Σε νέα έκδοση, αναθεωρημένη και με τη συμπλήρωση χειρογράφων του συγγραφέα κυκλοφορεί το αριστούργημα του Tζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα «Ο γατόπαρδος», «ένα από εκείνα τα μεγάλα, μοναχικά βιβλία», όπως το είχε αποκαλέσει ο βρετανός λογοτέχνης E. M. Φόρστερ. Το μυθιστόρημα που το 2005 είχε κερδίσει βραβείο μετάφρασης (Μαρία Σπυριδοπούλου) του υπουργείου Εξωτερικών της Ιταλίας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις BELL. Υπήρξε το ένα και μοναδικό μυθιστόρημα του αριστοκράτη δημιουργού του και μάλιστα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά ενάμιση χρόνο μετά τον θάνατό του και ενώ είχε περάσει από μια σειρά εκδοτικών περιπετειών.
Η δράση του μυθιστορήματος τοποθετείται στη Σικελία, την άνοιξη του 1860, όπου ο Ντον Φαμπρίτσιο, πρίγκιπας Ντι Σαλίνα, ενώ παραμένει ακόμη αρχηγός μιας από τις ισχυρότερες οικογένειες του νησιού, αντιλαμβάνεται ότι ο κόσμος στον οποίο ανήκει σιγά-σιγά πεθαίνει, καθώς ο Γκαριμπάλντι ενώνει την Ιταλία υπό το σκήπτρο ενός καινούργιου βασιλιά… Ο Ντον Φαμπρίτσιο διαισθάνεται ποικιλοτρόπως τον ερχομό της νέας εποχής, είτε στα φέουδά του που εξανεμίζονται είτε στα πρόσωπα των εύρωστων αστών που ετοιμάζονται να πάρουν τη θέση της γερασμένης αριστοκρατίας. Τον σημαντικότερο ρόλο σε αυτή του τη διαίσθηση όμως θα παίξει η απόφαση του ανιψιού του, του Τανκρέντι, να καταταγεί στους εθελοντές μετά την άλωση του Παλέρμο από τα στρατεύματα του Γκαριμπάλντι αλλά και ο έρωτάς του με την άξεστη αλλά πάμπλουτη χωριατοπούλα Αντζέλικα, κόρη του νέου ισχυρού άνδρα της περιοχής.
«Ο Λαμπεντούζα παρουσιάζει τον δικό του κόσμο, αυτόν των παλιών γαιοκτημόνων που δίνουν σχεδόν βίαια τη θέση τους στον νέο κόσμο των αστών, έναν κόσμο ημιμαθή, χωρίς τρόπους, που λατρεύει το χρήμα, αλλά δεν παύει να είναι νέος, δυναμικός, αυτός ο κόσμος που δημιουργεί την ανατροπή και την εξέλιξη στις κοινωνίες» έχει γράψει σε παλαιότερο κείμενό του ο δημοσιογράφος, καθηγητής του Παντείου Νίκος Μπακουνάκης. «Από αυτή την άποψη ο «Γατόπαρδος» είναι ένα σύγχρονο μυθιστόρημα γιατί στο κέντρο του βρίσκεται η σύγκρουση του καινούργιου με το παλιό. Αλλά η γοητεία του βιβλίου δεν είναι το διαχρονικό θέμα του».

Αυτό το «μεγαλοπρεπές, μελαγχολικό και πανέμορφο μυθιστόρημα», όπως χαρακτηρίστηκε από το περιοδικό «The New Yorker», υπήρξε και κινηματογραφικό αριστούργημα από τον Λουκίνο Βισκόντι, μια τρομερά εμπνευσμένη «μεταγραφή σε εικόνες του μυθιστορήματος αλλά και μια μελαγχολική ματιά πάνω σε μια εποχή που οδεύει προς το τέλος της με φορέα τον Ντον Φαμπρίτσιο που υποδύεται με απίστευτη φινέτσα ένας αμερικανός ηθοποιός, ο Μπαρτ Λάνκαστερ, δίπλα στον Αλέν Ντελόν (Τανκρέντι), την Κλάουντια Καρντινάλε (Αντζέλικα) και τον Πάολο Στόπα (ο πατέρας της Ντον Καλόγκερο).
Ωστόσο, ο ίδιος ο Κόκκινος Κόμης του κινηματογράφου, ο Λουκίνο Βισκόντι, δεν θεωρούσε ότι η ταινία του είναι μια απόδοση σε εικόνες του μυθιστορήματος. «Δεν ανήκω στους υπέρμαχους μιας γερασμένης και ξεπερασμένης πια πρωτοπορίας, οι οποίοι προσκολλημένοι στην αντίληψη του «ειδικού χαρακτήρα» της ταινίας πιστεύουν βαθύτατα στις μαγικές ιδιότητες της κάμερας και θεωρούν ότι δημιουργούν πραγματικό κινηματογράφο μόνον όταν μεταφέρουν αυτούσια στο πανί όλα τα στοιχεία του βιβλίου» είχε πει στον Αντονέλο Τρομπαντόρι: «Με ενέπνευσαν καθαρά ποιητικά συναισθήματα: οι ήρωες του βιβλίου, τα τοπία, η σύγκρουση νέου-παλιού, οι περίπλοκοι δεσμοί Εκκλησίας-φεουδαρχίας, το ασυνήθιστα υψηλό ηθικό ανάστημα του πρίγκιπα, η υστεροβουλία των νεόπλουτων, η ομορφιά της Αντζέλικα και η διπροσωπία του Τανκρέντι».
Για τον «Γατόπαρδο» ο μελετητής του έργου του Βισκόντι Ζαν Γκαμπούρ γράφει ότι «είναι πράγματι ένα έργο οριακό γιατί μετά από αυτό θα ακολουθήσουν μια σειρά από εκπληκτικές ταινίες και ο Βισκόντι μέσα από το συμφωνητικό έργο της τεχνοτροπίας του θα κατακτήσει μιαν αξεπέραστη μαεστρία. Από τότε δύσκολα ξεχωρίζεις την προσωπική ζωή από το κινηματογραφικό έργο του».

HeliosPlus