Το κατώφλι των 10 εκατομμυρίων αναμένεται να περάσει τον επόμενο μήνα ο πληθυσμός της Σουηδίας. Και σε επτά μόλις χρόνια, το 2024, αναμένεται να φθάσει τα 11 εκατομμύρια. Αν οι προβλέψεις των ειδικών επαληθευθούν θα πρόκειται για την ταχύτερη αύξηση πληθυσμού στην Ιστορία. Ηδη όμως στη σκανδιναβική χώρα ο αριθμός των κατοίκων αυξάνεται με ρυθμό-ρεκόρ. Και αυτό όχι μόνο χάρη στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Χάρη και στην αύξηση του αριθμού των οικονομικά ενεργών πολιτών.
Η αύξηση του εργατικού δυναμικού, άλλωστε, εξηγεί σε έναν μεγάλο βαθμό και τον αναπτυξιακό καλπασμό της οικονομίας της χώρας. Και, όπως επισημαίνουν οι δημογράφοι, βοηθά την κυβέρνηση της Στοκχόλμης να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού (ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό πρόβλημα, εκφυλισμός του κοινωνικού κράτους, δημοσιονομικές εκτροπές) κατά τρόπο αποτελεσματικότερο συγκριτικά με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες της Δύσης.
Πώς τα καταφέρνει η Σουηδία να αυξάνει τον πληθυσμό της; Τα καταφέρνει με δύο τρόπους: πρώτον, δίνοντας στους νέους κίνητρα για να τεκνοποιήσουν (επιδόματα τέκνων, δωρεάν βρεφονηπιακοί και παιδικοί σταθμοί, φύλαξη μαθητών στα σχολεία κτλ.) και, δεύτερον, οργανώνοντας τη συντεταγμένη ένταξη ξένων μεταναστών και προσφύγων στον κοινωνικό και οικονομικό ιστό της χώρας. Κάνοντας, δηλαδή, ό,τι δεν κάνει η Ελλάδα δυόμισι δεκαετίες τώρα. Ο,τι δεν άρχισε να κάνει η χώρα μας αμέσως μετά τα νεύματα του επιστρέφοντος από περιοδεία στην Αλβανία τότε υπουργού Εξωτερικών προς τους ζητωκραυγάζοντες γηγενείς να ακολουθήσουν την υπουργική λιμουζίνα και να περάσουν και αυτοί τα σύνορα στην Κακαβιά προς την Ελλάδα.
Το αντιπαράδειγμα
Βορειοηπειρώτες και βέροι Ιλλυριοί εισερχόμενοι στο ελληνικό έδαφος αντιμετωπίστηκαν συλλήβδην στην καλύτερη περίπτωση ως υποζύγια προς εκμετάλλευση και στη χειρότερη ως εγκληματίες εν αναμονή. Σε καμία περίπτωση το ελληνικό κράτος δεν τους αντιμετώπισε ως οικονομικούς μετανάστες. Και η κοινωνία υιοθέτησε την επίσημη «γραμμή», την οποία σε ένα βαθμό επέβαλε –υπάρχει πάντοτε ανατροφοδότηση σε τέτοιες πρακτικές.
Την ίδια υποδοχή είχαν και μετανάστες από τις άλλες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης που εισήλθαν στην Ελλάδα μετά την κατάρρευση του αλήστου μνήμης «σιδηρού παραπετάσματος» και επίσης μετανάστες από τη Νοτιοανατολική Ασία. Εμβληματική είναι η περίπτωση με τους αδήλωτους και ανασφάλιστους Ινδούς που αποκαλύφθηκε ότι είχε παρανόμως στη δούλεψή του ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας της χώρας το τόσο μακρινό αλλά και τόσο χαρούμενο έτος 2007…
Πώς λέμε Ελλάδα; Καμία σχέση! Στις ανεπτυγμένες κοινωνικά, οικονομικά, θεσμικά και πολιτισμικά χώρες της Βόρειας Ευρώπης η αύξηση του ενεργού πληθυσμού –των φορολογουμένων δηλαδή –αποτελεί ευλογία. Χάρη στα κίνητρα προς τους νέους γονείς η Γαλλία είναι η ευρωπαϊκή χώρα με τις υψηλότερες κατά (γυναικεία) κεφαλήν γεννήσεις. Αλλά και στη Γερμανία, όπου οι νέοι παραμένουν ακόμα πολύ διστακτικοί σε ό,τι αφορά την τεκνοποίηση, η κυβέρνηση της Ανγκελα Μέρκελ έχει εδώ και χρόνια θέσει ως στόχο την υποδοχή 500.000 ξένων μεταναστών ετησίως!
Μιλάμε για μισό εκατομμύριο μετανάστες ετησίως! Τόσους έχει ανάγκη η χώρα για να διατηρήσει το γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας και κοινωνικής προστασίας που απολαμβάνουν σήμερα οι γηράσκοντες Γερμανοί. Παρεμπιπτόντως πέρυσι, λόγω της προσφυγικής κρίσης, η Γερμανία έκανε μια «μικρή» υπέρβαση υποδεχόμενη μέσα σε ένα μόνο 12μηνο περίπου 900.000 πρόσφυγες και μετανάστες. Δεν μπορεί παρά να παραδεχθεί κανείς την πολιτική γενναιότητα της καγκελαρίου και σύσσωμης της γερμανικής κυβέρνησης –ας μην ξεχνάμε ότι τους μετανάστες υποδέχονται και ενσωματώνουν στην κοινωνία τους τα παιδιά και τα εγγόνια εκείνων που αιματοκύλισαν την Ευρώπη ολόκληρη για χάρη της Αρίας φυλής.
Ευλογία τα εργατικά χέρια
Στη Σουηδία εν προκειμένω, οι έχοντες ηλικία άνω των 65 ετών αντιστοιχούσαν το 2016 στο ένα πέμπτο του συνολικού πληθυσμού, σύμφωνα με την επίσημη στατιστική υπηρεσία της χώρας. Και αν δεν αυξηθεί η εργατική δύναμη, οι υπερβαίνοντες την ηλικία αυτή που συνδέεται με τη συνταξιοδότηση των εργαζομένων στις σύγχρονες κοινωνίες το 2060 θα αντιστοιχούν στο ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού. Η σουηδική κυβέρνηση και η κοινωνία αντιδρούν με αποφασιστικότητα στην προοπτική αυτή –μωροί και μισαλλόδοξοι υπάρχουν παντού, αλλά σε ένα περιβάλλον κοινωνικής δικαιοσύνης και ισονομίας εύκολα απομονώνονται.
«Η αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας βοηθά στον μετριασμό των επιπτώσεων από την αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων. Και αυτό επειδή τα νέα εργατικά χέρια ενισχύουν την οικονομική ανάπτυξη και αυξάνουν τα φορολογικά έσοδα. Επίσης ενισχύουν τις επενδύσεις στις υποδομές και στην ανάπτυξη του δημόσιου τομέα» δήλωσε στο Bloomberg η Αννα Μπρέμαν, επικεφαλής οικονομολόγος της Swedbank AB.
Ασφαλώς η πληθυσμιακή έκρηξη φέρνει στην κυβέρνηση της Στοκχόλμης και προκλήσεις, στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί. «Ενώ ετοιμαζόμαστε να προσθέσουμε ένα ακόμα εκατομμύριο κατοίκους στη χώρα, αντιμετωπίζουμε ένα όλο και οξυνόμενο πρόβλημα στέγασης κυρίως στις μεγάλες πόλεις. Επιπλέον, διαπιστώνουμε ότι εμφανίζονται διαιρέσεις στο εργατικό δυναμικό της χώρας που πρέπει επίσης να αμβλυνθούν» σημειώνει η σουηδέζα οικονομολόγος.
163.000 μετανάστες μόνο το 2015
Η ίση μεταχείριση των δύο φύλων και τα γενναιόδωρα επιδόματα έχουν ως αποτέλεσμα οι γεννήσεις στη Σουηδία να ξεπερνούν τους θανάτους. Αλλά, σύμφωνα με τη σουηδική στατιστική υπηρεσία, η κύρια πηγή αύξησης του πληθυσμού έως το 2040 θα είναι η μετανάστευση. Ως το 2015 που ξέσπασε η προσφυγική κρίση, η χώρα είχε μια «σχετικά ανοικτή» μεταναστευτική πολιτική, όπως τη χαρακτηρίζει το Bloomberg. Τη χρονιά εκείνη, όμως, υποδέχθηκε έναν άνευ προηγουμένου αριθμό αιτούντων άσυλο: 163.000 ανθρώπους! Μιλάμε για περίπου 100.000 περισσότερους μετανάστες από όσους «διαχειρίζεται» σήμερα η Ελλάδα.
Επιπλέον, πολλοί πρόσφυγες και μετανάστες που εγκαταστάθηκαν στη Σουηδία δεν διαθέτουν τις επαγγελματικές δεξιότητες για να ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό της χώρας. Χρειάζονται εκπαιδευτικά και επιμορφωτικά σεμινάρια. «Η αύξηση του πληθυσμού είναι ευεργετική μακροπρόθεσμα, αλλά σήμερα δημιουργεί επιτακτικά προβλήματα στέγασης και εκπαίδευσης, ενώ απαιτείται προσοχή για να αντιμετωπιστούν επαπειλούμενες διακρίσεις και διαιρέσεις στο εργατικό δυναμικό της χώρας» επισημαίνει η Αννα Μπρέμαν. Εν κατακλείδι, πώς λέμε Ελλάδα; Καμία σχέση.
HeliosPlus