H σύγχρονη τάση για εξατομίκευση και όσο το δυνατόν περισσότερες επιλογές στην αυτοκινητοβιομηχανία η οποία, ιδίως τα τελευταία χρόνια, «πλήττει» ακόμη και τα ταπεινότερα τετράτροχα πρέπει να προκαλεί ένα αυτάρεσκο μειδίαμα στους ανθρώπους στο Κρου (Crewe αγγλιστί), όπου βρίσκεται η έδρα και το ιστορικό –για το πολυτελές είδος εν γένει –εργοστάσιο της Bentley.
Η τελευταία και η διά μακρών συμπορευόμενη –κατά το παρελθόν –Rolls-Royce έχουν αυτοδικαίως εντυπωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο ως η κορυφή της τροφικής αλυσίδας για το… sur mesure στους τέσσερις τροχούς και μπορούν να ατενίζουν απαθώς, με γνήσιο βρετανικό φλέγμα, επίδοξους μιμητές αλλά και τιμητές, καθώς ουσιαστικά έχουν καταστήσει το συγκεκριμένο είδος καθαρά βρετανική υπόθεση.
Για τους μη γνωρίζοντες, αξίζει να σημειωθεί ότι το εργοστάσιο του Κρου, το οποίο ανήκει πλέον εξολοκλήρου στην Bentley και στις δραστηριότητές της, φιλοξενούσε για πάνω από μισό αιώνα και την παραγωγή της Rolls-Royce, καθώς οι δύο φίρμες έχουν μια μακρά ιστορία βίων παράλληλων.
Ανεξαρτήτως των εταιρικών εξελίξεων που αρχικά –μετά το Κραχ του ’29 –οδήγησαν την Bentley στα χέρια του άσπονδου εχθρού της, και πλέον την έχουν προσθέσει στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου VW, το γεγονός είναι ότι οι τούβλινοι τοίχοι του βρετανικού εργοστασίου που (για λόγους οι οποίοι συνδέονται με τους βομβαρδισμούς του
Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) «καταχωνιάστηκε» στην κοιλάδα του Τσεσάιρ, καμιά πενηνταριά χιλιόμετρα νοτίως του Μάντσεστερ, περικλείουν μια τεράστια παράδοση συμπυκνωμένης βρετανικής υπερπολυτέλειας.
Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) «καταχωνιάστηκε» στην κοιλάδα του Τσεσάιρ, καμιά πενηνταριά χιλιόμετρα νοτίως του Μάντσεστερ, περικλείουν μια τεράστια παράδοση συμπυκνωμένης βρετανικής υπερπολυτέλειας.
Αυτή η γοητευτική τεχνογνωσία, στη νέα σύγχρονη εποχή του Κρου, έχει περάσει στα χέρια της Bentley και όπως ευθαρσώς δηλώνει ο επί τεσσαρακονταετία εργαζόμενος στο εργοστάσιο και γι’ αυτό ιδανικός οικοδεσπότης Νάιτζελ Λόφκιν, η έλευση της VW έβγαλε τη βρετανική φίρμα από τη σκιά της Rolls-Royce, επιτρέποντάς της να βρεθεί ξανά πιο κοντά στο όραμα του ιδρυτή της Γουόλτερ Οουεν Μπέντλεϊ.
Περίτρανη απόδειξη αυτού είναι –και – η πρόσφατη ανάκαμψη των αγωνιστικών δραστηριοτήτων της φίρμας, η οποία στα τέλη της δεκαετίας του ’20 μεσουρανούσε στον αγώνα Λε Μαν με οδηγούς που έμειναν γνωστοί στην ιστορία ως «Bentley Boys», αλλά και σε αυτοσχέδιες δραστηριότητες όπως η επιτυχημένη απόπειρα του Γουλφ Μπαρνάτο, μετέπειτα επικεφαλής της φίρμας, να αγωνιστεί με την Bentley Speed Six του ενάντια στο Train Bleu, το τρένο που συνέδεε τις μεσογειακές ακτές με το Καλαί.
Παρά την αδιαμφισβήτητη αγωνιστική πτυχή της, η οποία διατηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια της πορείας της, είναι γεγονός ότι ο άμεσος συνειρμός για την Bentley δεν είναι τα αθλητικά ρεκόρ αλλά η πολυτέλεια.
Και η αλήθεια είναι ότι περιδιαβάζοντας στους διαδρόμους και στα διαφορετικά πόστα εργασίας των γραμμών παραγωγής του Κρου διαπιστώνει κανείς τον ιδιοφυώς απλό στη λογική του τρόπο με τον οποίο προκύπτει αυτή η περιώνυμη πολυτέλεια. Αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι ότι παρά την εμπλοκή του ομίλου VW με τις τεράστιες επενδύσεις και τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό που επέφερε και ο οποίος, όπως σημειώνει ο Νάιτζελ Λόφκιν, μετασχημάτισε εντελώς το εργοστάσιο, διευκολύνοντας κατά πολύ τη διαδικασία παραγωγής, οι άνθρωποι και, κυρίως, τα επιδέξια χέρια τους είναι το κυρίαρχο στοιχείο στον χώρο.
Ορισμένα δε τμήματα, όπως για παράδειγμα εκείνα που επιφορτίζονται με την πλουσιοπάροχη επένδυση ξύλου του εσωτερικού των Bentley, δεν θυμίζουν σε τίποτα μαζική παραγωγή και αυτοκινητοβιομηχανία αλλά, ειδικά σε ό,τι αφορά το ξύλο, ένα τυπικό επιπλοποιείο.
Στο ίδιο ακριβώς μοτίβο, οι βίδες του πλαισίου της ναυαρχίδας της Bentley, Mulsanne, δεν βρίσκουν τη θέση τους από πλήρως αυτοματοποιημένα ρομπότ αλλά υπό ανθρώπινη καθοδήγηση, ορισμένες από τις διάσημες καμπύλες των Bentley σμιλεύονται –και –χειρωνακτικά, ενώ η διαλογή των ακριβών δερμάτων και η σήμανσή τους για το αν και το πώς θα χρησιμοποιηθούν γίνεται με τον πατροπαράδοτο τρόπο.
Το ίδιο ισχύει για τις ραφές οι οποίες γίνονται στο χέρι, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι προκειμένου να επισημανθούν οι τρύπες από όπου θα περάσουν οι κλωστές, όπως εξηγεί ο επιφορτισμένος με τη συγκεκριμένη εργασία άνθρωπος, το ιδανικό εργαλείο είναι ένα τυπικό πιρούνι! Θα ήταν ίσως πλεονασμός να προσθέσει κανείς στον μακρύ κατάλογο χειροποίητων τμημάτων και χειρωνακτικών εργασιών την αυτονόητη κατηγορία των κατά παραγγελία μαρκετερί που κοσμούν το ταμπλό των Bentley, ωστόσο η τεχνική επεξεργασίας του ξύλου την οποία απογείωσαν οι Γάλλοι τον 16ο αιώνα γίνεται εξίσου με τον παραδοσιακό τρόπο και φυσικά με περισσή προσοχή στην επιλογή της ποιότητας του ξύλου το οποίο προέρχεται από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ενδεικτικό είναι ότι οι καπλαμάδες πάχους περίπου 2 χιλιοστών που χρησιμοποιούνται για τις ξύλινες επιφάνειες του εσωτερικού στοιβάζονται προσεκτικά σε ελεγχόμενες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας, σε μια αποθήκη εντός του εργοστασίου η οποία, αν και δεν ξεπερνά τα 25 τ.μ., φιλοξενεί ξυλεία με αξία που υπερβαίνει το μισό εκατομμύριο στερλίνες.
Μιλώντας για ξεχωριστά στοιχεία, χειροποίητα ή μη, αξίζει να σημειωθεί ότι η Bentley προσφέρει για τις επιφάνειες του ταμπλό και επενδύσεις από πετρώματα χάρη σε μια καινοτόμο τεχνική εμποτισμού με χημικά η οποία καθιστά την πέτρα το ίδιο εύκαμπτη με έναν καπλαμά. Φυσικά, με τη συνδρομή του οίκου Mulliner, ο οποίος ανήκει στην Bentley από το 1950, οι επιλογές εξατομίκευσης τείνουν προς το άπειρο, καλύπτοντας κάθε εκκεντρική απαίτηση πλουσίων, πλην αυτών που θέτουν εν αμφιβόλω τις προδιαγραφές ασφαλείας ή «απειλούν» το φτερωτό έμβλημα της φίρμας στο καπό, το οποίο, όπως μας εξηγεί με έντονα βορινή προφορά ο υπεύθυνος ειδικών παραγγελιών του οίκου Mulliner, Τζέιμι Σμιθ, βγαίνει αποκλειστικά σε μαύρο, ασημί και χρυσό.
Για τους αριθμολάγνους, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με μελέτη υπολογιστικού μοντέλου οι επιλογές εξατομίκευσης που προσφέρει θα επέτρεπαν στην Bentley να συνεχίζει να παράγει επί 100.000 χρόνια χωρίς να χρειαστεί, αν δεν το επιθυμεί, να κατασκευάσει δύο πανομοιότυπα αυτοκίνητα. Αν και θα μπορούσε να συνεχίσει κανείς για σελίδες επί σελίδων τόσο για το ιδιότυπο μείγμα διαδικασιών παραγωγής όσο και για τις εκκεντρικές απαιτήσεις που έχει ικανοποιήσει κατά καιρούς η βρετανική φίρμα, αυτό που αξίζει να συγκρατήσει κάποιος είναι ότι η Bentley, αναμειγνύοντας παραδοσιακές τεχνοτροπίες και τεχνικές που μετρούν αιώνες με μια σύγχρονη όσο και εξίσου επιβλητική τεχνολογική υπόσταση, αποτελεί ένα παράδειγμα προς μίμηση για τον τρόπο με τον οποίο η παράδοση μπορεί να παραλαμβάνεται από τις νεότερες γενιές και να αποτελέσει ένα ιδίωμα διαχωρισμού από το «πλήθος», καθώς και ένα σαφές πλεονέκτημα, ως αντίβαρο στις επιφανειακές πτυχές της ιλιγγιώδους εξέλιξης.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ