Το ρήγμα στις σχέσεις της Γερμανίας με την Τουρκία επιβεβαίωσε η επίσκεψη της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ στην Αγκυρα, όπου άκουσε τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγιπ Ερντογάν να ξεδιπλώνει αιτήματα προκαλούν τουλάχιστον αμηχανία στην γερμανική και ευρύτερα στην ευρωπαϊκή πλευρά.
Η γερμανίδα καγκελάριος συζήτησε με τον κ.Ερντογάν και τις εξελίξεις στο Αιγαίο, ενώ το Κυπριακό ετέθη και στη συνάντηση που είχε με τον Τούρκο πρωθυπουργό Μπιναλί Γιλντιρίμ.
Η κ. Μέρκελ ανέφερε ότι «είπαμε η διαδικασία για το Κυπριακό πρέπει να επιταχυνθεί και πρέπει να υπάρξει αποτέλεσμα. Για την Ελλάδα, την Κύπρο, την Τουρκία και όλη την ΕΕ είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα αυτό».
«Σε αυτό το θέμα οι πλευρές πρέπει να είναι πιο προσεκτικές και πιο υπομονετικές και οι αναγκαίες θυσίες πρέπει να είναι αμοιβαίες. Όχι μονόπλευρες» είπε από την πλευρά του ο τούρκος πρωθυπουργός.
Κορυφαίο όμως γεγονός που επισφράγισε το ταξίδι της γερμανίδας καγκελαρίου ήταν η στιγμή που ο κ. Ερντογάν απαίτησε από την Ανγκελα Μέρκελ, ενώπιον των δημοσιογράφων, να μην χρησιμοποιεί τον όρο «ισλαμιστική τρομοκρατία».
«Ο όρος ισλαμισιτκή τρομοκρατία προκαλεί σοβαρή θλίψη σε εμάς τους μουσουλμάνους. Δεν μπορείτε να χρησιμοποιείτε μια τέτοια έκφραση, δεν είναι σωστό. Δεν μπορεί το Ισλάμ να συνυπάρχει με την τρομοκρατία. Είναι θλιβερό να μιλάμε για ισλαμιστική τρομοκρατία εξαιτίας του ISIS. Σας παρακαλώ να μην χρησιμοποιούμε τον όρο αυτό. Γιατί, εφόσον χρησιμοποιείται, εμείς πρέπει να εκφράσουμε την αντίθεσή μας. Η σιωπή σημαίνει αποδοχή. Εγώ ως ένας μουσουλμάνος πρόεδρος δεν μπορώ να το δεχτώ. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει στον κόσμο άλλη χώρα που δίνει μάχη ενάντια στο ISIS ανάλογη με αυτή που δίνουμε εμείς» είπε ο κ. Ερντογάν παρεμβαίνοντας στις δηλώσεις της γερμανίδας καγκελαρίου.
Τι κι αν η Ανγκελα Μέρκελ προσπάθησε από την πλευρά της να διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Ήταν πλέον αργά. «Η θρησκευτική ελευθερία είναι πολύ σημαντική για εμένα, τη θεωρώ στοιχείο της δημοκρατίας. Στη Γερμανία κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να βιώνουν ελεύθερα οι μουσουλμάνοι την πίστη τους. Υπάρχει διαφορά μεταξύ του Ισλάμ και του ισλαμιστικού» είπε η κ. Μέρκελ, ωστόσο αυτό που έμεινε από την κοινή συνέντευξη Τύπου ήταν η παρέμβαση του τούρκου προέδρου.
Η γερμανίδα καγκελάριος έθεσε ακόμη στον κ. Ερντογάν την ανάγκη σεβασμού εκ μέρους της Τουρκίας της ελευθερίας της έκφρασης. «Με το πραξικόπημα είδαμε πώς ο τουρκικός λαός ξεσηκώθηκε για τη δημοκρατία» είπε η κ. Μέρκελ όταν ρωτήθηκε για την προωθούμενη από τον Ερντογάν συνταγματική αναθεώρηση. «Σε αυτή την περίοδο προφανούς πολιτικής αναταραχής», προσέθεσε, «θα πρέπει να γίνουν τα πάντα προκειμένου να προστατευτεί ο διαχωρισμός των εξουσιών και πάνω από όλα η ελευθερία της έκφρασης και η πολυφωνία της κοινωνίας». Παράλληλα διευκρίνισε ότι έθεσε και το θέμα της ελευθερίας του Τύπου στην Τουρκία.
Η Γερμανία, όπως και άλλοι σύμμαχοι της Τουρκίας, εκφράζει φόβο ότι ο Ερντογάν χρησιμοποιεί ως πρόσχημα την απόπειρα πραξικοπήματος του περασμένου καλοκαιριού προκειμένου να καταστείλει τους αντιφρονούντες.
Στην ατζέντα των δύο ηγετών βρέθηκε μία σειρά σημαντικών θεμάτων: το προσφυγικό, ο πόλεμος στη Συρία, οι εξελίξεις στο Ιράκ, οι διμερείς εμπορικές σχέσεις, την συνεργασία στο πεδίο της αμυντικής βιομηχανίας, θέματα που αφορούν την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Η τουρκική πλευρά ζήτησε από την γερμανική να δείξει αλληλεγγύη στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και όταν στην Τουρκία μιλούν για τρομοκρατία εννοούν το Κουρδικό, την ένοπλη αριστερή οργάνωση DHKP/C, αλλά και το δίκτυο του ιεροκήρυκα Φετχουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Αγκυρα δείχνει ως ενορχηστρωτή της απόπειρας πραξικοπήματος.
Ειδικά στο θέμα του Γκιουλέν, σημείο τριβής μεταξύ των δύο χωρών είναι οι τούρκοι πολίτες που ζήτησαν του τελευταίους μήνες άσυλο από τη Γερμανία. Πρόκειται κυρίως για δικαστικούς που διέφυγαν στη Γερμανία μετά τις διώξεις του καθεστώτος Ερντογάν που ακολούθησαν την εκδήλωση του πραξικοπήματος αλλά και στρατιωτικούς, πολλοί εκ των οποίων υπηρετούσαν στη ΝΑΤΟϊκή βάση του Ράμσταϊν και ζήτησαν άσυλο φοβούμενοι να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Τουρκικές πηγές αναφέρουν ότι πρόκειται για 22 άτομα, άλλες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό τους στους 40. Το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών δέχεται ότι υπάρχουν τούρκοι πολίτες που ζήτησαν άσυλο, δεν ανακοινώνει ωστόσο τον αριθμό τους.
Από την πλευρά της, η κ. Μέρκελ τήρησε αποστάσεις από τις θέσεις Ερντογάν, λέγοντας απλά ότι κατανοεί τις ευαισθησίες της τουρκικής πλευράς, αλλά όσον αφορά την έκδοση τούρκων πολιτών που κατηγορούνται ότι ανήκουν στο κίνημα του Γκιουλέν επεσήμανε την ανάγκη ύπαρξης τεκμηρίων και τις αρχές του γερμανικού κράτους δικαίου.
Επιγραμματικά, παρά την επίσημη θέση του Βερολίνου ότι η Τουρκία είναι εξαιρετικά σημαντικό εταίρος, ο σκεπτικισμός που υπήρχε πριν από την επίσκεψη Μέρκελ όχι μόνο δεν διαλύθηκε, αλλά επιβεβαιώθηκαν και τα «αγκάθια» που υπάρχουν στις σχέσεις των δύο χωρών, συμμάχων στο ΝΑΤΟ.