«Αν θες την ειρήνη προετοιμάσου για πόλεμο» έλεγαν οι Λατίνοι. Να είναι η πασίγνωστη αυτή ρήση που έχουν κατά νου οι πολιτικοί ηγέτες –ιδιαιτέρως οι Ασιάτες –την τελευταία διετία και εκτίναξαν στα ύψη τις «αμυντικές» δαπάνες των χωρών τους; Το γεγονός είναι ότι από το 2015 ο κόσμος άρχισε να επανεξοπλίζεται.
Με αιχμή τον ασιατικό κόσμο, ο οποίος με την παρότρυνση του Πεκίνου τους τελευταίους 24 μήνες έχει επενδύσει 100 δισ. δολάρια περισσότερα από όσα η Ευρώπη για την υλοποίηση εξοπλιστικών προγραμμάτων.
«Αλλάξαμε εποχή. Η εποχή της αμεριμνησίας τελείωσε» διαβεβαιώνει τη ρεπόρτερ της γαλλικής «Les Echos» Αν Μπαουέρ ο επικεφαλής του γαλλικού Επιτελείου Στρατού στρατηγός Πιερ Ντε Βιλιέ, παραφράζοντας το προαναφερθέν λατινικό απόφθεγμα προκειμένου να προσθέσει (και να δικαιολογήσει) την παράμετρο του κόστους των αμυντικών δαπανών: «Το κόστος της ειρήνης αντιστοιχεί στο κόστος της προπαρασκευής του πολέμου».
Ο γάλλος στρατηγός αποδίδει την εκτίναξη των κονδυλίων που προβλέπουν οι κρατικοί προϋπολογισμοί για την άμυνα στα ύψη στην αστάθεια και στην αβεβαιότητα που έχει σπείρει διεθνώς η έξαρση του ισλαμικού ριζοσπαστισμού και των τρομοκρατικών επιθέσεων εναντίον στόχων αμάχων σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις.
Επειτα, λοιπόν, από δεκαετίες μείωσης ή στην καλύτερη περίπτωση σταθεροποίησης των στρατιωτικών δαπανών, το 2015 οι δαπάνες για εξοπλισμούς έφθασαν διεθνώς στα 1,676 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με εκτίμηση του εδρεύοντος στη Στοκχόλμη Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη (Sipri). Ποσό που αντιστοιχεί στο 2,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Και όπως απεφάνθη η εταιρεία ερευνών IHS Markit, το 2016 αυξήθηκαν περαιτέρω κατά 1%. Πρόκειται για μια εξέλιξη εντυπωσιακή δεδομένου ότι το διάστημα αυτό κατέρρευσαν οι τιμές πετρελαίου διεθνώς, με αποτέλεσμα πολλές πετρελαιοπαραγωγές χώρες που έχουν αυξήσει θεαματικά τις αμυντικές τους δαπάνες, όπως η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία, να αντιμετωπίζουν μεγάλη κάμψη των εσόδων τους από το βασικό εξαγωγικό τους προϊόν.
ΗΠΑ και Ευρώπη
Το «πάρτι» των εξοπλισμών, εξάλλου, δεν τελείωσε. Οι ειδικοί προβλέπουν νέα αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών δεδομένου ότι στο παιχνίδι αναμένεται να μπουν δυναμικά οι Ηνωμένες Πολιτείες, που συμβάλλουν κατά περισσότερο από το ένα τρίτο στις συνολικές δαπάνες διεθνώς –πέρυσι έφθασαν στα 622 δισ. δολάρια σημειώνοντας αύξηση κατά 1% συγκριτικά με το 2015. Και προβλέπουν αύξηση των δαπανών επειδή αυτό έχει υποσχεθεί προεκλογικά ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Συγκεκριμένα ο Τραμπ έχει υποσχεθεί αύξηση των πυρηνικών εξοπλισμών και των δαπανών για τον εκσυγχρονισμό του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού.
Επίσης ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι στηρίζει την Ευρώπη που επίσης αυξάνει τις δαπάνες της για την άμυνα. Διότι –παρά την πρόσφατη φραστική επίθεση του νέου προέδρου κατά του ΝΑΤΟ –ο αμυντικός Οργανισμός έχει αποφασίσει οι δαπάνες για την άμυνα των 28 κρατών-μελών του να φθάσουν στο 2% του ΑΕΠ τους. Μόνο τέσσερις χώρες έχουν «πιάσει» τον στόχο αυτό. Αν ακολουθούσαν και οι υπόλοιπες, τότε το συνολικό κόστος θα έφθανε τα 100 δισ. δολάρια ετησίως. Πέρα από τη Βρετανία που πιάνει τον στόχο και δαπάνησε πέρυσι 53,8 δισ. δολ. για εξοπλισμούς (αύξηση 0,5%), οι χώρες της Βαλτικής εμφανίζονται οι προθυμότερες για να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες –συμβάλλουν σε αυτό τα γεγονότα στην Κριμαία και το σχέδιο εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεων που εφαρμόζει από το 2008 η Ρωσία η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, με δαπάνες 48 δισ. δολ. ετησίως είναι η έκτη στον κόσμο με βάση τους υπολογισμούς της IΗS Markit.
Σαουδική Αραβία και Κίνα
Τη μεγάλη «έκρηξη» σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες την έκανε η Σαουδική Αραβία, η οποία λόγω τρομοκρατίας και επιστροφής του Ιράν στη διεθνή πολιτική σκηνή ξεπέρασε και αυτή ακόμα τη Ρωσία το 2016, δαπανώντας 48,6 δισ. δολ. για την υλοποίηση εξοπλιστικών προγραμμάτων. Σε ό,τι αφορά την Ασία εν γένει, οι ειδικοί θεωρούν ότι εκτίναξε στα ύψη τους αμυντικούς της προϋπολογισμούς πιεζόμενη από την Κίνα που πράττει το ίδιο –ερμηνεύουν τις εξοπλιστικές δαπάνες του Πεκίνου ως επιθετική προς αυτές κίνηση. Σημειωτέον ότι το Πεκίνο έχει αυξήσει κατά 132% τις ετήσιες αμυντικές του δαπάνες τα τελευταία έξι χρόνια, φθάνοντας στη δεύτερη θέση παγκοσμίως με 191 δισ. δολάρια (αύξηση 5% το 2016 συγκριτικά με το 2015).
Ο κινεζικός στρατός διαθέτει πλέον προϋπολογισμό μεγαλύτερο από τους προϋπολογισμούς των ενόπλων δυνάμεων της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας αθροιστικά! Επιπλέον η Κίνα διαθέτει τον πολυαριθμότερο στρατό παγκοσμίως με 2,3 εκατ. στρατιώτες και επίσης τα περισσότερα τεθωρακισμένα οχήματα (9.000). Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο στρατηγός Ντε Βιλιέ, η στρατιωτική δύναμη έχει να κάνει με την ποιότητα των εξοπλισμών και του έμψυχου υλικού. Ετσι, αν και το Πεκίνο έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια πολλά μαχητικά αεροσκάφη και πλοία υψηλής τεχνολογίας ανταγωνιστικά των αντίστοιχων αμερικανικών και ευρωπαϊκών, η πλειονότητα των οπλικών συστημάτων του είναι σοβιετικής κατασκευής της δεκαετίας του 1950.
Και επιπλέον, «οι στρατιώτες της χώρας μπορεί να μην είναι πλέον αγρότες με ελλιπή στρατιωτική εκπαίδευση, αλλά ο τελευταίος κινέζος αξιωματικός που συμμετείχε σε πολεμικές επιχειρήσεις, εναντίον του Βιετνάμ το 1979 συγκεκριμένα, έχει αποστρατευθεί εδώ και πολλά χρόνια», σημειώνει η «Les Echos». Αντιμετωπίζουν, όντως, ζητήματα αξιόμαχου οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις. Αλλωστε ο φημισμένος γάλλος στρατάρχης Φος (ήρωας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που μεταξύ άλλων έχει τιμηθεί από τον Δήμο του Παρισιού με μεγάλη λεωφόρο που ξεκινά από την Αψίδα του Θριάμβου) έχει παραδεχθεί ότι «χρειάζονται 15.000 απώλειες για να εκπαιδευθεί ένας αρχιστράτηγος».
HeliosPlus