Είναι ζήτημα πλέον αν πηγαίνω δυο-τρεις φορές τον χρόνο στον κινηματογράφο. Δεν μου αρέσουν οι νέες ταινίες. Δεν μου αρέσει και ο κόσμος που συχνάζει στις αίθουσες. Ξέρω, αυτό το τελευταίο ακούγεται σνομπ και αγενές. «Ποιος είσαι εσύ που δεν σου αρέσει ο κόσμος;». Είμαι ένας που ποτέ δεν έχει ανοίξει το κινητό του την ώρα της προβολής. Εχω, με λίγα λόγια, διαφορετική αντίληψη από τους πολλούς: θεωρώ πως η κινηματογραφική αίθουσα είναι ο χώρος όπου πηγαίνουμε για να παρακολουθήσουμε μια ταινία, και όχι για να μιλήσουμε ή για να φάμε. Από τότε που άλλαξε χρήση και έγινε τηλεφωνικός θάλαμος με βελούδινα καθίσματα και εστιατόριο (μέχρι και κομμάτια φρεσκοψημένης πίτσας πωλούνται πλέον στο διάλειμμα), σταμάτησε να με αφορά. Εγινε αφιλόξενος.
Το ίδιο έχει δυστυχώς αρχίσει να γίνεται και με τις θεατρικές αίθουσες. Και εκεί οι φιλότεχνοι τρώνε, πίνουν, κουτσομπολεύουν, ρίχνουν και κανέναν υπνάκο την ώρα της παράστασης. Προσφάτως, φίλη τσακώθηκε με (επώνυμο) θεατή γιατί όσο έπαιζαν οι ηθοποιοί απαντούσε στις κλήσεις του κινητού του, έδινε οδηγίες στη γραμματέα του, κανόνιζε δουλειές, βρήκε κηπουρό για να περιποιηθεί τον κήπο του. Εχω ζήσει παρόμοιες καταστάσεις, γι’ αυτό άρχισα να αραιώνω τις επισκέψεις μου σε εκείνα τα θέατρα που λειτουργούν με όρους αναψυκτηρίου, δηλαδή με καντίνες που πουλάνε πατατάκια, γρανίτες, αναψυκτικά, για την ώρα της παράστασης.
Αυτό το βίτσιο, που θέλω να απολαύσω το έργο χωρίς π.χ. να ακούω τη διπλανή μου να παραδίδει ψιθυριστά σεμινάρια μαγειρικής, δεν μπορώ να το θεραπεύσω. Ιψεν παρακολουθούσαμε, ενώ η εν λόγω εξέπεμπε από τον πλανήτη Αργυρώ Μπαρμπαρίγου: «Ελα, με ακούς; Ανοιξε το ψυγείο. Στο πάνω ράφι, δεξιά, θα βρεις μια καρτέλα με αβγά… Καρτέλα, παιδάκι μου, σε καρτέλα βάζουν τα αβγά, μη με κάνεις να φωνάζω». Την κοίταξα με μίσος. Εκανε πως την είχε απορροφήσει το επί σκηνής δράμα και συνέχισε: «Πόσοι θα είστε; Ωραία, βγάλε τέσσερα αβγά, πάρε και το τυρί το τριμμένο που θα δεις σε μια διάφανη σακούλα… Διάφανη. Σακούλα. Οχι γατούλα. Σακούλα. Είμαι στο θέατρο είπα, δεν μπορώ να φωνάξω. Σα-κού-λα!». Χαμένη η συνομιλήτριά της στη ζούγκλα της κουζίνας, χάθηκα κι εγώ ακούγοντας από το ένα αφτί Ιψεν και από την άλλη τον «Τσελεμεντέ» και δεν ήξερα τι έβλεπα, έμπλεξα την «Αγριόπαπια» με το confit de canard sauce au cidre.
Εκείνο το βράδυ βγήκα από την αίθουσα σε σύγχυση, γνωρίζοντας όμως πως η καλή ομελέτα φούρνου θέλει ένα σφηνάκι γάλα, και πως γνωστή αλυσίδα σουπερμάκετ πωλεί στήθος πάπιας συσκευασμένο σε κενό αέρος. Ελα, όμως, που δεν μου αρέσουν ούτε οι απόγονοι του Ντόναλντ ούτε τα αβγά! Ενώ το θέατρο μου άρεσε. Οπως και ο κινηματογράφος. Εξακολουθούν να με ενδιαφέρουν και να μου λείπουν, όμως, τα τελευταία χρόνια, κάθε φορά που υπερισχύσει η επιθυμία να ξαναδώ μια ταινία (αναφέρομαι κυρίως στο σινεμά, γιατί στο θέατρο η κατάσταση είναι ακόμη σχετικά ελεγχόμενη, με λίγες εξαιρέσεις), κάθε φορά που ενδίδω σε προτροπές φίλων και βρίσκομαι στη σκοτεινή αίθουσα, το μετανιώνω πικρά και υπόσχομαι στον θεό του downloading πως δεν θα του κάνω ποτέ ξανά απιστία.
Την ξαναπάτησα όταν, πηγαίνοντας να δω το «La La Land», επιβεβαίωσα πως το κοινό στη συντριπτική πλειονότητά του δεν κατέχει πλέον τους στοιχειώδεις τρόπους καλής συμπεριφοράς. Φαγητό, κουβεντούλα, μηνύματα. Ετσι περνούσε την ώρα του. Και έτσι, βεβαίως, εξηγείται γιατί του άρεσε τόσο πολύ αυτή η μπαρούφα: επειδή στην πραγματικότητα κανένας δεν την παρακολουθούσε, όλοι κατά την προβολή της έκαναν κάτι άλλο. Αξιομνημόνευτη στιγμή: είχε παιχτεί ήδη το ¼ της μπαρούφας, όταν εισέβαλε στην αίθουσα κοπέλα που κάθισε δίπλα μου, έβγαλε σκούφο, κασκόλ, ζακέτα, δεύτερη ζακέτα και μπουφάν κάνοντας όσο περισσότερο θόρυβο μπορούσε, έφτιαξε τα μαλλιά της, τσέκαρε το κινητό της για μηνύματα, έψαξε μέσα στην τσάντα της για να βρει ένα πακέτο με κρακεράκια το οποίο θορυβωδώς άνοιξε (συσκευασίες που να ανοίγουν αθόρυβα δεν θα εφεύρουν ποτέ;) και μασουλώντας γύρισε και μου είπε: «Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι η ταινία, ή είμαστε ακόμη στα τι θα δούμε προσεχώς;». Στα τι δεν θα ξαναδούμε ήμασταν, γιατί δεν με βλέπω να ξαναπατάω σε κινηματογράφο.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ