Στην πορεία ζωής του Σερζ Γκοντέν επιβεβαιώνονται ορισμένα από τα πιο δημοφιλή κλισέ. Παιδί μιας πολυμελούς καναδικής οικογένειας, που βρέθηκε στο όριο της ανέχειας όταν η οικογενειακή επιχείρηση καταστράφηκε ολοσχερώς σε μια πυρκαγιά, δημιούργησε την εταιρεία Conseillers en Gestion et Informatique (CGI) στο γκαράζ του σπιτιού του, σε ηλικία μόλις 26 ετών.
Τέσσερις δεκαετίες μετά, η CGI είναι σήμερα μία από τις πέντε κορυφαίες στον κλάδο της παροχής υπηρεσιών τεχνολογίας παγκοσμίως, όπως αναφέρεται στην επίσημη ιστοσελίδα της, με έσοδα πάνω από 10 δισ. καναδέζικα δολάρια ετησίως.
Ο ίδιος ο Γκοντέν καταλαμβάνει μια θέση στη λίστα με τα σημαντικότερα αλλά και πλουσιότερα πρόσωπα του Καναδά, με προσωπική περιουσία που ξεπερνά το 1,5 δισ. δολάρια.
Η σκληρή δουλειά δεν τον φόβιζε ποτέ, σύμφωνα με όσα έχει δηλώσει κατά καιρούς ο ηλικίας 67 ετών μάνατζερ.
Η διαδρομή
Ως παιδί αναγκαζόταν να εργάζεται σε θέσεις όπως υπάλληλος σουπερμάρκετ τα απογεύματα μετά το σχολείο και σε καθαριστήριο ρούχων τα Σαββατοκύριακα, προκειμένου να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του. Ανυπόμονος και φιλόδοξος να δημιουργήσει τη δική του επιχείρηση, μετά την απόκτηση πτυχίου Επιστήμης των υπολογιστών από το Πανεπιστήμιο Laval στο Κεμπέκ, ο Γκοντέν κατάφερε να αποταμιεύσει περίπου 5.000 δολάρια αναζητώντας απασχόληση ως υπάλληλος σε διάφορες εταιρείες.
Μετά από λίγους μήνες μοναχικής διαδρομής, ένας φίλος προσχώρησε στην επιχείρηση και τον πρώτο χρόνο η CGI κατάφερε να σημειώσει έσοδα 138.000 καναδικών δολαρίων.
Εκτοτε πολύ νερό κύλησε κάτω από τις γέφυρες. Και η δραστηριότητα αλλά και η φήμη της CGI διογκώθηκαν ξεπερνώντας τα καναδικά σύνορα, τροφοδοτούμενες κυρίως από το όραμα του Γκοντέν. «Δεν ήθελα να επιστρέψω στην κατάσταση όπου ήμουν όταν έχασα τα πάντα. Αυτό είναι ίσως που με ώθησε να χτίσω τη CGI» λέει ο ίδιος. Ακολουθώντας μια σειρά από στρατηγικές κινήσεις βασισμένες τόσο στην ενίσχυση της μητρικής εταιρείας όσο και σε εξαγορές άλλων επιχειρήσεων, η CGI διαθέτει σήμερα παρουσία σε περισσότερες από 40 χώρες του κόσμου και απασχολεί περίπου 71.000 εργαζομένους.
Υψηλή πελατεία
Στο πελατολόγιό της ανήκουν ορισμένα από τα κορυφαία ονόματα σε διάφορους επιχειρηματικούς κλάδους, μεταξύ των οποίων η βρετανο-αυστραλιανή πολυεθνική εταιρεία εξορύξεων Rio Tinto, η κατασκευάστρια ελαστικών Michelin, ο γαλλο-ολλανδικός κρατικός αερομεταφορέας Air France-KLM αλλά και το αεροδρόμιο Heathrow του Λονδίνου. Επίσης, η CGI παρέχει τις υπηρεσίες της σε 22 από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου ενώ έχει συνάψει περισσότερα από 2.000 συμβόλαια με κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο.Μία από τις στρατηγικότερες κινήσεις του Γκοντέν, που σχεδόν διπλασίασε το μέγεθος αλλά και την αξία της CGI, ήταν η εξαγορά της Logica, του ευρωπαίου ανταγωνιστή της, αντί 2,7 δισ. δολαρίων Καναδά το 2012. Το εργατικό δυναμικό της εταιρείας υπερδιπλασιάστηκε κυριολεκτικά εν μια νυκτί από 31.000 σε 68.000.
Ο Γκοντίν δήλωσε τότε για την επίτευξη της συμφωνίας ότι τα «αστέρια ευθυγραμμίστηκαν» εξαιτίας ενός ισχυρού καναδικού δολαρίου που συνέπεσε με μια συμπιεσμένη ευρωπαϊκή οικονομία. Ηταν, μάλιστα, αυτό το ντιλ που έβαλε τον μάνατζερ στην παγκόσμια λίστα με τους δισεκατομμυριούχους του κόσμου.
Το Obamacare
Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν όλα ρόδινα στην πολύχρονη πορεία τόσο της CGI όσο και του ίδιου του Γκοντέν. Το 2013 η εταιρεία φιλοξενούνταν στα πρωτοσέλιδα των αμερικανικών εφημερίδων, αλλά κανένα δεν εξυμνούσε τις αρετές της. Μάλλον το αντίθετο. Η CGI κατηγορήθηκε για τα τεχνικά προβλήματα που παρουσίασε η ιστοσελίδα Healthcare.gov, η ηλεκτρονική πύλη της κυβέρνησης των ΗΠΑ για το περιβόητο Obamacare. Η αξία του συμβολαίου ξεπερνούσε τα 93 εκατ. δολάρια.
Ο ιστότοπος κατέρρευσε την πρώτη κιόλας ημέρα λειτουργίας του και η CGI θεωρήθηκε υπεύθυνη για την αποτυχία του εγχειρήματος και επικρίθηκε ανάλογα για αυτήν.
Σε συνέντευξή του στο BBC ο Γκοντέν υπερασπίζεται μέχρι σήμερα τη θέση της εταιρείας του λέγοντας ότι βρέθηκε στη δίνη του κυκλώνα, σε μια αντιπαράθεση μεταξύ των δύο μεγάλων αμερικανικών κομμάτων.
«Φωτογραφηθήκαμε από τον Τύπο ως οι διαχειριστές του συστήματος. Αλλά ήμασταν απλά μία από τις 52 εταιρείες που συμμετείχαν στο έργο. Δεν αντιπαλέψαμε την αρνητική κριτική και τα σχόλια γιατί έχουμε έναν κώδικα δεοντολογίας και ποτέ δεν επικρίνουμε τους πελάτες μας» σχολίασε συγκεκριμένα ο Γκοντέν.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ