Βερολίνο, Ανταπόκριση
Όλα έχουν ειπωθεί, όχι όμως από όλους. Η φράση αυτή του γερμανού καμπαρετίστα Καρλ Φάλεντιν δεν ισχύει για τον Αλέξη Τσίπρα. Στα δέκα λεπτά που μίλησε στη συνέντευξη τύπου με την Άνγκελα Μέρκελ την Παρασκευή στο Βερολίνο, ο έλληνας πρωθυπουργός κατάφερε να αναφερθεί σε άπαντα τα καυτά προβλήματα της Ελλάδας, της Ευρώπης και των γύρω περιοχών. Όλα αυτά, πρόσθεσε, θα είναι και το αντικείμενο των συνομιλιών στο γεύμα που θα επακολουθούσε. Η οικοδέσποινά του παρακολουθούσε πότε αμήχανη και πότε με το χαμόγελο της Τζοκόντα – άδηλο, αν έπαιρνε στα σοβαρά έναν τόσο ατέλειωτο κατάλογο.
Μεγάλες εξαγγελίες, μικρός αριθμός θεμάτων: Μόνο τρία από αυτά συζητήθηκαν στη συνέχεια – το ελληνικό πρόγραμμα, το προσφυγικό και το κυπριακό. Αυτά όμως σε βάθος – με προεξέχον το πρώτο, που σύμφωνα με ελληνική πηγή, «έφαγε» τον περισσότερο χρόνο των διαβουλεύσεων.
«Εκθέσαμε τις απόψεις μας για όλα τα επίμαχα ζητήματα» έλεγε αργότερα ελληνική κυβερνητική πηγή. Σε αυτό ανήκαν και τα πρόσφατα «δώρα» της Αθήνας στους συνταξιούχους και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, που προκάλεσαν τη μήνη των δανειστών και ιδίως της Γερμανίας. Η πηγή αντέκρουσε καταρχάς τις αιτιάσεις των θεσμών, ότι δεν είχαν λάβει προκαταβολικά γνώση του θέματος. «Είχαν ενημερωθεί» είπε. «Ίσως θα μπορούσαν να έχουν ενημερωθεί καλύτερα, αλλά είχαν ενημερωθεί».
Η ίδια πηγή απέφυγε να σχολιάσει το ερώτημα, αν η κυβέρνηση, εν είδει έμπρακτης μεταμέλειας, θα δίνει στο μέλλον εκ των προτέρων λογαριασμό – όπως αυτό απαιτεί άλλωστε το τρίτο μνημόνιο – στους δανειστές για όλα τα σχέδιά της. «Δεν μας ζητήθηκε κάτι τέτοιο» είπε.
Η κρίση σχετικά με τις παροχές, πρόσθεσε, θα μπορούσε να λυθεί, εφόσον υπάρχει η πολιτική βούληση, στο Euroworkinggroup της Δευτέρας. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Σταθερότητας (ESM) αφήνουν να διαφανεί μια τέτοια λύση. Κι αυτό επειδή η ανάλυση του καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι οι παροχές δεν θα έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο – ούτε το 2017, ούτε το 2018.
Η διένεξη μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των Βρυξελλών σχετικά με το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος μπορεί να λυθεί επίσης μόνο με πολιτικά μέσα. Κάθε προσπάθεια λογιστικής ρύθμισής της με τη βοήθεια των μαθηματικών θα αποβεί σε αποτυχία.
Ανάλογη ήταν και η στάση της ελληνικής πλευράς σχετικά με την αξίωση του ΔΝΤ προς την Ελλάδα να πάρει πρόσθετα μέτρα λιτότητας τεσσάρων και πλέον δισεκατομμυρίων ευρώ το 2018 σε περίπτωση που παραμείνει το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5%. Η ελληνική αντιπροσωπεία, σύμφωνα με την πηγή, κατέστησε σαφές, ότι δεν θα δεχθεί με τίποτα ένα πολιτικά τόσο καταστροφικό και οικονομικά τόσο παράλογο μέτρο.
Από την συζήτηση, που διήρκησε περί τα 75 λεπτά, δεν προέκυψαν, σύμφωνα με την πηγή, απτά αποτελέσματα. Αυτό ήταν άλλωστε και το αναμενόμενο, αφού η καγκελάριος δεν σταματά να δηλώνει, ότι οι αποφάσεις για το ελληνικό πρόγραμμα δεν λαμβάνονται στην καγκελαρία, αλλά στο Eurogroup.
Η δήλωση αυτή εμπεριέχει βέβαια και μεγάλη δόση υποκρισίας, δεδομένου ότι η κ.Μέρκελ έχει το γενικό πρόσταγμα στις ευρωπαϊκές υποθέσεις και – παρά το γεγονός, ότι το Eurogroup θεωρείται φέουδο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε – μπορεί να παρεμβαίνει μέσω των συμβούλων της στις αποφάσεις του οργάνου.
Αν η παρέμβαση θα συνεχιστεί στο μέλλον με την ίδια ένταση, είναι ωστόσο αμφίβολο. Κι αυτό επειδή η κ.Μέρκελ βγήκε πολύ αποδυναμωμένη από το πρόσφατο συνέδριο του κόμματός της, του χριστιανοδημοκρατικού, στο Έσσεν, κάτι που κλονίζει και το κυβερνητικό της γόητρο. Αυτό πάλι ισοδυναμεί με αύξηση της δύναμης του κ.Σόιμπλε, καταρχάς στο πεδίο της εσωτερικής πολιτικής, και ύστερα, πιο έμμεσα, στις ευρωπαϊκές υποθέσεις.
Με αυτό το φόντο, η προσπάθεια του κ.Τσίπρα, να βρει πολιτικές λύσεις για τα τρέχοντα προβλήματα του προγράμματος μέσω της καγκελάριου, γίνεται επιπλέον επίπονη. Η κ.Μέρκελ δεν είναι μεν εκτός παιχνιδιού, ο κ. Σόιμπλε κάνει όμως τώρα περισσότερο «παιχνίδι». Και αυτό γίνεται όλο και πιο «χοντρό» ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών του ερχόμενου Σεπτεμβρίου ιδίως σε ότι αφορά στην Ελλάδα.
«Ο Σόιμπλε θα παίξει το ελληνικό χαρτί στον προεκλογικό αγώνα, για να δείξει στους δεξιούς και του αναποφάσιστους ψηφοφόρους, ότι μένει προσηλωμένος στα γερμανικά εθνικά συμφέροντα», λέει χριστιανοδημοκράτης βουλευτής που θέλει να μείνει ανώνυμος. «Με αυτό νομίζει ότι μπορεί να αντιταχθεί καλύτερα στο ευρωφοβικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία, που κάνει άγρα ψήφων με συνθήματα υπέρ του grexit».
Όλα αυτά δεν αποκλείουν την περαιτέρω πρόοδο στις διαπραγματεύσεις της Αθήνας με τους πιστωτές. Το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης με τη συνακόλουθη συμμετοχή της Ελλάδας στο ζωτικής σημασίας γι αυτήν πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πρέπει να θεωρείται, σύμφωνα με τον ίδιο, σίγουρο. Το τίμημα γι αυτό θα είναι όμως, οικονομικά και πολιτικά, πολύ μεγαλύτερο έναντι του μέχρι τώρα προβλεπόμενου – γι αυτό θα φροντίσει ο κ.Σόιμπλε. Και το ίδιο προβλέπεται να συνεχιστεί μέχρι τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. «Αυτές θα σημάνουν τέλος εποχής, ακόμη και αν ο Σόιμπλε παραμείνει στο υπουργεί οικονομικών» λέει ο εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της γερμανικής Βουλής Νόρμπερτ Σπίνρατ. «Γι αυτό θα φροντίσουμε εμείς, εφόσον βέβαια συμμετέχουμε πάλι σε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Χριστιανοδημοκράτες». Σιγουριά γι αυτό όμως δεν υπάρχει. Οι αβεβαιότητες του τριγώνου Μέρκελ-Σόιμπλε-Τσίπρα ίσως λοιπόν συνεχισθούν. Κι αυτό προμηνύει και μετεκλογικά πρόσθετη ανασφάλεια για την Αθήνα.