Τo οικονομικό επιτελείο,σε μία προσπάθεια να «κλείσει» η αξιολόγηση, παρουσίασε πρόταση σύμφωνα με την οποία, προβλέπεται,μετά το 2018, πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για τρία χρόνια ή 3% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια. Βέβαια, στην περίπτωση που αυτό δεν επιτυγχάνεται, θα ενεργοποιείται ο δημοσιονομικός «κόφτης».

Πως είναι όμως δυνατόν, όταν οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης δεν έχουν καταγράψει τέτοιου είδους πλεόνασμα, να ζητούν από εμάς κάτι τέτοιο; Ο πιο πιθανός λόγος έχει να κάνει με το τεράστιο έλλειμμα (πολιτικής) αξιοπιστίας για το οποίο ευθύνεται τόσο η κυβέρνηση Τσίπρα όσο και οι προηγούμενες.

Παρακάμπτουμε το παραπάνω. Η πρόταση του οικονομικού επιτελείου κάνει λόγο για αύξηση φόρων και μείωση δαπανών. Επειδή όμως τα μέτρα δεν είναι γνωστά (την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές), καλό είναι να αναφερθούμε σε πρόσφατη επιστημονική ανάλυση της ελληνικής οικονομίας (βλέπε το επιστημονικό περιοδικό International Economics, έκδοση Απρίλιος 2016: https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S2110701716300087) η οποία συμπεραίνει:

1. Μεγαλύτερη ζημία προκαλεί στην ελληνική οικονομία η δημοσιονομική προσαρμογή η οποία λαμβάνει χώρα μέσω της αύξησης των φόρων αντί της μείωσης των δαπανών. Περαιτέρω (εαν συμβεί αυτό!) αύξηση του ΦΠΑ θα έχει αρνητική επίδραση σε βάθος τριετίας τόσο στις επενδύσεις όσο και στο ρυθμό οικονομικής μας ανάπτυξης. Επιπλέον, τόσο το ελληνικό χρηματιστήριο όσο και ο δείκτης οικονομικού κλίματος αντιδρούν αρνητικά στην αύξηση των φόρων, με τελικό αποτέλεσμα την σημαντική καθυστέρηση στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

2. Η δημοσιονομική προσαρμογή μέσω μειώσεων στις δαπάνες προκαλεί μικρότερη ζημία στην ελληνική οικονομία.Η ζημία μάλιστα είναι μικρότερης διάρκειας (σε σχέση με την αύξηση της φορολογίας). Σε αυτό βοηθούν τόσο ο δείκτης οικονομικού κλίματος, όσο και το χρηματιστήριο, καθώς αντιδρούν θετικά στην μείωση των δαπανών οι οποίες σηματοδοτούν προσπάθεια συρρίκνωσης του κράτους.

Αντιλαμβάνεται ο καθένας μας ότι, με τον ΦΠΑ ήδη στο 24%, και τον συντελεστή φορολογίας στις ελληνικές επιχειρήσεις να ανέρχεται στο 29% (σε σχέση με το 24,39% που είναι ο μέσος όρος σε 34 χώρες του ΟΟΣΑ), δεν υπάρχουν περιθώρια για αύξηση της φορολογίας.Συνεπώς, η όποια ενεργοποίηση του δημοσιονομικού «κόφτη» θα πρέπει (κατά βάση) να προέρθει από το σκέλος των δαπανών.

Είναι όμως τουλάχιστον φαιδρό να προγραμματίζουμε δημοσιονομικά μέτρα μέχρι το…2023 όταν όλοι (τόσο εμείς όσο και η Τρόικα) γνωρίζουν ότι αλλάζουμε, από το 2009 και μετά, κυβέρνηση κάθε 2 έτη. Με άλλα λόγια: πόσο αξιόπιστοςείναι ο «κόφτης» όταν,αυτοί που υποτίθεται ότι θα τον ενεργοποιήσουν, αδειάζουν τις «καρέκλες» κάθε δύο έτη;