Η υποβάθμιση του δημόσιου χώρου, είτε με τη συρρίκνωσή του είτε με την εγκατάλειψή του ελέω οικονομικής ύφεσης και μνημονίων, αποτυπώνεται στην αναλογία κατοίκου – πρασίνου στην περιοχή της Αττικής. Εδώ και χρόνια, σε κάθε κάτοικο του Λεκανοπεδίου αντιστοιχούν περί τα 2,5 τετραγωνικά μέτρα αστικών ή περιαστικών υπαίθριων χώρων πρασίνου. Ακόμη και αν προστεθούν οι ελεύθεροι χώροι (πεζοδρόμοι κ.ά.) τα τετραγωνικά ελάχιστα αυξάνονται, φτάνοντας μόλις τα 2,95 ανά κάτοικο.
Η προστασία των κοινόχρηστων χώρων, αν και αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του κράτους, παραμένει ευχολόγιο και ποτέ δεν αντιμετωπίστηκε ρεαλιστικά από τις πολιτικές ηγεσίες των συναρμόδιων υπουργείων εδώ και δεκαετίες. Στο μεταξύ, ένα από τα βασικότερα στοιχεία της αρχιτεκτονικής ταυτότητας μιας πόλης, οι ελεύθεροι χώροι της, αναμένοντας την ανάπτυξη, απαξιώνονται και εγκαταλείπονται από την Πολιτεία αλλά και τους πολίτες.
Απαλλοτριώσεις στην… κατάψυξη
Παράλληλα, οι δυνατότητες δημιουργίας επιπλέον κοινοχρήστων εκτάσεων είναι πολύ περιορισμένες, διότι παραδοσιακά αλλά και σύγχρονα «εργαλεία» που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στην ανάδειξη νέων ελεύθερων χώρων ακυρώθηκαν νομοθετικά ή απλώς δεν χρησιμοποιούνται.
Ετσι, ελλείψει κονδυλίων οι απαλλοτριώσεις έχουν παγώσει. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στις 18 Ιανουαρίου σε επιστημονική εκδήλωση του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), περίπου 7.500 στρέμματα χαρακτηρισμένων κοινόχρηστων χώρων ανά τη χώρα ακόμη δεν έχουν απαλλοτριωθεί καθώς εκτιμάται ότι απαιτούνται περισσότερα από 5,5 δισ. ευρώ. Η άρση των απαλλοτριώσεων είναι πλέον ορατή μετά τις προσφυγές στη Δικαιοσύνη εγκλωβισμένων ιδιοκτητών οι οποίοι δεν έχουν αποζημιωθεί εδώ και χρόνια.
Επίσης, με μνημονιακές ρυθμίσεις καταργήθηκαν σημαντικά εργαλεία, όπως η εισφορά σε γη και χρήμα, η οποία εξασφάλιζε τη δημιουργία κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων σε αντάλλαγμα της ένταξης στο πολεοδομικό σχέδιο. Για παράδειγμα, από το 2012 για την πολεοδόμηση δημόσιας περιουσίας με τα fast-track«Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Δημόσιων Ακινήτων», τα λεγόμενα ΕΣΧΑΔΑ, δεν απαιτείται εισφορά σε γη και χρήμα.
Ανενεργή παραμένει και η μεταφορά συντελεστή δόμησης μέσω της περίφημης «Τράπεζας Γης»,διότι δεν είχαν οριστεί ζώνες υποδοχής συντελεστή δόμησης –η σχετική υπουργική απόφαση με τις προδιαγραφές των ζωνών εκδόθηκε, με μεγάλη καθυστέρηση, το περασμένο καλοκαίρι. Την ίδια ώρα, μια διάταξη στον εν ισχύι νόμο τακτοποίησης αυθαιρέτων (4178/2013) δίνει τη δυνατότητα προσωρινής εξαίρεσης από την κατεδάφιση παράνομων κατασκευών επί ελεύθερων χώρων δημοσίου ενδιαφέροντος, οι οποίες μπορεί να αφορούν από αναψυκτήρια και εστιατόρια μέχρι και νυχτερινά κέντρα.
Η «ανάσα» του Φαλήρου
Εν τούτοις, τελευταία, στη φτωχή σε ελεύθερους χώρους Αττική προστέθηκε μια… ανάσα πρασίνου, ένα πάρκο 170 στρεμμάτων, το οποίο συνδέεται με τους κήπους του Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ). Επιπλέον, το περασμένο φθινόπωρο η Περιφέρεια Αττικής προχώρησε σε επανεκκίνηση της πρώτης φάσης των έργων για τηνανάπλαση του Φαληρικού όρμου.
Στα καλά νέα περιλαμβάνεται και η εξασφάλιση περί των 700.000 ευρώ για τον φορέα διαχείρισης του εγκαταλελειμμένου για χρόνιαΜητροπολιτικού Πάρκου«Αντώνης Τρίτσης» προκειμένου ως τον ερχόμενο Μάιο να έχουν επιλυθεί ζητήματα που αφορούν τη φύλαξή του, τον φωτισμό, τον καθαρισμό, τις εργασίες πρασίνου και την αύξηση της επισκεψιμότητας.
Αλλη μία νίκη για τους ελεύθερους χώρους της Αττικής κερδήθηκε το 2013 με τον χαρακτηρισμό της περίφημης Βίλας Ζωγράφου ως κοινόχρηστου χώρου πρασίνου. Υστερα από μάχη δεκαετιών, τελικά τα 20 στρέμματα της έκτασης αποδόθηκαν σε δημόσια χρήση βάσει του ΠΔ για την τροποποίηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου στην καρδιά του Ζωγράφου.
Σχέδια και χώροι που μαραζώνουν
Την ίδια στιγμή, σοβαρά και δυσεπίλυτα παραμένουν τα προβλήματα σε άλλους ελεύθερους χώρους (πράσινους και μη) της Αττικής, όπως στο Πεδίον του Αρεως, το οποίο μαραζώνει και απαξιώνεται. Αλλά και οι λιγοστοί μικροί αστικοί υγρότοποι παραμένουν υποβαθμισμένοι, αν δεν είναι καλυμμένοι με τσιμέντο. Ομάδες πολιτών παλεύουν εδώ και χρόνια για τη σωτηρία του ρέματος της Πικροδάφνης, το οποίο πηγάζει από τον Υμηττό και διασχίζει νοτιοανατολικές περιοχές της Αττικής προτού εκβάλει στον Σαρωνικό. Επειτα από δεκαετίες τσιμεντοποίησης, ένα τμήμα του παραμένει ακάλυπτο, αν και πρόσφατοι σχεδιασμοί προωθούν, μεταξύ άλλων, τη διευθέτησή του με τον εγκιβωτισμό του.
Οσο για τους φιλόδοξους σχεδιασμούς της Πολιτείας για μετατροπή μεγάλων ελεύθερων χώρων σε μητροπολιτικά πάρκα, όλα έχουν μείνει στα χαρτιά. Η ίδρυση του Μητροπολιτικού Πάρκου Γουδή προβλεπόταν στο προεδρικό διάταγμα για την προστασία του Υμηττού (ΠΔ 187/2011), αλλά δεν έχει προχωρήσει. Τώρα, το μέλλον του είναι ακόμη πιο αβέβαιο, καθώς ελλείψει Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) το διάταγμα κινδυνεύει να ακυρωθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας –η εκδίκαση της υπόθεσης ύστερα από πολλές αναβολές έχει οριστεί για τις αρχές Μαρτίου. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, οι υπηρεσίες της αρμόδιας Διεύθυνσης Μητροπολιτικού Σχεδιασμού του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας προσπαθούν να ολοκληρώσουν τη ΣΜΠΕ όσο πιο σύντομα γίνεται.
Παράλληλα, ούτε τα σχέδια για τη δημιουργία πάρκου στο πρώην βασιλικό κτήμα Τατοΐου έχουν προχωρήσει, με συνέπεια τα ιστορικά κτίρια και ο περιβάλλων χώρος να υφίστανται συχνά βανδαλισμούς και καταστροφές. Η μελέτη για τη δημιουργία του Μητροπολιτικού Πάρκου Τατοΐου είχε παραδοθεί το 2012, αλλά έκτοτε η αξιοποίηση του χώρου έχει «παγώσει».
Και οι φιλοδοξίες για δημιουργία μητροπολιτικών πάρκων δεν σταματά στο Γουδή και στο Τατόι. Στο νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής, το οποίο είχε παρουσιαστεί το 2011 (αν και τελικά ψηφίστηκε από τη Βουλή το 2014), είχαν συμπεριληφθεί τα αστικά μητροπολιτικά πάρκα «Τουρκοβουνίων – Αττικό Αλσος», «Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης Πύργου Βασιλίσσης», Φαληρικού όρμου και του πάρκου Σελεπίτσαρι. Ως περιαστικά μητροπολιτικά πάρκα πρασίνου, εκτός του Τατοΐου, προτείνονταν μεταξύ άλλων των Αρχαίων Λατομείων Πεντέλης, των Αρχαίων Μεταλλείων Σουνίου, του Σχινιά Μαραθώνα και το Οικολογικό – Πολιτιστικό Πάρκο Βραυρώνας Μεσογείων.
Σήμερα, τα πιο προωθημένα σχέδια αφορούν την αξιοποίηση του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού (το οποίο έχει πωληθεί στη Lamda Development) όπου στις 6.200 στρέμματα σχεδιάζεται να δημιουργηθεί ένα πάρκο 2.000 στρεμμάτων, καθώς και στην επανεκκίνηση των έργων για την ανάπλαση του Φαληρικού όρμου (η πρώτη μελέτη για την ανάπλασή του είχε ανατεθεί το 2000).
Αξιοσημείωτες είναι και άλλες εξαγγελίες της τελευταίας επταετίας που έμειναν σχέδια επί χάρτου, όπως για την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου, της Βασιλίσσης Ολγας, για την αναμόρφωση των πλατειών Αγίου Παντελεήμονα, Αττικής, Αγίου Νικολάου Αχαρνών, Κολωνού, Ανω Λιοσίων, Θεάτρου και Καμινίων, για τις παρεμβάσεις σε Γεράνι και Μεταξουργείο, για τη διπλή ανάπλαση Αλεξάνδρας – Βοτανικού, αλλά και των προσφυγικών πολυκατοικιών στους Αμπελοκήπους, για την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου του Κεραμεικού κ.ά.
Στα όποια προβλήματα καταγράφονται στους ελεύθερους χώρους πάντως θα πρέπει να προστεθούν και οι αμφισβητήσεις ως προς το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από τη λειτουργία ενός ψηφιακού χάρτη για το πράσινο της Αττικής το 2008 (είχε δημιουργηθεί από την τότε Υπερνομαρχία Αθηνών – Πειραιώς), περίπου 6.500 στρέμματα ελεύθερων χώρων αποτελούν διαφιλονικούμενες εκτάσεις.
Μηδενικό πράσινο σε περιοχές της Αττικής Η ραγδαία επέκταση του τσιμέντου στο αστικό πράσινο της Αττικής ξεκίνησε μετά τη δεκαετία του 1950. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1940 υπολογιζόταν σε 12 τ.μ. ανά κάτοικο, ενώ το 1965 σε 6 τ.μ. ανά κάτοικο. Το πρόβλημα εντάθηκε κατά την εικοσαετία 1987-2007 εξαιτίας των δασικών πυρκαγιών και της αυθαίρετης δόμησης καθώς οικισμοί επεκτάθηκαν ακόμη και εντός φυσικών περιοχών. Σημαντικές ήταν και οι αλλαγές στις χρήσεις γης στο Λεκανοπέδιο κατά την κατασκευή των ολυμπιακών έργων, του νέου αεροδρομίου και της Αττικής Οδού.
Οι πράσινοι χώροι στα αστικά κέντρα, πέρα από την προφανή σημασία για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας σε μια περιοχή, επιτελούν και άλλες σημαντικές λειτουργίες, διότι επηρεάζουν το μικροκλίμα με τη μείωση της θερμοκρασίας τους θερινούς μήνες και τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, και αποτελούν καταφύγια για την αναψυχή των πολιτών.
Και όμως, σύμφωνα με στοιχεία μελέτης του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος του ΕΜΠ (2012), υπάρχουν περιοχές της Αττικής με σχεδόν μηδενική αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο, όπως στον Πειραιά με μόλις 1,56 τ.μ. ή σε Κολωνό – Σεπόλια με 1,68 τ.μ. Η ελάχιστη αναλογία πρασίνου στις πόλεις, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), πρέπει να είναι τουλάχιστον 9 τ.μ. ανά κάτοικο.
Πειραιάς – Γεφύρι της Αρτας οι αναπλάσεις Ειδικά στον Πειραιά τα όποια σχέδια έχουν γίνει κατά καιρούς για αναπλάσεις έμειναν στις μακέτες, όπως για την αξιοποίηση της Λιμενοβιομηχανικής Ζώνης Δραπετσώνας – Κερατσινίου. Μάλιστα πριν από 16 χρόνια είχε παρουσιαστεί ένα φιλόδοξο πρόγραμμα το οποίο σχεδιαζόταν να ολοκληρωθεί πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, με χώρους περιπάτου στα τείχη της Πειραϊκής, με αρχαιολογικό πάρκο, αναπλάσεις και πεζοδρομήσεις στο κέντρο του Πειραιά και στην παραλία της πόλης. Το όραμα ήταν η σύνδεση των έργων στον Πειραιά με την αναγέννηση της οδού Πειραιώς.
Τίποτε· όλα έμειναν στα… σκαριά. Τα σχέδια για την ανάπλαση της οδού Πειραιώς έρχονται και επανέρχονται από το 1997, «μερεμετίζονται» αλλά δεν υλοποιούνται. Ούτε και εκείνα για τη δημιουργία τριών μεγάλων πάρκων στον Πειραιά προχώρησαν, βάσει μελέτης που είχε κατατεθεί το 2010 στον τότε Οργανισμό Αθήνας.
Εν τούτοις, δεν είναι μόνο τα μεγαλεπήβολα σχέδια αστικών παρεμβάσεων που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των πολιτών του Λεκανοπεδίου. Είναι και η μικρότερης κλίμακας αναπλάσεις που μπορεί να δώσουν ανάσα στους κατοίκους μιας περιοχής. Με αυτό το σκεπτικό ξεκίνησε και η ανάπλαση της πλατείας Πηγάδας στον πολύπαθο Πειραιά, η οποία ωστόσο ίσως θα ήταν προτιμότερο να μην είχε καν ξεκινήσει. Τον Φεβρουάριο του 2014 μπήκαν οι μπουλντόζες και ισοπέδωσαν τις όποιες υποδομές υπήρχαν προκειμένου να τη μετατρέψουν σε βιοκλιματική. Τρία χρόνια μετά, τίποτε δεν έχει γίνει ενώ ο χώρος παραμένει περιφραγμένος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ