Οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες, σύσσωμοι, υποστήριξαν την απόφαση του κ. Τσίπρα να μοιράσει με τη μορφή εφάπαξ επιδόματος πλεόνασμα 617 εκατ. ευρώ στους συνταξιούχους. Διακηρύττουν ότι η Σοσιαλδημοκρατία επιστρέφει έτσι στις ρίζες της. Καμία σχέση.
Οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες έστερξαν να υποστηρίξουν τα επιδόματα του έλληνα πρωθυπουργού γιατί νομίζουν ότι θα «τσιμπήσουν» κάτι από τη δυσαρέσκεια για τις πολιτικές λιτότητας. Επειδή δεν τολμούν να τα βάλουν με την αρχιτεκτονική του ευρώ, την εμμονή στον πληθωρισμό, την ανυπαρξία κοινών πολιτικών στη φορολογία και στο τραπεζικό σύστημα, επειδή δεν τολμούν να απαιτήσουν ένα σύστημα ευρωομολόγων, γαντζώνονται στον λαϊκισμό των επιδομάτων. Μιλούν όλοι κατά του «ανάλγητου» Σόιμπλε, χωρίς ουσιαστικά να αμφισβητούν ούτε κατά ένα γιώτα την πολιτική του. Λιοντάρια και νταήδες στο εθνικό μέτωπο, λαγοί και χαμαιλέοντες στο ευρωπαϊκό πεδίο. Τον μιμούνται ή τους μιμείται ο Πρωθυπουργός;
Φταίει μήπως η ανεπάρκειά τους; Σίγουρα ναι. Αλλά δεν φτάνει αυτή η εξήγηση. Το μείζον πρόβλημα της σημερινής Σοσιαλδημοκρατίας δεν είναι απλά η φθίνουσα σημασία των εργατικών στρωμάτων και των συνδικάτων που τη στήριζαν, ούτε η εξασθένιση του ρόλου του κράτους-έθνους. Το μείζον πρόβλημά της είναι ότι με την παγκοσμιοποίηση και την κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού αποξενώθηκε αφενός από αυτούς τους παλιούς πυλώνες της που βεβαίως έτσι και αλλιώς βρίσκονται σε πτώση, αλλά αφετέρου δεν κατόρθωσε να αποκτήσει σταθερούς και μόνιμους νέους συμμάχους στα μεσαία στρώματα. Δεν χάνει επειδή την «έφαγε» η εκ μέρους της υποστήριξη της πολυπολιτισμικότητας ή η αδυναμία της να εκφράσει τον «πατριωτισμό» και το Εθνος, αλλά η αδυναμία της να μιλήσει για την ανοδική κινητικότητα με νέους όρους. Δεν κατόρθωσε να κάνει την παγκοσμιοποίηση αφήγηση της συμμαχίας της με τα μεσαία στρώματα στη βάση αριστερών πολιτικών που εστιάζουν στα κέντρα των κοινωνιών. Παρακολουθούσε, αλλά δεν προγραμμάτιζε την παγκοσμιοποίηση.
Αν όμως αυτοί οι ηγέτες σκάλιζαν λίγο την ιστορία τους, θα «θυμόνταν» πώς έπιαναν οι προηγούμενοί τους τα πλεονάσματα και πώς μετά τα μοίραζαν. Θα θυμόνταν ότι για τη Σοσιαλδημοκρατία πρωτεύουσα σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο δημιουργούνται τα πλεονάσματα, μέσω ενός κοινωνικού συμβολαίου ανάμεσα στην εργασία και στην αγορά/κεφάλαιο, και μετά ο τρόπος αναδιανομής τους με προτεραιότητα στις κοινωνικές υπηρεσίες.
Τότε οι κ.κ. Σαπέν και Πιτέλα θα έπρεπε να πουν στον κ. Τσίπρα ότι, αφού πρώτα συνεννοηθεί με τους δανειστές της χώρας, αντί επιδομάτων θα έπρεπε να «μοιράσει» αυτά τα 617 εκατομμύρια, και περισσότερα αν είχε, αλλά όχι σε επιδόματα. Θα έπρεπε για παράδειγμα να κοιτάξει την επιεικώς ελλιπή λειτουργία των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας στα νοσοκομεία και να εστιάσει εκεί. Ή να κοιτάξει μήπως η έλλειψη φαρμάκων και τμημάτων χημειοθεραπείας για τους πάσχοντες με χρόνια νοσήματα οδηγεί σε απόγνωση τους ίδιους και τους συγγενείς τους και να έδινε εδώ τα χρήματα. Ή να κοιτούσε μήπως χρειάζονται να κτιστούν οίκοι διαβίωσης για άτομα με ειδικές ανάγκες που όταν μένουν μόνα τους δεν έχουν πού και πώς να ζήσουν. Ή να ενίσχυε τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, όπου υπάρχουν πραγματικά υποδειγματικοί εκπαιδευτικοί με μεράκι για τη δουλειά τους. ΄Η να μετατρέψει σε σχολεία εγκαταλελειμμένα κτίρια, όπως έκανε με τη Βίλα Αμαλία ο δήμαρχος Αθηναίων κ. Καμίνης. Ή να προσλάβει νοσοκόμες. Ή να ενισχύσει τη Βοήθεια στο Σπίτι. ‘Η… ή… πόσα ή. Αυτή η Σοσιαλδημοκρατία θα έλεγε στον κ. Τσίπρα ότι η λειτουργία των κοινωνικών υπηρεσιών έχει πολλαπλασιαστικά αναπτυξιακά αποτελέσματα για τα ασθενέστερα στρώματα σε σχέση με τα εφάπαξ επιδόματα προς αυτά.
Η κυβέρνηση προτείνοντας επιδόματα αντί υπηρεσίες έδωσε στην Κεντροαριστερά τη δυνατότητα να κάνει πραγματική αντιπολίτευση, τής έδωσε την μπάλα να παίξει στο γήπεδό της ξεκινώντας με πέναλτι. Αυτή, με τον φόβο μήπως κατηγορηθεί ως ουρά του Σόιμπλε και του Μητσοτάκη, αποφάσισε να μείνει στο γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ κτυπώντας πλάγιο άουτ στην περιοχή της.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη έβγαλε ανακοίνωση στο πνεύμα της Σοσιαλδημοκρατίας που περιγράφω. «Εμείς», υποστήριζε, «σταθερά θεωρούμε ότι στη χώρα το κυρίαρχο δεν είναι μια επιδοματική πολιτική ανακύκλωσης της φτώχειας, αλλά σύγχρονες ποιοτικές υπηρεσίες στους τομείς κοινωνικής πολιτικής και προπάντων δημιουργία θέσεων εργασίας». Πολύ σωστά. Αυτό είναι μια σοσιαλδημοκρατική θέση. Μόνο που στη συνέχεια η ΔΗΣΥ ψήφισε το μοίρασμα των επιδομάτων που απέρριψε με την ανακοίνωσή της.
Θα μπορούσαμε να πούμε, κατά αναλογία με τη ρήση για την Ελλάδα του καλύτερου πρωθυπουργού της μεταπολεμικής Ελλάδας, του σοσιαλδημοκράτη Κώστα Σημίτη, ότι αυτή είναι η ελληνική Κεντροαριστερά. Επειδή όμως μπορεί να υπάρξει κάτι καλύτερο απ’ αυτό, χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα νέο κόμμα, με νέο όνομα, νέα σύμβολα διαφορετικά από αυτά των συνιστωσών του, πρόγραμμα, εκλεγμένη ηγεσία. Σίγουρα μια τέτοια ενοποίηση χωρίς τη συμμετοχή ΔΗΣΥ και Ποταμιού είναι ημιτελής.
Οι κομματικές και οι υπόλοιπες συνιστώσες μπορούν να μη διαλυθούν –προσωπικά εύχομαι το αντίθετο –έως ότου η επιτυχία ή όχι αυτού του κόμματος αποφασίσει για το μέλλον τους. Αλλά στο νέο κόμμα θα υπάρχουν μόνο τάσεις, όχι άλλα κόμματα. Ιδρυτική πράξη του οποίου θα είναι η προτεραιότητα των κοινωνικών υπηρεσιών έναντι των εφάπαξ επιδομάτων. Αυτό θα είναι το Μπαντ Γκόντεσμπεργκ και Επινέ συνάμα του νέου κόμματος.
Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ