Την πόρτα του φρενοκομείου φαίνεται να έχει ανοίξει η Αγκυρα ακόμη μία φορά στο Αιγαίο και το ερώτημα είναι αν η Ελλάδα θα εισέλθει σε αυτό. Διότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο νέος «Σουλτάνος», γνωρίζοντας ότι η χώρα του δεν μπορεί να στηριχθεί στο Διεθνές Δίκαιο (που αποτελεί και το κύριο όπλο της Αθήνας στην υπόθεση αυτή), στήνει και πάλι την παγίδα της έντασης με την οποία ελπίζει ότι θα εκβιάσει, όπως και στο παρελθόν, την ελληνική πλευρά. Παράλληλα επιδιώκει, με τον τρόπο αυτό, να ενισχύσει την εθνικιστική υστερία που επικρατεί την περίοδο αυτή στην Τουρκία ώστε να κερδίσει τους ψηφοφόρους του ακροδεξιού κόμματος ΜΗΡ, οι οποίοι του είναι απολύτως αναγκαίοι εν όψει του δημοψηφίσματος της 9ης Απριλίου που θα του εξασφαλίσει τις προεδρικές υπερεξουσίες, καθιστώντας τον έναν ανεξέλεγκτο απόλυτο άρχοντα. Το εκτός ορίων κλίμα εθνικισμού τον βοηθάει άλλωστε να καλύψει την έντονη δυσαρέσκεια που έχει εκδηλωθεί λόγω της συνεχώς επιδεινούμενης οικονομικής κρίσης.
Με τα δεδομένα αυτά η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να ρίξει νερό στον μύλο των σχεδίων του Ερντογάν και να παρασυρθεί σε μια εθνικολαϊκιστική αντιμετώπιση της κρίσης. Πράγμα που είχε συμβεί στο παρελθόν και πάλι με τα Ιμια. Διότι ας μην ξεχνάμε ότι η κρίση του 1996 ξεκίνησε από τον δήμαρχο Καλύμνου, ο οποίος ύψωσε την ελληνική σημαία στα Ιμια, την οποία στη συνέχεια δημοσιογράφοι της τουρκικής εφημερίδας «Χουριέτ», με τη συνοδεία τηλεοπτικού συνεργείου, υπέστειλαν για να υψώσουν την τουρκική και να ακολουθήσουν όλα όσα ακολούθησαν. Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους είναι ότι η τουρκική θεωρία περί γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο δεν έχει καμία νομική βάση. Το καθεστώς των νησιών και των βραχονησίδων είναι απολύτως ξεκάθαρο και ορίζεται σαφώς από τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, τις ιταλοτουρκικές συμφωνίες του 1932 και τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947.
Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν ότι οι νέες τουρκικές απειλές δεν αποτελούν παρά έναν επικίνδυνο εκβιασμό λόγω της μη παράδοσης των οκτώ τούρκων αξιωματικών. Ανάλογα μέτωπα μάλιστα έχει ανοίξει η Τουρκία και με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (και κυρίως με τη Γερμανία) ζητώντας την παράδοση γκιουλενικών αντιφρονούντων που έχουν καταφύγει εκεί, ενώ και οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνούνται να εκδώσουν τον ίδιο τον Γκιουλέν. Θα ήταν άλλωστε ένα όνειδος για τη χώρα μας να παραδώσει τους αξιωματικούς αυτούς όταν είναι γνωστή η τύχη που τους αναμένει. Και παραμένει το ερώτημα τι ακριβώς είχε υποσχεθεί για το θέμα αυτό ο έλληνας πρωθυπουργός όταν τηλεφώνησε στον Ταγίπ Ερντογάν, μετά το πραξικόπημα που του έδωσε την ευκαιρία να προβεί σε μαζικές διώξεις για να εγκαθιδρύσει τη μονοκρατορία του.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ