Την ημέρα της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ συνάντησα τον Φίλιπ Ροθ. Hταν μία σουρεαλιστική εμπειρία, δεδομένου ότι στο μυθιστόρημά του «Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής» ο Ροθ περιέγραψε με ακρίβεια το 2004 τον δυσοίωνο και τρομακτικό εφιάλτη στον οποίο βρίσκονται τώρα οι ΗΠΑ.
Οπως γνωρίζουν οι αναγνώστες του, ο συγγραφέας του βιβλίου αυτού έχει μία ιδιαίτερη συμπάθεια για τις λογοτεχνικές ηρωίδες. Οπότε εστιάζουμε στην υπόθεση της Μελάνια Τραμπ, της νέας Πρώτης Κυρίας, η οποία είχε μια περίεργη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της τελετής. Μήπως η κυρία Τραμπ έχει στενή γνώση των καταστροφών που δεν έχουν έρθει ακόμα;
Ο κόσμος γράφει τώρα από κοινού ένα νέο μυθιστόρημα. Ο Ροθ με επιδεξιότητα διύλισε τα τραγικά και κωμικά στοιχεία αυτής της διαδικασίας, και μίλησε μαζί μου για τις δυνάμεις που μπορεί να καταφέρουν να αντισταθούν στο σκοτεινό ρεύμα της χυδαιότητας και της βιαιότητας του Τραμπ.
Η πρώτη δύναμη αντίστασης είναι η κοινωνία των πολιτών, οι άνθρωποι, οι οποίοι ξεχύθηκαν στους δρόμους κάθε μεγάλης πόλης στη χώρα για να διαδηλώσουν γνωρίζοντας ότι με βάση τη λαϊκή ψήφο εκείνοι ήταν που κέρδισαν τις εκλογές, και όχι ο Τραμπ.
Δεύτερον, υπάρχουν κάποιοι Ρεπουμπλικανοί που εξεγείρονται εναντίον του Τραμπ. Μία τρίτη δύναμη είναι η CIA, τα κεντρικά γραφεία της οποίας επισκέφθηκε ο Τραμπ την ημέρα μετά την ορκωμοσία του. Μπροστά στο μνημείο στο οποίο είναι χαραγμένα τα ονόματα των 117 πρακτόρων που έχουν σκοτωθεί εν ώρα καθήκοντος, ο Τραμπ έστειλε ένα τερατώδες και παιδαριώδες αυτο-συγχαρητήριο μήνυμα για τον αριθμό των υποστηρικτών του που είχαν πάει στην Ουάσιγκτον για να γιορτάσουν την άνοδό του στην εξουσία. Φυσικά, το μυθιστόρημα του Ροθ και η σημερινή κατάσταση δεν είναι ακριβώς συγκρίσιμα.
Η ιστορία του Ροθ εκτυλίσσεται το 1940, και απεικονίζει τον ηρωικό αεροπόρο και συμπαθούντα του ναζισμού Τσαρλς Λίντμπεργκ να θριαμβεύει επί του τότε προέδρου των ΗΠΑ Φρανκλίνου Ρούζβελτ. Και ο Λίντμπεργκ ήταν φανατικός αντισημίτης.
Ο Τραμπ, παρ’ όλα αυτά, χρησιμοποιεί ρητορική που θυμίζει Μουσολίνι. Και έχει εκφράσει φανερά την αλληλεγγύη του για τους χειρότερους λαϊκιστές και φασίστες ηγέτες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, από τον Νάιτζελ Φάρατζ του Brexit μέχρι τον Βίκτορ Ορμπαν στην Ουγγαρία, τη Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία και τον Βλαντίμιρ Πούτιν στη Ρωσία.
Επειτα υπάρχει το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική». Είναι εκπληκτικό που αυτές οι λέξεις δεν έχουν προκαλέσει αποστροφή κατά μήκος του αμερικανικού πολιτικού φάσματος. Στο κάτω-κάτω, καθώς πρέπει να γνωρίζει όποιος έχει ελάχιστη ποσότητα ιστορικής και πολιτικής συνείδησης, το «Πρώτα η Αμερική» ήταν το σύνθημα των Αμερικανών που υποστήριξαν τους Ναζιστές το 1940.
Και είναι αυτό το σύνθημα το οποίο επανέλαβε ο Τραμπ από τα σκαλιά του Καπιτωλίου, που οδηγεί τύπους όπως ο πρώην ηγέτης της Κου Κλουξ Κλαν Ντέιβιντ Ντιουκ να ρίξουν τις μάσκες και να κραυγάσουν «Τα καταφέραμε!». Ο Τραμπ τα ξέρει όλα αυτά, και όταν του τα επισημαίνουν απαντάει ότι εκείνος κοιτάζει μπροστά, προς το μέλλον, όχι πίσω, προς το παρελθόν.
Αλλά υπάρχουν μόνο δύο ομάδες σε αυτό το παιχνίδι: μηδενιστές χωρίς μνήμη και εκείνοι που γνωρίζουν ότι οι γλώσσες έχουν μια ιστορία. Η πρώτη ομάδα πιστεύει ότι ένας ομιλητής μπορεί να επικαλεστεί ένα σύνθημα των λευκών ρατσιστών επανειλημμένα σε μια ομιλία χωρίς κακόβουλη πρόθεση. Η δεύτερη ομάδα ξέρει ότι η γενεαλογία των λέξεων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, χωρίς το παρελθόν να πάρει την εκδίκησή του.
Ο Τραμπ, ένας πιθανός σύμμαχος για τους πιο δυσάρεστους και μισητούς δημαγωγούς της εποχής μας, απορρίπτεται παγκοσμίως. Αλλά σκεφτείτε αυτή την ιδιαίτερα περίεργη και απειλητική ανατροπή: ο λιγότερο δημοφιλής αμερικανός πρόεδρος επισκέφθηκε πρόσφατα την Ιερουσαλήμ και ανέπτυξε μία συμπάθεια για ακριβώς αυτούς τους ανθρώπους που οι προκάτοχοί του στο κίνημα «Πρώτα η Αμερική» τους θεωρούσαν υπανθρώπους.
Αλλά οι αποδέκτες της ξαφνικής μέριμνας του Τραμπ θα πρέπει να είναι τόσο επιφυλακτικοί για τον νέο αυτόν φίλο όσο είναι για τους εχθρούς τους. Δεν πρέπει να ξεχάσουν ποτέ ότι η μοίρα του Ισραήλ είναι πολύ σοβαρό ζήτημα για να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα από έναν παρορμητικό, ακαλλιέργητο τυχοδιώκτη για να αποδείξει την ισχύ του ή τα υποτιθέμενα ταλέντα του στο «κλείσιμο» συμφωνιών.
Και μπορεί να γλιτώσουν από το δίλημμα, που απεικονίζεται στο μυθιστόρημα του Ροθ σαν μία επιλογή ανάμεσα σε δύο εξίσου τρομερές μοίρες: εκείνης του θύματος, ή του πρόθυμου ομήρου.
O κ. Bernard-Henri Lévy είναι γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, εκ των ιδρυτών του κινήματος των Νέων Φιλοσόφων (Nouveaux Philosophes).
HeliosPlus