Η εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ είναι ζωντανή απόδειξη ότι ακόμα και το καλύτερο Σύνταγμα δεν μπορεί να αποτρέψει τα λάθη. Οι ιδρυτές της σύγχρονης Αμερικής, άνθρωποι ιδιαίτερα φιλοσοφημένοι, έτρεφαν υγιή σκεπτικισμό απέναντι στην ανθρώπινη φύση, γι’ αυτό και κατένειμαν την εξουσία σε διαφορετικά επίπεδα. Ο σοφός θεσμικός σχεδιασμός αντανακλούσε μια σύνθετη ανθρωπολογία, η οποία αντιλαμβανόταν τα τρωτά σημεία των πολιτικών θεσμών –άρα και τα πιθανά λάθη. Η εκλογή Τραμπ επιβεβαιώνει ότι η δημοκρατία είναι εγγενώς ευάλωτο πολίτευμα –τίποτα δεν μπορεί να προστατεύσει έναν λαό από τα πάθη του.
Οι ιδρυτές, λ.χ., γνώριζαν καλά ότι οι πολίτες είναι επιρρεπείς στη δημαγωγία από αυτούς «που κολακεύουν τις προκαταλήψεις τους και προδίδουν τα συμφέροντά τους» (Federalist No. 71). Γι’ αυτό θεωρούσαν καθήκον του υπεύθυνου πολιτικού ηγέτη να διακρίνει την αναγκαία συναίνεση των πολιτών από τη στιγμιαία παρορμητική διάθεσή τους. Ο Ουάσινγκτον έγραφε σε επιστολή του το 1788 ότι «αν και εκτιμώ […] την καλή γνώμη των συμπολιτών μου […] δεν θα επεδίωκα τη δημοφιλία σε βάρος του κοινωνικού καθήκοντος ή της ηθικής αρετής».
Για τους ιδρυτές, ο χαρακτήρας των πολιτικών ηγετών (όπως, αντίστοιχα, και των πολιτών) είναι θέμα μείζονος σημασίας στον δημόσιο βίο. Η αυτοκυβέρνηση ενός έθνους συνιστά ένα ηθικό και πολιτικό επίτευγμα, δεν αποτελεί μια αυτονόητα ομαλή διαδικασία. Οι κυβερνήτες είναι «άνθρωποι που κατέχουν περισσή σοφία για να διακρίνουν, και περισσή αρετή για να επιδιώκουν, το κοινό καλό της κοινωνίας» (Federalist No. 57). Οι ηγέτες μας πρέπει να εκφράζουν, όπως ποιητικά είπε ο Λίνκολν, «τους καλύτερους αγγέλους της φύσης μας».
Ολη αυτή η συσσωρευμένη σοφία αιώνων δεν απέτρεψε το λάθος –την άνοδο στην ηγεσία της πιο ισχυρής δημοκρατίας ενός ανθρώπου που βρίσκεται στον αντίποδα του καλού κυβερνήτη. Το κύριο στοιχείο του Τραμπ δεν είναι μόνο οι αντιδραστικές του απόψεις (προστατευτισμός, εθνική περιχαράκωση, ανελεύθερη νοοτροπία) αλλά και η βαθιά ναρκισσιστική του προσωπικότητα –τα δύο αλληλοτροφοδοτούνται στην περίπτωσή του.
Ο Τραμπ συνιστά κλασική περίπτωση «μεγαλοπρεπούς ναρκισσιστή». Ο πλούσιος πατέρας του τον μεγάλωσε να είναι άμετρα ανταγωνιστικός και σκληρός («killer») για το συμφέρον του. Τα δημιουργήματά του (κτίρια, καζίνα, «πανεπιστήμια» κ.λπ.) φέρουν το όνομά του, διαρκώς καυχιέται για τις επιτυχίες του (ακόμα κι όταν αυτές εδράζονται σε επιλήψιμες πρακτικές –«I am smart» είπε για τη φοροαποφυγή του), δεν χορταίνει τον θαυμασμό των άλλων.
Επιζητεί διαρκώς την προβολή, λατρεύει την περιαυτολογία («I am the king»), θεωρεί ότι μπορεί να θέτει τον εαυτό του πάνω από κανόνες (εξού: σεξουαλικές παρενοχλήσεις, ρατσιστικός και μισαλλόδοξος λόγος, νεποτισμός), επιδιώκει να επιβάλλει πάντοτε τη θέλησή του, εκδικείται όταν άλλοι στέκονται εμπόδιο στις επιδιώξεις του, και, βεβαίως, δεν αποδέχεται την ήττα. Δεν είναι τυχαίο ότι διέταξε έρευνα για τις «παράνομες ψήφους» που δήθεν του στέρησαν την πρωτιά στη λαϊκή ψήφο. Του είναι αδιανόητο να μην είναι νικητής παντού.
Η τάση του να διαστρέφει ανεπιθύμητα γεγονότα είναι δηλωτική της εγωπάθειάς του –η πραγματικότητα πρέπει να υποτάσσεται στις επιθυμίες του. Προτιμά τα «εναλλακτικά γεγονότα» που κατασκευάζουν ο ίδιος και οι συνεργάτες του. Ενσαρκώνοντας το αρχέτυπο του πολεμιστή, απολαμβάνει τις συγκρούσεις –με τα ΜΜΕ, τους πολιτικούς αντιπάλους του (τους οποίους θεωρεί εχθρούς), οποιονδήποτε τον αμφισβητεί. Υπόσχεται και απειλεί –ακατάσχετα και ανεξέλεγκτα. Ο ρεαλισμός υποχωρεί μπροστά στην ανάγκη της ναρκισσευόμενης δημαγωγίας. Τα μη φιλικά ΜΜΕ είναι «ανέντιμα». Οι απαντήσεις του στους επικριτές του (από τη Μέριλ Στριπ ως τον γερουσιαστή Λιούις) διακρίνονται από μικροπρέπεια.
Ο ναρκισσισμός είναι, συχνά, το ψυχικό υπόστρωμα του δημοφιλούς λαϊκιστή. Ο Τραμπ, όχι οι θεσμοί, εκφράζει «αυθεντικά» τη λαϊκή βούληση. Κολακεύοντας το πόπολο, ανυψώνεται ο ίδιος. Εχει ανάγκη από εχθρούς για να επιβεβαιώνεται το εγώ του. Η γνωστή μικροβιοφοβία του και η απέχθεια της «ακαθαρσίας» (π.χ. εμμηνόρρυση) συνδέονται με την αποστροφή που αισθάνεται για όσους απειλούν την «καθαρότητα» του έθνους. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ορκωμοσία του περιέγραψε τη σύγχρονη Αμερική ως «carnage» («σφαγή»). Ακαλλιέργητος άνθρωπος, με περιορισμένη κατανόηση του διεθνούς περιβάλλοντος, περιφρονεί τους θεσμικούς περιορισμούς του κράτους δικαίου. Διαπερνάται από απλοϊκή σκέψη επιπέδου καφενείου (με κύρια στοιχεία τον περσοναλισμό, το μανιχαϊσμό και τον μεσσιανισμό), χάρη στην οποία συνδέεται με τον μέσο θυμωμένο Αμερικανό, δίχως να έχει αίσθηση της μεγάλης εικόνας και του ιστορικού ρόλου της Αμερικής στον σύγχρονο κόσμο.
Για τους ιδρυτές, ένας τέτοιος ηγέτης θα έπρεπε να βρίσκεται μακριά από την πολιτική εξουσία –είναι επικίνδυνος. Η καλή δημοκρατική διακυβέρνηση, έγραφαν, απαιτεί «ήρεμο λόγο», «συνετή κρίση», «αυτοπεριορισμό». Η προεδρία Τραμπ άρχισε διχαστικά και μάλλον θα τελειώσει άσχημα –θα κάνει ζημιά τόσο στην Αμερική όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Η νοοτροπία του κατακτητή μπορεί να του απέφερε υλικό πλούτο και όμορφες γυναίκες, είναι όμως ακατάλληλη ως οδηγός συνετής διακυβέρνησης σε έναν πολύπλοκο κόσμο. Θα δούμε, πιθανότατα, έξαρση της τρομοκρατίας, αποδυνάμωση της Δυτικής επιρροής, εμπορικούς πολέμους, υποχώρηση του κοινωνικού κράτους, αποικιοποίηση του δημοσίου συμφέροντος από ιδιωτικά, απροκάλυπτο αυταρχισμό, πολιτική πόλωση και… σκάνδαλα.
Ο Χάμιλτον υποστήριζε ότι τα θεσμικά αντίβαρα της αμερικανική δημοκρατίας διασφαλίζουν ότι «το αξίωμα του προέδρου ποτέ δεν θα πέσει σε κάποιον που δεν θα είναι εξόχως προικισμένος με τα απαραίτητα προσόντα». Λησμόνησε ότι κανείς δεν μπορεί να προστατεύει μια δημοκρατία από τον κακό της εαυτό. Ούτε καν οι σοφοί ιδρυτές της μεγαλύτερης δημοκρατίας στον κόσμο!
Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ