Από λατρευτική σκοπιά, εμείς οι άνθρωποι της Δύσης παραμένουμε… ειδωλολάτρες. Τουλάχιστον αυτό υποδηλώνουν τα αγαλματίδια του Αϊ-Βασίλη που παρατάσσονται κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες στις πόλεις μας, από ποικιλόχρωμο στόκο ή πλαστικό Made in China. Και ναι μεν η πίστη των μεγάλων στον ευτραφή και γελαστούλη άγιο είναι συνωμοτικά θεατρική, αλλά των πιτσιρικάδων αγνή και μεγάλη. Το θέμα είναι ότι αναπόφευκτα, κάποια στιγμή, η πίστη αυτή στο πολικό είδωλο που διέδωσε πλανητικά η Coca-Cola γκρεμίζεται. Και το ερώτημα που μένει –και έμενε σε όλες τις γενιές, αφότου ξεκίνησε τούτη η ιστορία –είναι το τι ψυχικά τραύματα αφήνει τελικά στους ανθρώπους η αποκαθήλωση του παιδικού «θεού των παιχνιδιών».
Ανακάλυψη ή αποκάλυψη;
Από επιστημονική σκοπιά, οι πρώτοι που αναζήτησαν απάντηση στο ερώτημα ήταν κάποιοι καναδοί ψυχίατροι που το 1893(!) μελέτησαν τις επιπτώσεις της αποκάλυψης της αλήθειας σε 1.500 παιδιά ηλικίας 7-13 ετών. Την ίδια ακριβώς μελέτη επανέλαβαν το 1979 ο καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μοντρεάλ Σερζ Λαριβέ (Serge Larivée) και η συνάδελφός του στο Πανεπιστήμιο της Οτάβας, Καρόλ Σενεσάλ (Carole Sénéchal). Από την ανάλυση των δεδομένων των δύο μελετών προκύπτει ότι ποσοστό παιδιών μεγαλύτερο του 46% το 1896 και του 44% το 1979 ανακάλυψε μόνο του σταδιακά ότι ο Αϊ-Βασίλης δεν υπάρχει. Από εκείνα που το έμαθαν από άλλους, μόνο το 25% των παιδιών του 1896 το έμαθε κατευθείαν από τους γονείς του, ενώ το 1979 η γονεϊκή ομολογία είχε φθάσει στο 40%.
Το ποσοστό εκείνων που βίωσαν ισχυρή απογοήτευση μετά την αποκάλυψη ήταν 22% το 1896 και 39% το 1979. Οσο για το πόσα από τα παιδιά ένιωσαν εντελώς «προδομένα από τους γονείς τους» από την όλη διαχρονική συμπαιγνία, ήταν 2% το 1896 και 6% το 1979. Αλλά η πιο μεγάλη διαφορά μεταξύ των αποτελεσμάτων των δύο όμοιων μελετών εντοπίζεται στο εξής: Το 1896, ποσοστό 54% των γονέων δήλωσαν ότι συντηρούσαν τον μύθο του Αϊ-Βασίλη επειδή αυτός έκανε τα παιδιά τους ευτυχισμένα. Το 1979 το ποσοστό αυτό είχε ανέβει στο 73% και, σε κατοπινή μέτρηση του 2000, έφθασε το 80%!
Η ιεροτελεστία της αποκαθήλωσης
Διατυπώνοντας τα συμπεράσματά τους, οι Λαριβέ και Σενεσάλ είπαν: «Σταθερό εξαγόμενο των δύο μελετών ήταν ότι τα παιδιά ανακάλυπταν γενικά μέσα από τις δικές τους παρατηρήσεις και εμπειρίες ότι δεν υπάρχει Αϊ-Βασίλης και οι γονείς τους επιβεβαίωναν την ανακάλυψή τους. Το παιδί ρωτούσε τους γονείς του, για παράδειγμα, πώς ο Αϊ-Βασίλης μπαίνει στο σπίτι αφού δεν υπάρχει καμινάδα; Ακόμη και αν οι γονείς έλεγαν ότι αφήνουν την πόρτα ξεκλείδωτη, το παιδί καταλάβαινε τελικά ότι ο Αϊ-Βασίλης δεν μπορούσε να είναι παντού στη Γη την ίδια νύχτα και ότι οι τάρανδοί του δεν μπορεί να είναι τόσο γρήγοροι».
«Οταν μαθαίνουν την αλήθεια τα παιδιά», συνέχισαν οι δύο μελετητές, «αποδέχονται τους κανόνες του παιχνιδιού σε σημείο ώστε να βοηθούν τους γονείς τους στο να μεταφέρουν την πίστη στον Αϊ-Βασίλη και στα μικρότερα αδέλφια τους. Αυτή η συμμετοχή τους γίνεται τρόπον τινά η ιεροτελεστία της συνειδητοποίησης ότι τα ίδια δεν είναι πλέον μωρά».
Το πότε συμβαίνει αυτή η συνειδητοποίηση είναι κατά τους μελετητές κάτι που επέρχεται σταδιακά, καθώς τα παιδιά πλησιάζουν στην ηλικία που η λογική του καθενός τους νικά τον παραλογισμό της φαντασίας. Ο Λαριβέ τόνισε χαρακτηριστικά: «Η γνωστική ωριμότητα και το επίπεδο της σκέψης που θα επέτρεπε σε ένα επτάχρονο να κάνει διάκριση μεταξύ του φανταστικού και της πραγματικότητας είναι ακόμη ανεπαρκής για να το πείσει να εγκαταλείψει τον μύθο». Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι τα μισά από τα παιδιά αυτής της ηλικίας –σύμφωνα με σχετική μελέτη του 1980 –εξακολουθούν να πιστεύουν στον Αϊ-Βασίλη.
Συνοπτικά, οι δύο μελετητές του 1979 συμπέραναν ότι δεν είναι επιβλαβές να συντηρούμε τον μύθο για όσο συνεχίζει να αρέσει αυτός στα παιδιά, αλλά έμειναν με ένα ακόμη βαθύτερο ερώτημα: «Αν τα παιδιά αποδίδουν στον Αϊ-Βασίλη υπερφυσικές δυνάμεις, όπως εκείνες που αποδίδουν στον Θεό, γιατί όταν σταματούν να πιστεύουν στον Αϊ-Βασίλη συνεχίζουν να πιστεύουν στον Θεό;».
Ιδιοτελές το «λευκό ψεύδος» των γονιών;
Είναι βέβαιο ότι απάντηση στο τελευταίο αυτό ερώτημα θα έσπευδαν ευχαρίστως να δώσουν οι θεολόγοι, αλλά εμείς θα δώσουμε τη σκυτάλη στην πιο πρόσφατη επιστημονική προσέγγιση του θέματος Αϊ-Βασίλης, που δημοσιεύθηκε μόλις στο έγκυρο περιοδικό The Lancet Psychiatry, υπό τον τίτλο «Ενα υπέροχο ψέμα» (A wonderful lie). Εκεί, ο καθηγητής Ψυχολογίας στο βρετανικό Πανεπιστήμιο του Εξετερ Κρίστοφερ Μπόιλ (Christopher Boyle) και η ερευνήτρια ψυχικής υγείας στο αυστραλιανό Πανεπιστήμιο της Νέας Αγγλίας Κάθι Μακέι (Kathy McKay) συμπέραναν ότι, παρότι επικίνδυνο, έχουμε να κάνουμε με ένα… «λευκό ψέμα». Δηλαδή, με ένα ψέμα όπου ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Διαβάζοντας το άρθρο τους, βλέπεις διαρκώς τη λεπτή κόκκινη γραμμή που κινδυνεύουν να ξεπεράσουν οι γονείς με το ψέμα του κοκκινοντυμένου παππούλη: «Το κίνητρό τους», λένε οι ερευνητές, «δεν είναι απαραίτητα η επιθυμία προσφοράς μαγικού κλίματος στα παιδιά τους, αλλά η επιθυμία να επιστρέψουν οι ίδιοι στη χαρά της δικής τους παιδικής ηλικίας». Η δρ Μακέι τονίζει ότι «η εμμονή της φαντασίωσης σε ιστορίες όπως ο Χάρι Πότερ, οι Πόλεμοι των Αστρων και ο Δόκτωρ Who, ακόμη και πολύ μετά την ενηλικίωση δείχνει τη λαχτάρα έστω και σύντομης αναβίωσης της παιδικής ηλικίας. Πολλοί άνθρωποι αναπολούν μια εποχή που η φαντασία τους γινόταν δεκτή και ενθαρρυνόταν, πράγμα που δεν συμβαίνει κατά την ενήλικη ζωή».
Κάτι τέτοιο όμως ενδέχεται να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των παιδιών στους γονείς: «Αν είναι σε θέση να πουν ψέματα για κάτι το τόσο ιδιαίτερο και μαγικό», λένε, «πώς μπορεί το παιδί να συνεχίσει να τους εμπιστεύεται ως θεματοφύλακες της σοφίας και της αλήθειας; Τα παιδιά, τελικά, θα ανακαλύψουν ότι τους έλεγαν συνεχώς ψέματα για χρόνια και αυτό μπορεί να τα κάνει να αναρωτηθούν τι άλλα ψέματα τους έχουν πει. Το αν είναι σωστό να κάνουμε τα παιδιά να πιστεύουν σε Πατέρα των Χριστουγέννων είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα», σημειώνουν, «αλλά εξίσου ενδιαφέρον είναι το ερώτημα αν μια τέτοια μας επιλογή θα επηρεάσει τα παιδιά με τρόπους που δεν έχουν ληφθεί υπόψη».
Η κατασκοπεία του Βόρειου Πόλου
Επίσης, οι Μπόιλ και Μακέι λένε ότι βρίσκουν τρομακτική την ιδέα που καλλιεργείται στα παιδιά μας ότι μια υπηρεσία πληροφοριών από τον Βόρειο Πόλο τα παρακολουθεί όλον τον χρόνο για να κρίνει αν ήταν κακά ή καλά παιδιά. «Η ηθική τού να κάνουμε τα παιδιά να πιστεύουν σε τέτοιους μύθους πρέπει να αμφισβητηθεί» δήλωσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής Μπόιλ. Προφανώς οι εν λόγω ερευνητές δεν έχουν ακουστά το τι λέμε στα παιδιά μας ότι… κάνει ο Θεός. Οπως επίσης το ότι συμφωνεί απόλυτα μαζί τους ο αθεόφοβος γενετιστής της Οξφόρδης, Ρίτσαρντ Ντόκινς (Richard Dawkins), ο οποίος όμως το 2014 αναθεώρησε λέγοντας ότι η αποκαθήλωση του Αϊ-Βασίλη είναι χρήσιμη στα παιδιά επειδή τα προπονεί για την αποκαθήλωση κάθε τι του υπερφυσικού!
Προς το τέλος του άρθρου τους οι δύο συγγραφείς μάς τα γυρνάνε, αποδεχόμενοι ότι το να πούμε ψέματα στα παιδιά ίσως είναι κάποιες φορές σωστό: «Το να παρηγορήσει κανείς ένα παιδί λέγοντάς του ότι το ζωάκι του που πέθανε θα πάει στον παράδεισο των ζώων είναι αναμφισβήτητα καλύτερο από το να του πει την αποκαρδιωτική αλήθεια της συμμετοχής του στον κύκλο που κάνει ο άνθρακας στον πλανήτη μας». Και καταλήγουν το δοκίμιό τους θεολογούντες: «Μήπως αυτό που συμβαίνει είναι ότι η σκληρότητα της πραγματικής ζωής απαιτεί τη φαντασίωση κάτι καλύτερου, κάτι στο οποίο να πιστέψουμε, κάτι στο οποίο να ελπίσουμε για το μέλλον ή κάτι στο οποίο να επιστρέψουμε, σε μια εδώ και καιρό χαμένη παιδικότητα σε έναν πολύ μακρινό πια γαλαξία;».
Αχ… τόσες μελέτες, τόσες έρευνες και κόποι, για να μάθουμε αυτό που γνωρίζαμε ανέκαθεν: ότι αυτό που διαφοροποιεί καθημερινά τον σκληρά εργαζόμενο άνθρωπο από το σκληρά εργαζόμενο μυρμήγκι είναι ότι ο πρώτος μπορεί να ονειρεύεται. Γι’ αυτό συνεχίζει να λέει στο παιδί του ότι κάποιος παππούλης με ξωτικά τού φτιάχνει δωρεάν δώρα στον Βόρειο Πόλο και στον εαυτό του ότι… είναι τζίτζικας σε μόνιμο καλοκαίρι.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ