Νόμιμη και συνταγματική έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας τη μεταφορά και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν στο πλαίσιο κατασκευής του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης στο σταθμό Βενιζέλου και απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς του δήμου Θεσσαλονίκης ως αβάσιμούς.
Ο δήμος Θεσσαλονίκης είχε προσφύγει στο ΣτΕ και ζητούσε να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η (από 24.2.2014) απόφαση του υπουργού Πολιτισμού, με την οποία (κατόπιν γνωμοδότησης του ΚΑΣ), αποφασίσθηκε η έγκριση της προστασίας και ανάδειξης των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν στον υπό κατασκευή σταθμό Βενιζέλου του μετρό, με τη μεταφορά και την επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων μέσα στο σταθμό, μετά την κατασκευή του.
Για όλα αυτά προηγήθηκαν μελέτες προστασίας και ανάδειξης, απομάκρυνσης των αρχαιοτήτων και των χώρων αποθήκευσης των αρχαιοτήτων.
Ο δήμος Θεσσαλονίκης υποστήριζε ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, αφού επιλέχθηκε η πλέον δυσμενής για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος λύση, η οποία καταλήγει στην οριστική εξαφάνιση του συγκεκριμένου ιστορικού μνημείου ως ενιαίου συνόλου.
Ακόμη, ο δήμος υποστήριζε, μεταξύ των άλλων, ότι η εν λόγω υπουργική απόφαση είναι αντίθετη στην αρχαιολογική νομοθεσία και ειδικά στο νόμο 3028/2002 για την προστασία των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Να σημειωθεί ότι στη συμβολή των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου αποκαλύφθηκαν αρχαιότητες του 4ου αιώνα και των πρωτοβυζαντινών χρόνων (6ος-7ος αιώνας). Αναλυτικότερα, σε βάθος 6 μέτρων και σε έκταση περίπου 1.600 τ.μ., αποκαλύφθηκε μια πόλη με μεγάλους κεντρικούς δρόμους, δημόσιους χώρους και ιστάμενα κτίρια, ενώ σε μήκος 77 μέτρων ήρθε στο φως ο κύριος οδικός άξονας της Θεσσαλονίκης.
Τώρα το Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αρθμ. 2611/2016 απόφασή του απέρριψε την προσφυγή του δήμου Θεσσαλονίκης και ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς που προέβαλε.
Το ΣτΕ έκρινε νόμιμη την επίμαχη υπουργική απόφαση, καθώς πριν από την έκδοσή της ο υπουργός Πολιτισμού εξέτασε «όλες τις προταθείσες λύσεις και επιπροσθέτως έλαβε υπόψη και αξιολόγησε τις προτάσεις των ενδιαφερομένων φορέων (δήμου Θεσσαλονίκης, επιστημονικών φορέων, κ.λπ.) και διερεύνησε τη δυνατότητα κατάργησης ή μεταφοράς του σταθμού Βενιζέλου, αλλά και τη δυνατότητα κατασκευής του σταθμού χωρίς την απόσπαση των αρχαιοτήτων, κατέληξε δε εν τέλει, κατά συνεκτίμηση και της μεγάλης σημασίας του έργου για τους κατοίκους, τη Θεσσαλονίκη, αλλά και την ανάπτυξη εν γένει της χώρας, στην έγκριση της λύσης η οποία προβλέπει τον ανασχεδιασμό από κατασκευαστική και λειτουργική άποψη του σταθμού Βενιζέλου προκειμένου τα αρχαία κατάλοιπα να επανατοποθετηθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους στην αρχική τους θέση, μετά την προσωρινή απόσπασή τους, την οποία ενέκρινε υπό όρους».
Παράλληλα, στη δικαστική απόφαση επισημαίνεται ότι «όπως προκύπτει από τη γνωμοδότηση του ΚΑΣ, η απόσπαση των αρχαιοτήτων δεν αποφασίσθηκε με σκοπό την αρχαιολογική έρευνα των υποκειμένων στρωμάτων εδάφους, αλλά διότι κρίθηκε ότι η απόσπαση είναι αναγκαία για την προστασία των αρχαιοτήτων και την ολοκλήρωση της κατασκευής του σταθμού, το δε ΚΑΣ εξέτασε και το ενδεχόμενο να αποκαλυφθούν αρχαιότητες και μετά το επίπεδο στο οποίο αποκαλύφθηκαν οι προαναφερθείσες αρχαιότητες».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν νόμιμες όλες οι μελέτες που έχουν γίνει για την προστασία, απόσπαση, απομάκρυνση και αποθήκευση των αρχαιολογικών ευρημάτων.