Τέταρτος κρίσιμος παράγοντας ήταν η αποδυνάμωση της τεχνολογικής αλλαγής ως μοχλού υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης. Σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες η ανάπτυξη συνδέθηκε από τις αρχές του 1970 με μια συστηματική προώθηση της τεχνολογικής αλλαγής, της γνώσης, των επενδύσεων σε νέους κλάδους.
Τεχνολογική πρόοδος και καινοτομία θα διασφάλιζαν υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης και τη διατήρηση της σχετικής υπεροχής των χωρών αυτών. Σήμερα διαπιστώνεται ότι η στρατηγική αυτή είναι μεν σημαντικό εργαλείο, όμως αντιμετωπίζει όρια που διαψεύδουν τις ως τώρα προσδοκίες. Ενα κεντρικό ερώτημα που πλανάται σήμερα είναι γιατί παρά τις τεχνολογικές εξελίξεις η παραγωγικότητα εξελίσσεται τόσο αργά ή σημειώνει και αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής. Είναι σαφές ότι η μεγέθυνση πρέπει να βρει νέα στηρίγματα και η αναζήτηση εναλλακτικών στρατηγικών – αν υπάρχουν – έχει πλέον επιτακτικό χαρακτήρα.
Συνολικά, από περισσότερες αφετηρίες οδηγούμαστε στο ίδιο αποτέλεσμα: χαμηλή ανάπτυξη, στασιμότητα εισοδημάτων και βιοτικού επιπέδου σε συνδυασμό με ισχυρότερες ανισότητες, συμπιεσμένες κρατικές δυνατότητες για παροχές και κοινωνική δυσαρέσκεια ενός σημαντικού τμήματος των κοινωνιών, το οποίο αν και εξακολουθεί να βρίσκεται στην κορυφή της εισοδηματικής πυραμίδας, βλέπει να χάνονται οι παλαιές καλές ανοδικές εποχές.
Η ιστορική μετάβαση πολλών χωρών από συνθήκες στασιμότητας ή εξαθλίωσης σε τροχιά ανάπτυξης είναι μη αναστρέψιμη. Μορφές επιλεκτικής προστασίας απέναντι στον διεθνή ανταγωνισμό μπορεί να δημιουργήσουν παραπλανητικές εντυπώσεις στην εύπιστη κοινή γνώμη, αλλά όχι να αλλάξουν την ιστορική αναστροφή που εξελίσσεται. Παρ’ όλα αυτά, το επόμενο διάστημα, οι ΗΠΑ θα βάλουν πιθανότατα σε κίνηση μια σκληρή πολιτική πολλαπλών πιέσεων απέναντι στην Κίνα, με στόχο τη συστηματική δημιουργία σκληρών εμποδίων στην ανοδική της εξέλιξη και «για να πάρει πίσω τις θέσεις εργασίας και τον πλούτο που η Κίνα έκλεψε από τις ΗΠΑ». Οσο η παγκοσμιοποίηση επαγγελλόταν ότι θα ευνοήσει όλους – πλούσιουςκαι αδυνάμους – ήταν το Καλό.
Οταν φάνηκε ότι πράγματι οδηγεί στο αποτέλεσμα αυτό, παίρνει στην οπτική των εμπνευστών της και των συνοδοιπόρων της τη μορφή του Κακού που τους απειλεί.
Η πρώτη ανατροπή είναι ένα «δεδομένο». Αντίθετα, οι λοιπές τρεις δεν είναι. Για να αντιμετωπιστούν όμως οι πιέσεις αυτές, πρέπει να απαντηθούν θεμελιώδη ερωτήματα, όπως πώς ενισχύεται η παραγωγική βάση των χωρών που συμπιέζονται, πώς επιτυγχάνεται ανάπτυξη κάτω από νέες συνθήκες, πώς διασφαλίζονται η απασχόληση και το επίπεδο ευημερίας και πώς θα διανέμεται διαφορετικά το όφελος από την ισχνή αύξηση του ΑΕΠ ή το κόστος από μια συρρίκνωσή του.
Για τις πιο αδύναμες κοινωνίες που απέτυχαν να διατηρήσουν τη θέση τους ακόμα και στην προηγούμενη «τάξη πραγμάτων» το πρόβλημα είναι εκρηκτικό. Ο τρόπος για να μην πέσουν χαμηλότερα είναι να κατανοήσουν τις αδυναμίες, τα λάθη και τα αίτια που τις οδηγούν προς τα κάτω και να επιλέξουν τι θέλουν. Διαφορετικά, η πραγματικότητα θα τις οδηγεί σε συνεχή συμπίεση μισθών, κερδών, ΑΕΠ και μεριδίου του κράτους (φόροι). Γενικότερα, η θέση κάθε κοινωνίας στο νέο σκηνικό εξαρτάται από την αντίληψη που έχει για τον κόσμο γύρω της, τη συλλογική ευφυΐα και τον τρόπο λειτουργίας της σε έναν περιβάλλον που αλλάζει διαρκώς, την υπέρβαση εμπεδωμένων συμφερόντων και την ικανότητα επινόησης νέων στρατηγικών μετεξέλιξής της κάτω από τις σύγχρονες συνθήκες. Η στρατηγική τής αυτοθυματοποίησης δεν οδηγεί πουθενά. «Η πεποίθηση μιας κοινωνίας ότι δεν εξουσιάζει το μέλλον της και ότι είναι θύμα των καιρών είναι ο θεμέλιος λίθος για να παραμείνει θύμα».
Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι πρώην υπουργός.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ