοβολεμένων. Κάπως έτσι γράφεται ο θλιβερός επίλογος και των πιο επίζηλων πολυφωνικών πολιτευμάτων και ανοίγει ο δρόμος για τις στυγνές δικτατορίες, ψηφισμένες ακόμη και με την ανοχή των δημοκρατικών δυνάμεων. (Βαϊμάρη, Ιταλία, Ελλάδα κ.α.).
Η πολιορκία του ΔΟΛ και λίγο ενωρίτερα της «Ελευθεροτυπίας» ήταν ένα άριστα οργανωμένο σχέδιο φίμωσης του βασικού πυλώνα της Δημοκρατίας: Της υπέροχης αδέσμευτης έντυπης ενημέρωσης.
Στην περίπτωση της «Ελευθεροτυπίας», η επανέκδοσή της, μετά από κάποια χρόνια λαθών και αδράνειας πολεμήθηκε, κατά τον πιο ανέντιμο τρόπο, από κακέκτυπα με τις ίδιες γραμματοσειρές, σελιδοποιήσεις και άλλα τρικ εκδόσεων «μαϊμούδων».
Οι απομιμήσεις αυτές, όταν καταγγέλθηκαν δημοσία, ανάγκασαν τους αντιγραφείς ν’ αλλάξουν εκ βάθρων τα καλούπια της λογοκλοπής. Και σήμερα, ο μοναδικός τους σύνδεσμος φαίνεται να είναι η συμπόρευσή τους με τους πολιορκητές του συστήματος της αδέσμευτης πολυφωνικής ενημέρωσης, που είτε μας αρέσει, είτε όχι, επισήμως εδρεύουν στο Μέγαρο Μαξίμου και ανεπισήμως στο κομισαριάτο της Κουμουνδούρου, με όλες φυσικά τις αβάντες ενός μηχανισμού που διαχειρίζεται το δημόσιο οικονομικό fiscus και το κυβερνητικό imperium.
Επόμενος στόχος των ιδίων πολιορκητών, που περισφίγγουν τον κλοιό τους και στο τραπεζικό σύστημα, είναι ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, με την χρονικά αδιάσπαστη δημοκρατική-προοδευτική του παράδοση, που χρονολογείται από το 1920!
Διευκρινίζω, στο σημείο αυτό, ότι από 01.04.2015 έως σήμερα αρθρογραφώ στην ηλεκτρονική έκδοση του «Βήματος» αμισθί και τελείως εθελοντικά. Ο ΔΟΛ δεν μου χρωστά, ούτε και εγώ του χρωστώ απολύτως τίποτε. Ο μόνος μου σύνδεσμος είναι δύο λαμπροί συνάδελφοι, ο Αντώνης Καρακούσης και ο Σήφης Πολυμίλης, που επί μακρό χρονικό διάστημα εθητεύσαμε και οι τρεις στην αξέχαστη «Ελευθεροτυπία». Ο εθελοντισμός μου αυτός, είναι και ένα χρέος, προς το ιδανικό της ελευθερίας του λόγου και κάθε δημοκρατικής πολιτισμένης έκφρασης, που εκδήλως εκπροσωπείται από όλα τα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ του Οργανισμού Λαμπράκη.
Αν λοιπόν η πίστη, σ’ αυτά τα ιδανικά πολεμείται άνανδρα, ύπουλα και καταλυτικά για το μέλλον αυτής της πατρίδας μας, από τους εκφραστές της σημερινής αυταρχικής εξουσίας, αυτό δεν σημαίνει ότι το ανθρώπινο δυναμικό ενός υψηλότατου επιπέδου ενημέρωσης, μηδίζει ή εξανδραποδίζεται…
Προσωπικά και χωρίς οιωνοσκοπήσεις, θα έλεγα, ότι οι πολιορκητές θα τσακίσουν τα μούτρα τους όχι σε ασπίδες, αλλά στη γενικευόμενη κοινωνική περιφρόνηση που θ’ αποτυπωθεί τιμωρητικά στις επί θύραις κοινοβουλευτικές ή λαϊκές ετυμηγορίες.
Και τελειώνω με μια εκ βάθους ψυχής έκκληση προς το ιστορικό μας σωματείο, την ΕΣΗΕΑ. Να καταργήσουμε με απόφαση του Δ.Σ. τα διχαστικά παραταξιακά ψηφοδέλτια, που εκτραχύνουν τον διαλυτικό ρόλο πολιτικών δυνάμεων, που μας θέλουν διαιρημένους σε αλληλοσπαρασσόμενα ανόητα στρατόπεδα, ώστε να μετατρεπόμαστε έτσι σε όργανα της ασυδοσίας τους.
Με άλλα λόγια, να επανέλθουμε στην λαμπρά, πρώτη μεταδικτατορική περίοδο, με τα ενιαία ψηφοδέλτια που εκπροσωπούσαν όλες τις ιδεοπολιτικές τάσεις. Πρωτίστως όμως, που οικοδομούσαν μια ενότητα-ζηλευτή στο Πανελλήνιον-και μια υποδειγματική λειτουργία του λόγου και αντιλόγου.
Η τότε ΕΣΗΕΑ δεν ήταν δορυφόρος καμιάς πολιτικής δύναμης, αλλά με το υπόδειγμά της, χάρασσε την απαραίτητη διαλεκτική γραμμή: Θέση-Αντίθεση=Σύνθεση, που θα όφειλε να πρυτανεύει και στο πολύπαθο Κοινοβούλιό μας…