Ο βραβευμένος με Booker, Βρετανός συγγραφέας, κριτικός τέχνης και διανοούμενος, Τζον Μπέργκερ, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών, στο σπίτι του στο Παρίσι.
Στον ίδιο είχε απονεμηθεί το λογοτεχνικό βραβείο Μπούκερ (Man Booker Prize for Fiction) ένα σημαντικό λογοτεχνικό βραβείο που απονέμεται κάθε χρόνο για το καλύτερο έργο, γραμμένο στην αγγλική γλώσσα. Προϋπόθεση, οι βραβευμένοι να είναι πολίτες είτε της Βρετανικής Κοινοπολιτείας είτε της Ιρλανδίας.
Η επίσης βραβευμένη -με Bafta– εκπομπή του BBC, «Ways of Seeing», βασίστηκε στο διασημότερο βιβλίο του Τζον Μπέργκερ, που ο ίδιος έγραψε το 1972 και θεωρείται σημαντικό βοήθημα για τους σπουδαστές των εικαστικών τεχνών και της ιστορίας της τέχνης.
Γεννημένος στο Χάκνεϊ του βόρειου Λονδίνου από μεσοαστική οικογένεια, ο Μπέργκερ δεν σπούδασε ποτέ στο πανεπιστήμιο. Κατετάγη στον Βρετανικό Στρατό το 1944 και εστάλη στη Βόρειο Ιρλανδία. Μετά τον στρατό γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Τσέλσι.
Προτού ασχοληθεί με το γράψιμο, ο Μπέργκερ ξεκίνησε την καριέρα του ως ζωγράφος. Αργότερα έγινε κριτικός τέχνης για το New Statesman, ενώ το 1958 δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Ένας ζωγράφος του καιρού μας».
Ο Μπέργκερ έχει γράψει μελέτες για τη ζωγραφική και τη φωτογραφία, όπως είναι το «Another Way of Telling» και το «The Success and Failure of Picasso», αλλά και για την εκμετάλλευση των μεταναστών εργατών και τον αγώνα των Παλαιστινίων για την ίδρυση κράτους.
Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνεται επίσης το μυθιστόρημα «Προς τον γάμο» (1997), το «Εδώ είναι που συναντιόμαστε» (2006) και το «Από την Άιντα στον Χαβιέρ», για το οποίο ήταν και πάλι υποψήφιος για το Booker το 2008.
Στα 89 του χρόνια εξέδωσε μία συλλογή από δοκίμια με τίτλο: «Confabulations». Πέρυσι κυκλοφόρησε επίσης το ντοκιμαντέρ, με τίτλο «The Seasons in Quincy: Four Portraits of John Berger», στο οποίο παρουσιάζεται η ζωή και το έργο του, σε παραγωγή της Βρετανής ηθοποιού Τίλντα Σουίντον.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, όταν ο Μπέργκερ τιμήθηκε με το βραβείο Booker το 1972 για το βιβλίο «G Το ταξίδι», δώρισε το μισό πόσο του χρηματικού επάθλου στην επαναστατική, αφροαμερικανική ριζοσπαστική οργάνωση «Μαύροι Πάνθηρες», για την οποία είπε πως απηχούσε περισσότερο τις πολιτικές του απόψεις.