Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ.
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη
σελ. 254, τιμή 12,5 ευρώ
Το τοπίο που κυριαρχεί στον Σκοτεινό Βαρδάρη (2004), το πρώτο μυθιστόρημα της Ελενας Χουζούρη, είναι η Θεσσαλονίκη της εποχής των Βαλκανικών Πολέμων, όπου η αφήγηση, χαράσσοντας την ιστορική διαδρομή της, θα περάσει και από τη Σόφια, το Μελένικο, το Βουκουρέστι και το Παρίσι. Με το καινούργιο της μυθιστόρημα η Χουζούρη θα επιστρέψει σε μιαν άλλη Θεσσαλονίκη: τη Θεσσαλονίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της αστικής ζωής της εβραϊκής της κοινότητας αρχής γενομένης από το αντιεβραϊκό πογκρόμ της δεκαετίας του 1930.
Μια φοιτήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, που έχει ως θέμα του μεταπτυχιακού της τον βίο και το έργο του Αβραάμ Μπεναρόγια, ενός εκ των πρωτεργατών της οικοδόμησης των σοσιαλιστικών ιδεών στην Ελλάδα, θα ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη παρακινημένη όχι μόνο από τις ερευνητικές της ανάγκες αλλά και από τρεις φωτογραφίες τις οποίες έχει κληρονομήσει από τη γιαγιά της Λούνα – μια Θεσσαλονικιά σεφαραδίτικης καταγωγής, όπως κι ο Μπεναρόγια. Το ταξίδι της εικοσιπεντάχρονης Αλίζα στην Ελλάδα ανακαλεί ένα διπλό παρελθόν, όπου από τη μια μεριά θα λειτουργήσει η ιστορική μνήμη του εξανδραποδισμού των Εβραίων από τη Θεσσαλονίκη (με τους Ναζί να τους βάζουν στα τρένα του θανάτου για τη Γερμανία και τους Ελληνες να σπεύδουν να καρπωθούν τις περιουσίες τους) ενώ από την άλλη θα ξεδιπλωθεί, βήμα προς βήμα, μέχρι να ανασυσταθεί το συνολικό ψηφιδωτό, η οικογενειακή μνήμη (με το άτομο να προσδένεται κατά μοιραίο τρόπο στον τροχό της Ιστορίας).
Η συνάντηση της ιστορικής με την οικογενειακή μνήμη αποτελεί τον ισχυρό καμβά πάνω στον οποίο θα κεντήσει η Χουζούρη τη μυθοπλαστική της ύλη. Ισχυρός γιατί το άτομο δεν θα ξεπέσει ποτέ εδώ σε γυμνό, ιδιωτικό πρόσωπο ενώ και τα πελώρια ιστορικά γεγονότα δεν θα πνίξουν με τη σειρά τους σε καμιά περίπτωση την ατομική συνθήκη. Εχοντας διερευνήσει ενδελεχώς την καθημερινότητα της περιόδου την οποία καλύπτει με το βιβλίο της (μια ολοζώντανη, πολύχρωμη και πολυεστιακή Θεσσαλονίκη), η Χουζούρη δουλεύει προσεκτικά και με αυτό που τα τελευταία χρόνια η θεωρία της λογοτεχνίας ονομάζει «μεταμνήμη»: τις τραυματικές επιπτώσεις των ιστορικών βιωμάτων μιας γενιάς όχι μόνο στη συνείδηση των μελών της αλλά και στον ψυχισμό των γενεών οι οποίες έχουν επωμιστεί τις μνήμες της. Κι αν η μνήμη της ηρωίδας στο Δυο φορές αθώα (2013), το αμέσως προηγούμενο μυθιστόρημα της Χουζούρη, οδηγείται σε πλήρη αφανισμό, ο μνημονικός μίτος τον οποίο θα ξετυλίξει η Αλίζα στο Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ, θα είναι σαφώς απελευθερωτικός. Η εξιστόρηση των περιπετειών της Λούνα πρώτα στο Βουνό με τον αντάρτη αγαπημένο της (οι αριστεροί Εβραίοι στην Αντίσταση: μια διάσταση που έχει ελάχιστα διερευνηθεί είτε από τη λογοτεχνία είτε από την ιστοριογραφία) κι ύστερα στην προεμφυλιακή Θεσσαλονίκη (μέχρι να βρει καταφύγιο στο Ισραήλ των σοσιαλιστικών κιμπούτς) θα λυτρώσει τη μεν κόρη της από την έμμονη ιδέα ότι υπήρξε θύμα της εγωιστικής της αδιαφορίας τη δε εγγονή από τη δυσφορία της μάνας απέναντί της επειδή υπεραγαπούσε τη γιαγιά της. Μια υπέρβαση, λοιπόν, του τραύματος της δίωξης των Εβραίων εις διπλούν. Κι αυτό (που είναι και το σημαντικότερο) χωρίς να χαθεί ούτε πολλοστημόριο από το ιστορικό του δράμα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ