Στο μέτωπο της Ηπείρου, στη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, η Πρωτοχρονιά είναι μια συνηθισμένη ημέρα μετακινήσεων, αναμονής και αγωνίας. Στο Ημερολόγιο Εκστρατείας του, ο λοχαγός του Πυροβολικού Νικόλαος Πετιμεζάς (1872-1952), απόγονος αγωνιστών της Επανάστασης από τα Καλάβρυτα, αργότερα γνωστός και με το φιλολογικό ψευδώνυμο Λαύρας, την Τρίτη 1η Ιανουαρίου 1913, ευρισκόμενος στα Πεστά της Ηπείρου, σημειώνει: «Χθες ο Διοικητής μετά τόσας διαταγάς μου εκοινοποίησεν επί τέλους Διαταγήν Αρχηγείου και IV Μεραρχίας, δι’ ης αποσπώμαι παρά τω υποστρ. Μοσχοπούλω. … Την 9 μετά το συσσίτιον των ανδρών διέταξα εκκίνησιν. Η πορεία εγένετο διά Μούλες, Βορ. Λυγάτορα. Επιπτον μικραί νιφάδες χιόνος, και η ατμόσφαιρα ήτο παγετώδης. Εφθάσαμεν τέλος εις Πεστά την 11 ότε διέταξα θέσιν αναμονής. … Περί σχεδίου ουδέν γνωρίζομεν άλλο ή ότι η επίθεσις πρόκειται μάλλον εκ του δεξιού να γείνει σθεναρά. Τα Πυροβολεία θα απασχολήσουν το Μπιζάνι. … Σταθμός αναχορηγίας πυροβολαρχιών μας εις Πεστά. Το μικρό αυτό χωριό εντελώς ανέπαφον έχει 400 κατοίκους περίπου, μερικάς οικίας καλάς. Εν γένει η διαμονή εκεί με έκαμε να λησμονήσω τας στενοχώριας. Η νυξ παρήλθεν εντελώς ήσυχος. Οι άνδρες πίνουν και παίζουν επί τη 1 του έτους. Πότε θα τελειώση, Θεέ μου, πλέον αυτή η κατάστασις η παρατεινομένη αηδώς, άνευ σκοπού και εξαντλούσα τους άνδρας σωματικώς και ηθικώς…».
Λίγες μέρες αργότερα, στις 5 Ιανουαρίου, σε επιστολή στη σύζυγό του Ελένη, κατόπιν νέας μετακίνησης ΒΔ του χωριού Νίστορα, γράφει: «… φαίνονται τα Ιωάννινα και η λίμνη με τα χιονισμένα βουνά κατοπτριζόμενα καθώς και το μαγευτικό νησάκι του Αλή πασά. Να δούμε πόσον θα μας βασανίση ακόμη. Λέγεται ότι απεφασίσθη γενική επίθεσις αλλά βλέπω ότι διστάζουν και όλο αναβάλλουν από ημέρας εις ημέραν. … Σήμερον το πρωί ο παπάς επέρασε απ’ όλας τας θέσεις και προηγίασεν τα στρατόπεδα. Ητο κατανυκτικότατη η περιφορά μέσα εις τους φάραγγες και τας χαράδρας και τας κορυφάς…». Ενάμιση μήνα αργότερα, στις 20 Φεβρουαρίου, οι περιπέτειές του παίρνουν τέλος. Ο Εσάτ Πασάς, με επιστολή του στον διάδοχο Κωνσταντίνο, παραδίδει τα Γιάννενα και το Μπιζάνι. Στις 22 Φεβρουαρίου οι πρώτες μονάδες του ελληνικού στρατού παρελαύνουν στην πόλη υπό τις επευφημίες των κατοίκων.
Χριστούγεννα στην Κέρκυρα του 1940


Με βομβαρδισμούς αιφνιδιάζουν οι Ιταλοί τους Κερκυραίους ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1940. Σε δακτυλόγραφο έγγραφο της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας διαβάζουμε ότι κατά την ημέραν των Χριστουγέννων μερικά βρετανικά βομβαρδιστικά έρριψαν δώρα στα παιδιά της Κέρκυρας ως ένδειξη του θαυμασμού των Βρετανών για το θάρρος που επέδειξαν οι κάτοικοι του νησιού εν όψει των σφοδρών και συνεχών εχθρικών επιθέσεων και για την ευγένεια που επέδειξαν στους βρετανούς αεροπόρους οι οποίοι αναγκάστηκαν να προσγειωθούν στο νησί. Ομως, ύστερα από λίγες ώρες, «η ανοχύρωτος Κέρκυρα εβομβαρδίσθη σφοδρώς υπό των Ιταλών, τοιούτον δε έγκλημα διαπραχθέν κατά την ημέραν των Χριστουγέννων είναι χαρακτηριστικόν του βαρέος αντικαθολικού πνεύματος του Φασισμού, ο οποίος είχε μέχρι στιγμής βεβηλώση τρεις εκ των αγιωτέρων ημερών του εκκλησιαστικού ημερολογίου…».
«Γαλοπούλα α λα Τομπρούκ γαρνιρισμένη με φρέσκο Στρατηγό Μοντγκόμερι»


Σε πολεμικά συμφραζόμενα αλλά σε εύθυμη εορταστική ατμόσφαιρα εξελίσσεται το δείπνο των Χριστουγέννων του 1942 στο πολυτελές ιστορικό ξενοδοχείο «Winter Palace» στο Λούξορ, στις όχθες του Νείλου, όπου καταλύουν διακεκριμένοι αιγυπτιολόγοι, ξένοι διπλωμάτες και δημοσιογράφοι. Η αρχή γίνεται με απεριτίφ «Κοκτέιλ της RAF χωρίς αλκοόλ» και το μενού συνεχίζει με πιάτα με ευρηματικές ονομασίες, εμπνευσμένες από τις νικηφόρες πολεμικές επιχειρήσεις των Συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα κυρίως πιάτα περιλαμβάνουν «Παραδοσιακή γαλοπούλα α λα Τομπρούκ, γαρνιρισμένη με φρέσκο Στρατηγό Μοντγκόμερι» και «Φουά γκρα α λ’ αμερικέν αρωματισμένο με κρασί Ελεύθερης Γαλλίας». Ο σεφ συστήνει: «Μη χάσετε την περίφημη ρώσικη σαλάτα α λα Στάλινγκραντ» και το επιδόρπιο «Πουτίγκα φλαμπέ στις φλόγες της Νίκης».
Ναυτικές ευχές από την «Πίνδο»


«Καλά Χριστούγεννα και Ευτυχές το νέον έτος», στα ελληνικά και στα αγγλικά, διαβάζουμε στην ευχετήρια κάρτα του πλοίου «Πίνδος» του Πολεμικού Ναυτικού. Το εμπροσθόφυλλο της κάρτας κοσμεί ο θυρεός του πλοίου, που απεικονίζει τη σημαία του ελληνικού βασιλείου με ένα τσαρούχι στο κέντρο. Το αντιτορπιλικό «Πίνδος», κατασκευασμένο στο Νιουκάσλ της Βρετανίας το 1940-1942, παραχωρήθηκε με δανεισμό από το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό στο Ελληνικό Ναυτικό στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η παραλαβή του έγινε στην Αγγλία, στις 3 Ιουνίου 1943, από τον αντιπλοίαρχο Βασίλειο Κύρη, ο οποίος ανέλαβε κυβερνήτης του πλοίου. Το «Πίνδος» συμμετείχε σε επιχειρήσεις στη Μεσόγειο, στον αποκλεισμό της Τύνιδας, στην απόβαση στο Σαλέρνο, στην απόβαση στη Νότια Γαλλία. Στην ανταρσία του Απριλίου του 1944 στη Μέση Ανατολή, στο αντιτορπιλικό πλοίο «Πίνδος», που βρισκόταν αγκυροβολημένο στην Αλεξάνδρεια, οι ναύτες κυριολεκτικά πέταξαν στη θάλασσα τους αξιωματικούς τους. Μετά τον πόλεμο το πλοίο συμμετείχε σε επιχειρήσεις του Εμφυλίου και επιστράφηκε στους Βρετανούς το 1959. Η ευχετήρια κάρτα απόκειται στο Αρχείο του κυβερνήτη του πλοίου Βασίλη Κύρη, αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού, ο οποίος αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του αντιναυάρχου το 1953. Ηταν πατέρας της ελληνίστριας και μεταφράστριας του Γ. Σεφέρη, του Μ. Αναγνωστάκη, του Β. Βασιλικού, Μαίρης Κύρη-Keeley, συζύγου του νεοελληνιστή και μεταφραστή του Πρίνστον Edmund Keeley, ο οποίος μετά τον θάνατό της το 2012 παραχώρησε το αρχείο του πατέρα της στο Μουσείο Μπενάκη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ