Η πορισματική έκθεση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ΠαΣοΚ-ΔΗΜΑΡ που κατέθεσε ο Αν. Λοβέρδος στην Εξεταστική Επιτροπή σημειώνει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε στην επιτροπή επιλογές, ενέργειες και έλαβε αποφάσεις που δημιουργούν εύλογες σκιές πάνω από μία επιτροπή, που της ζητήθηκε το ακριβώς αντίθετο: να ρίξει φως». «Μιας επιτροπής που σχεδιάστηκε από την ίδια την κυβέρνηση με όλες τις προδιαγραφές ενός “λαϊκού δικαστηρίου” και που παρ’ ολίγον μετατράπηκε σε “λάκκο των λεόντων” για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ», αναφέρεται και προστίθεται ότι «βγήκαν πολλά στην επιφάνεια: για κοινές πρακτικές δανειοδοτήσεων -όλων των προ του 2012 κοινοβουλευτικών κομμάτων- που σήμερα, όψιμα και παραπλανητικά βαπτίζονται “θαλασσοδάνεια”, για δάνεια προς “φίλια” επιχειρηματικά συμφέροντα εν μέσω capitalcontrols, για εφημερίδες – κομματικά όργανα, που τελούν υπό την προστασία του κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ) έναντι των τραπεζών».
Όσον αφορά την μη τεκμηρίωση ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων, υπογραμμίζεται: «Με δεδομένο ότι δεν προκύπτουν ποινικές ευθύνες για πολιτικά πρόσωπα σε σχέση με τα δάνεια προς ΜΜΕ, η παρούσα Επιτροπή στερείται της αρμοδιότητας περαιτέρω διερεύνησης και απόδοσης ευθυνών, καθώς ο λόγος ανήκει αποκλειστικά στην τακτική Δικαιοσύνη (όπου άλλωστε εκκρεμούν ήδη συγκεκριμένες δικογραφίες εις βάρος ορισμένων μόνο ιδιοκτητών ΜΜΕ για φερόμενες πράξεις σχετικές με τραπεζικό δανεισμό)».
Επίσης, αναφέρεται ότι το πόρισμα της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ «δεν μπορεί, δυστυχώς, να αποτελεί βάση συνεννόησης». «Τόσο κατά το περιεχόμενο όσο και τη μορφή του αποτυπώνει την από μηνών ενορχηστρωμένη πολιτική εκστρατεία σπίλωσης πολιτικών αντιπάλων και καταδίκης της “επάρατης” και “διεφθαρμένης” μεταπολίτευσης». Και χαρακτηρίζεται το πόρισμα της πλειοψηφίας «στρατευμένο στους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις του Μεγάρου Μαξίμου με τα κατάλληλα περιεχόμενα και τις βολικές ελλείψεις».
Για τα δάνεια των ΜΜΕ τονίζεται ότι «το πλέον σημαντικό ποσοτικό συμπέρασμα είναι ότι δεν αποδείχθηκε η επιχειρηματολογία για τα φερόμενα “θαλασσοδάνεια” προς ΜΜΕ». Σύμφωνα και με τα στοιχεία των πέντε τραπεζών, που επιβεβαιώθηκαν από την ΤτΕ και τον ίδιο τον Διοικητή της, υπογραμμίζεται, «από το συνολικό ποσό 1,3 δισ. € που έχουν χορηγηθεί προς τα ΜΜΕ, δεν εξυπηρετείται σήμερα ένα ποσοστό της τάξης του 37,5% (479,5 εκ. €)». «Η σημαντική πλειονότητα των δανείων είναι ενήμερα και παρακολουθούν τα προγράμματα καταβολών, έστω και μετά από ρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις», διαπιστώνεται.
Επίσης, ασκείται κριτική στην διαπίστωση του πορίσματος της πλειοψηφίας περί «τριγώνου διαπλοκής» μεταξύ τραπεζών-ΜΜΕ-κομμάτων: «Σχεδόν ουδείς από τους εξετασθέντες μάρτυρες από τα ΜΜΕ επιβεβαίωσε την ύπαρξη τριπρόσωπης σχέσης κομμάτων-τραπεζών-ΜΜΕ. Οι καταθέσεις των ελάχιστων προσώπων που παραδέχθηκαν τέτοιου περιεχομένου σχέσεις στερούνται νομικής βαρύτητας, καθώς δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα και περιστάσεις», σημειώνεται.
Σχετικά με τα δάνεια των κομμάτων, το πόρισμα της ΔΗ.ΣΥ. καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «τα δάνεια προς πολιτικά κόμματα ήταν εξ αρχής εξασφαλισμένα με την υπέρ των τραπεζών εκχώρηση της πλέον βέβαιης και εγγυημένης από το ίδιο το Δημόσιο πηγής χρηματοδότησης των κομμάτων». «Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά τις γενόμενες μεταβολές, η εξασφάλιση αυτή είναι μέχρι σήμερα ισχυρή και αποτελεί την κύρια πηγή μερικής έστω εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων αξιώσεων των κομμάτων. Η κρατική χρηματοδότηση, παρά το ότι σήμερα είναι δραστικά μειωμένη, κρατείται στην πηγή κατά το αναλογούν στην εκχώρηση ποσοστό και καταβάλλεται απευθείας στις πιστώτριες τράπεζες», αναφέρεται.