Mathias Enard
Πυξίδα
Μετάφραση Σοφία Διονυσοπούλου.
Εκδόσεις Στερέωμα, 2016,
σελ. 472, τιμή 22 ευρώ
Αρκετό καιρό πριν τιμηθεί για το έτος 2015 με το Βραβείο Goncourt, την υψηλότερη λογοτεχνική διάκριση στη Γαλλία, το έγκριτο περιοδικό «L’Obs» (έτσι ονομάζεται πλέον το ιστορικό έντυπο «Le Nouvel Observateur») δημοσίευσε ένα εκτεταμένο άρθρο υπό τον τίτλο: «Ματιάς Ενάρ, ο νέος Μπαλζάκ». Αφορμή ήταν το τελευταίο του μυθιστόρημα υπό τον τίτλο «Boussole». Αν ήμουν στη θέση σας, είπα στον 44χρονο γάλλο συγγραφέα, δεν ξέρω αν θα έπρεπε να κολακευτώ ή να αγχωθώ. «Είναι αυτονόητο ότι η σύγκριση αυτή στερείται νοήματος. Ο Μπαλζάκ ήταν ένας, και αυτός ήταν ο Ονορέ… Αλλά ο Μπαλζάκ είναι και ένα από τα πρόσωπα της Πυξίδας. Προφανώς από εκεί πηγάζει η παρεξήγηση. Ο Μπαλζάκ (ο συγγραφέας, το ιστορικό πρόσωπο) είναι απολύτως γοητευτικός και, ως τέτοιον, τον τιμώ. Είναι παράξενο να σε συγκρίνουν με τους δασκάλους σου… Πόσο μάλλον που τα λογοτεχνικά ενδιαφέροντά μου είναι τόσο διαφορετικά από εκείνα του Μπαλζάκ. Πρώτα απ’ όλα επειδή βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα και όχι στον 19ο, κι έπειτα επειδή, γεωγραφικά μιλώντας, ο κόσμος που με συναρπάζει απέχει πολύ από τον δικό του. Είμαι πολύ πιο μεσογειακός από ό,τι ο Μπαλζάκ» απάντησε ο Ματιάς Ενάρ, μιλώντας αποκλειστικά στο «Βήμα». Η «Πυξίδα» του (έξοχα μεταφρασμένη από την Σοφία Διονυσοπούλου) είναι ένα απολαυστικό κείμενο για τους ακατάλυτους πολιτισμικούς δεσμούς Δύσης και Ανατολής.
Υστερα από τόσα χρόνια συστηματικής ενασχολήσης με τον πολιτισμό της Μεσογείου και της Ανατολής, κάτι που έχει ενσωματωθεί στη λογοτεχνία σας, πού εντοπίζετε σήμερα την τις απαρχές αυτού του αμείωτου ενδιαφέροντος;
«Ο Φερνάν Μπροντέλ, ο μεγάλος γάλλος ιστορικός της Μεσογείου, έλεγε: «Αγάπησα παθιασμένα τη Μεσόγειο, ίσως επειδή είμαι άνθρωπος του Βορρά». Κι εγώ ίσως να παθιάστηκα με την Ανατολή επειδή προέρχομαι από μια κωμόπολη στα δυτικά της Γαλλίας, κοντά στον ωκεανό. Θυμάμαι ότι το πρώτο βιβλίο που δανείστηκα από τη δημόσια βιβλιοθήκη, όταν ήμουν 7 ή 8 χρονών, ήταν οι Χίλιες και μία νύχτες. Ένα τεράστιο βιβλίο, που ασφαλώς δεν το διάβασα -μου αρκούσε να κοιτάζω τις εικόνες… Τις εικόνες με τα τζίνι, τις πριγκίπισσες, τις μάγισσες, τους χαλίφηδες, τα τζαμιά… Μια αφετηρία για το όνειρο! Στη συνέχεια, φυσικά, παθιάστηκα κι όταν συναντήθηκα με την ίδια την πραγματικότητα στις χώρες εκείνες. Από τα παιδικά όνειρα μέχρι τα ταξίδια του ενήλικου μεσολαβεί ένας ολόκληρος κόσμος. Αλλά και η δημιουργία δεν είναι ένα κομμάτι ονείρου κι ένα κομμάτι παιδικότητας;»
Ο δυσοίωνα άγρυπνος αφηγητής σας, ο μουσικολόγος Φραντς Ρίττερ, έχει δύο μεγάλα και αλληλένδετα πάθη. Ο έρωτάς του για τη Σάρα οφείλεται, εν πολλοίς, στο ότι εκείνη είναι μια μελετήτρια του πολιτισμού της Ανατολής. Ομως και τα δύο αυτά πάθη τον αφήνουν μετέωρο. Η Ανατολή είναι κάτι αβέβαιο, ανεξιχνίαστο, φευγαλέο όπως μια γυναίκα;
«Όταν λέμε ανατολικά και Ανατολή μιλάμε πρώτα απ’ όλα για μια κατεύθυνση –για μια πορεία. Τουλάχιστον εξίσου άπιαστη με το αντικείμενο ενός έρωτα, είτε πρόκειται για γυναίκα είτε για άντρα. Η ετερότητα μας ξεγλιστράει διαρκώς∙ βαδίζουμε προς αυτήν, όπως βαδίζουμε προς το ανατέλλον φως, δίχως να μπορούμε να την αγγίξουμε ποτέ. Ισα που την διακρίνουμε. Με αυτή την έννοια, η σχέση του Φραντς με τη Σάρα λειτουργεί περισσότερο σαν μια μεταφορά της ετερότητας και της διαφορετικότητας, ως προς τον έρωτα, το ταξίδι αυτό προς τον Άλλο, παρά ως μεταφορά των σχέσεων Ανατολής και Δύσης, Ευρώπης και Μέσης Ανατολής».
Ο Φραντς Ρίττερ υποστηρίζει πως για τον μετασχηματισμό, όχι μόνο της μουσικής αλλά και των τεχνών ευρύτερα στην Ευρώπη του 19ου αιώνα, η Ανατολή υπήρξε για τη Δύση καθοριστική, ένας «καλλιτεχνικός Αλλος». Αυτό σημαίνει ότι ανέκαθεν η Ανατολή υπήρξε, πολιτισμικά μιλώντας, ο Αλλος του δυτικού κόσμου εν γένει; Κατά πόσον ισχύει αυτό εν τέλει;
«Οι δημιουργοί -ζωγράφοι, ποιητές, μουσικοί- ανέκαθεν χρησιμοποιούσαν τη διαφορετικότητα για να εμπλουτίσουν και να εξελίξουν τις ίδιες τους τις παραδόσεις. Είτε ονομάζουμε τις ρήξεις αυτές «αβάν γκαρντ» είτε «επαναστάσεις», είναι καρποί συναντήσεων ή στηρίζονται σ’ αυτές. Ο Πικάσο συναντά την αφρικανική τέχνη, και η ματιά αυτή αναστατώνει τη δουλειά του. O Ντελακρουά μεταφέρει το καβαλέτο του στο Μαρόκο και στην Αλγερία και δίνει νέο αίμα στη ζωγραφική. Ο Γκαίτε ανακαλύπτει τον Χαφέζ και γράφει το Δυτικο-ανατολικό Διβάνι. Ο Σιμανόφσκι ταξιδεύει στο Μαγκρέμπ και αλλάζει ριζικά τη μουσική του. Μπορούμε ασφαλώς να βρούμε τον Αλλο και μέσα στον ίδιον μας τον εαυτό, στην καρδιά των παραδόσεών μας ή μέσα στην κρεβατοκάμαρά μας. Αλλά το ταξίδι και η ανακάλυψη αποτελούν ολόκληρο κομμάτι της κουλτούρας του 19ου και του 20ου αιώνα. Το «Ανατολικό Ζήτημα» και το πάθος για τον Οριενταλισμό ξεκινά με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο λόρδος Βύρων, ο Ντελακρουά, ο Ουγκό, εμπνέονται από αυτές τις εξελίξεις ή και πεθαίνουν. Με τον καιρό τα σύνορα αλλάζουν. Η παγκοσμιοποίηση φέρνει κοντύτερα τόπους και συνήθειες. Είναι αλήθεια όμως ότι το Ισλάμ -και οι χώρες στις οποίες αποτελεί την κυριαρχούσα θρησκεία -αντιμετωπίζεται ως σκληροπυρηνική διαφορετικότητα στη χριστιανική γη».
Ο αφηγητής λέει πως «επαρκής μελετητής της Ανατολής δεν μπορεί να γίνει όποιος κι όποιος». Στην «Πυξίδα» ασχολείστε με τους αλλοτινούς πρωτοπόρους οριενταλιστές αλλά και με τους σημερινούς, τους επιγόνους τους. Στάθηκα στο «φαντασιακό του οριενταλιστή» και αναρωτιέμαι για τις διαφορές, των οριενταλιστών τότε και τώρα, των πραγματικών και των δικών σας στο μυθιστόρημα…
«Αυτού του τύπου ο οριενταλισμός δεν υπάρχει πια. Πρώτα απ’ όλα γιατί η οργάνωση των επιστημών στα ακαδημαϊκά ιδρύματα έχει προχωρήσει πολύ: δεν είσαι πια «ειδικός στην Ανατολή» αλλά ιστορικός, γλωσσολόγος, αρχαιολόγος που έχει μια συγκεκριμένη εξειδίκευση. Το αντικείμενο «Ανατολή» δεν υπάρχει πια ως τέτοιο. Έπειτα, η επιστημονική δραστηριότητα έχει ανοιχτεί πλέον σε ολόκληρο τον πλανήτη. Σήμερα υπάρχουν εξειδικευμένοι Τούρκοι, Ιρανοί, Αιγύπτιοι, Τυνήσιοι, Λιβανέζοι, οι οποίοι χρησιμοποιούν τις ίδιες επιστημονικές μεθόδους με τους Ευρωπαίους ή Αμερικανούς συναδέλφους τους. Στις μέρες μας, ο όρος αυτός χρησιμοποιείται όλο και πιο μειωτικά. Παρ’ όλα αυτά οι σημερινοί επιστήμονες είναι οι κληρονόμοι των χθεσινών. Τα πανεπιστήμια είναι συχνά τα ίδια: για παράδειγμα εγώ έκανα σπουδές στις «Ανατολικές Γλώσσες», που ως ξεχωριστό πεδίο αναδύθηκε τον 18ο αιώνα. Και στις έρευνές μου χρησιμοποίησα εργασίες Οριενταλιστών του 20ου αιώνα. Οσο για την αραβική γλώσσα, την έμαθα με ένα βιβλίο του οποίου οι πρώτες λέξεις ήταν «καμήλα», «φοινικιά» και «σημαία»…»
Ενας βασικός προβληματισμός στο βιβλίο σας είναι η συνεκτίμηση των «καλλιτεχνικών δικτύων» με τις «σχέσεις κυριαρχίας» ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Οι δεύτερες επισκιάζουν τα πρώτα. Η διαχρονική ύπαρξη των πρώτων, αρκεί για να αποδείξει ότι δεν υφίσταται η λεγόμενη «σύγκρουση των πολιτισμών»;
«Δεν πρέπει να βλέπουμε τις σχέσεις κυριαρχίας ως αποκλειστικές δυνάμεις, ως κάτι που θα εμπόδιζε το πέρασμα και σε άλλα επίπεδα. Στην πραγματικότητα, τα καλλιτεχνικά δίκτυα ποτέ δεν ήταν ισχυρότερα, περισσότερο ενεργά απ’ ό,τι σήμερα: πολλοί νεαροί καλλιτέχνες, προερχόμενοι από την Αλγερία ή το Λίβανο, εκθέτουν σε μεγάλα διεθνή σαλόνια. Οι Ιρανοί κινηματογραφιστές λ.χ. προβάλλονται σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι Ινδοί μουσικοί προσκαλούνται στα σημαντικότερα φεστιβάλ κ.λ.π. Ποτέ δεν μεταφράσαμε περισσότερο από τα αραβικά (προς τα αγγλικά, τα γαλλικά και τα γερμανικά, για παράδειγμα) ακόμη και αν αυτό ακόμη βεβαίως δεν αρκεί. Ιδιον της οικονομικής και στρατιωτικής κυριαρχίας είναι να επιτρέπουν ταυτόχρονα τις πολιτιστικές ανταλλαγές. Είναι το παράδοξο τουοριενταλισμού του 19ου αιώνα: αποτελεί ένα από τα όπλα κυριαρχίας της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας στη Μέση Ανατολή, όντας συγχρόνως φορέας επιστημονικών και πολιτιστικών ανταλλαγών».
«Ο αραβικός κόσμος είναι βαθιά διχασμένος» Η Σάρα έχει μια ενδιαφέρουσα θεωρία: πριν βυθιστείς στην ομορφιά πρέπει πρώτα να βυθιστείς στην άβυσσο της φρίκης. Τη συμμερίζεστε, υποθέτω…
«Είναι μια θεώρηση της τέχνης που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε μετα-Μποντλερική. Το ψοφίμι είναι ένα καλό παράδειγμα. Ή η σκηνή από Το ταξίδι στην Ανατολή του Φλομπέρ, όπου ο συγγραφέας περιγράφει ταυτόχρονα τη μυρωδιά από τις λεμονιές κι από τα πτώματα στη Γιάφα, ή ακόμη η σκηνή όπου λιώνει κοριούς στον τοίχο πλάι στο υπέροχο και γυμνό κορμί της Κιουτσούκ Χανούμ. Στον κόσμο μας δυστυχώς η ομορφιά δεν παρουσιάζεται ποτέ μονάχη. Συνοδεύεται πάντα από τη βία, τη φρίκη».
Διάβασα ένα κειμένο σας για το βιβλίο του Πολ Βεν σχετικά με την Παλμύρα. Σκέφτομαι όλη αυτή τη βαρβαρότητα του Ισλαμικού Κράτους. Σε τι φάση βρίσκεται ο αραβικός κόσμος;
«Σήμερα ο αραβικός κόσμος είναι βαθιά διχασμένος, βρίσκεται σε κρίση. Πρόκειται για μια πολιτική και κοινωνική κρίση άνευ προηγουμένου. Εδώ και 10-15 χρόνια το πολιτικό Ισλάμ έχει γίνει πρώτη δύναμη στον αραβικό κόσμο, η λαϊκή αριστερά έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Πλήθος νέων ανθρώπων υποφέρουν από τον οικονομικό μαρασμό, την ανεργία, την απουσία προοπτικών κι έτσι μπαίνουν στις τάξεις των ισλαμιστών, ακόμη και των τζιχαντιστών. Η μάχη ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος παίζεται και εδώ: στη δυνατότητα να δοθεί ξανά ελπίδα στη νεολαία, μια ελπίδα διαφορετική από τον μετά θάνατον Παράδεισο».
Και η Γαλλία;
«Μου φαίνεται ότι η Γαλλία δυσκολεύεται να πάρει μαθήματα από την πολυπολιτισμικότητά της και να την αντιμετωπίσει ως πλούτο. Αρνούμενη να δεχτεί τη διαφορετικότητα, δημιουργεί μνησικακία και βία. Προφανώς δεν είναι απλό, αλλά οι Γάλλοι πολιτικοί θα έπρεπε να προσπαθήσουν να αναχαιτίσουν το φόβο αντί να τον επιδεινώσουν… Η πολεμική ρητορική είναι κατά τη γνώμη μου σοβαρό λάθος. Δυστυχώς στη Γαλλία υπάρχει μια υπερτίμηση του φόβου, που μεγαλώνει όσο πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές».
Η Ελλάδα, τόσο με τον αρχαίο όσο και με τον σύγχρονο πολιτισμό της, περνά συχνότατα στα βιβλία σας, από τον Ομηρο λ.χ. ως τη Ρόζα Εσκενάζυ…
«Η ελληνική λογοτεχνία είναι πολύ σημαντική για μένα -ο Ομηρος φυσικά, κυρίως όμως οι μεγάλοι συγγραφείς του 20ουου αιώνα: ο Καβάφης, ο Καββαδίας, ο Τσίρκας… Οι Ακυβέρνητες Πολιτείες παραμένουν το αγαπημένο μου μυθιστόρημα, το βιβλίο που έχω στο κομοδίνο μου. Eίναι η ωραιότερη τοιχογραφία της Aνατολικής Mεσογείου, ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα για τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ένα εκπληκτικό ερωτικό μυθιστόρημα. Ενα μνημείο αφιερωμένο στο τραγικό πεπρωμένο της Ελλάδας, στους σπαραγμούς της».
* Ο συντάκτης ευχαριστεί θερμά τη μεταφράστρια κυρία Σοφία Διονυσοπούλου για τη συμβολή της στη δημοσίευση της συνέντευξης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ