Το ραντεβού μας, απέναντι από την Ακρόπολη, μία από τις πρώτες χειμωνιάτικες ημέρες. Ο ουρανός μουντός, ένα μεσημέρι υγρό, με τον απόηχο του θορύβου της πόλης αλλά και με πολλά τιτιβίσματα από τη μεριά των αγριοκυπαρισσιών. Ψηλόλιγνος και αέρινος, κράμα γήινου και ονειροπόλου, φορά τα μαύρα του, παλτό και κασκόλ, έναν ασημένιο κρίκο σκουλαρίκι. Πίσω του, ο Υμηττός για φόντο. Ο διεθνής πολυυμνημένος από τον Τύπο μαέστρος Θεόδωρος Κουρεντζής, διευθυντής της Οπερας και του Θεάτρου του Περμ στη Ρωσία και ιδρυτής του φημισμένου μουσικού συνόλου και της χορωδίας MusicAeterna, ήρθε για δύο εικοσιτετράωρα στην Αθήνα· γιόρταζε η μητέρα του, είχε ο αγαπημένος του φίλος Θεόδωρος Τερζόπουλος πρεμιέρα στο έργο «Ανκόρ» και έπρεπε να περατώσει και μία –off the record –υποχρέωση. Ηρθε, λοιπόν, έχοντας, τον τελευταίο χρόνο, προσθέσει στο ενεργητικό του εγγραφές νέων δίσκων, δεκάδες εμφανίσεις σε διεθνή φεστιβάλ και σε μεγάλες αίθουσες μουσικής της Ευρώπης, εντυπωσιακές προτάσεις που εκτείνονται έως και το 2021. Ηρθε, με επιπλέον έξι βραβεία για τη χρονιά που τελειώνει, έχοντας τον τίτλο του Καλύτερου Μαέστρου Οπερας για το 2016 από το πλέον έγκυρο περιοδικό όπερας, το γερμανικό «Opernwelt», και για την οποία βράβευση αποφαίνονται εξήντα από τους επιφανέστερους μουσικοκριτικούς της Ευρώπης και της Αμερικής. Τιμήθηκε, επίσης, με το γερμανικό βραβείο KAIROS-Preis για το σύνολο της δουλειάς του και με τo επίσης γερμανικό ECHO Klassik για την καλύτερη ηχογράφηση του έργου «Ιεροτελεστία της άνοιξης». Με το βραβείο Parabole και με ακόμη μία Χρυσή Μάσκα από τη Ρωσία, και, τέλος, με το βραβείο μουσικοκριτικών της Ιαπωνίας για την ηχογράφηση του έργου «Κοντσέρτο για βιολί» του Τσαϊκόφσκι.
Ο Θεόδωρος Κουρεντζής είναι για ένα ευρύ διεθνές κοινό ένας λατρεμένος μαέστρος και για τους μουσικοκριτικούς ένα μεγάλο κεφάλαιο στο απέραντο τοπίο της μουσικής. Τελευταία, οι εφημερίδες «The Guardian» και «Die Zeit» τον αποθέωσαν. Ξεχωριστός για τους λαμπρούς, καθαρούς ήχους του, για το κέντημα της κάθε νότας, για την επιβλητική ατμόσφαιρα που δημιουργεί, για τον τρόπο με τον οποίο παραδίδει ξανά στον ακροατή κάθε παρτιτούρα, κάθε όπερα, κάθε ορατόριο, κάθε συμφωνία. Ο Κουρεντζής μοιάζει να διαβάζει, μέσα από μία άλλη οπτική, τα έργα των μεγάλων συνθετών και να τα συστήνει από την αρχή. Θα το καταλάβετε αν ακούσετε μια δική του εκτέλεση ενός έργου και, στη συνέχεια, το ίδιο έργο από άλλα βαριά ονόματα διευθυντών ορχήστρας. Ο Κουρεντζής συνεπαίρνει. Εχει μια μαγεία, ξέρει να εισχωρεί βαθιά στην ψυχή των ακροατών του. Και η ορχήστρα του, η MusicAeterna, που θεωρείται σήμερα η καλύτερη της Ρωσίας και αποτελείται από εξαιρετικούς σολίστ, θα είναι η πρώτη ρωσική ορχήστρα που θα ανεβάσει Μότσαρτ στο φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ. «Θα είμαστε artists in residence (σ.σ.: φιλοξενούμενοι καλλιτέχνες)» λέει.
Είστε πολύ ικανοποιημένος, κύριε Κουρεντζή; «Οι βραβεύσεις και οι σημαντικές διακρίσεις δίνουν οπωσδήποτε μια ηθική ικανοποίηση».
Τι ηχογραφήσατε τελευταία; «Η τελευταία κυκλοφορία με τη Sony είναι ο «Ντον Τζοβάνι» –με τον Δημήτρη Τηλιακό στον ομώνυμο ρόλο και τη Μυρτώ Παπαθανασίου στον ρόλο της Ντόνα Αννα –ολοκληρώνοντας μαζί με το «Ετσι κάνουν όλες» και με το «Οι γάμοι του Φίγκαρο», την τριλογία των Μότσαρτ – Νταπόντε. Εχουμε, επίσης, ηχογραφήσει την 6η Συμφωνία του Μάλερ και την 6η του Τσαϊκόφσκι, οι οποίες θα κυκλοφορήσουν σύντομα. Φέτος θα ανεβάσουμε ακόμη μία όπερα του Μότσαρτ, τη «Μεγαλοψυχία του Τίτο», με σκηνοθέτη τον Πίτερ Σέλαρς, στο φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ».
Μια που αναφέρεστε στον Μότσαρτ, είναι αλήθεια ότι είπατε πως μπορείτε να διεισδύσετε στη σκέψη του; «Απολύτως. Για εμένα η σκέψη του Μότσαρτ είναι όπως για εσάς, ως Ελληνίδα, η σκέψη του Ελύτη, όταν διαβάζετε τον στίχο του «το κηπάκι των νεκρών»».
Μου μιλούσατε, όμως, για τις μελλοντικές εμφανίσεις σας. «Ναι. Μας έχει καλέσει το φεστιβάλ της Αιξ-αν-Προβάνς και το 2018 θα είμαι curator στο φεστιβάλ της Βιέννης, και αυτό είναι πολύ σημαντικό, όπως και ότι είμαι artist in residence για κάποια χρόνια στο Κόντσερτχαους της Βιέννης. Στις δελεαστικές προτάσεις συγκαταλέγονται το «Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν» του Βάγκνερ από το φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ, από το Κόβεντ Γκάρντεν το «From the Ηouse of the Dead» του Γιάνατσεκ, με σκηνοθέτη τον Κριστόφ Βαρλικόφσκι. Στην Aμερική ετοιμάζουμε με τον Σέλαρς τη «Λειτουργία» του Μπαχ, στο Περμ την «Ιωάννα στην πυρά» του Ονεγκέρ, με τον Ρομέο Καστελούτσι, στο Παλέρμο
θα συνεργαστώ πάλι με τον Καστελούτσι. Εχω, επίσης, πολλά σχέδια για νέες ηχογραφήσεις».
θα συνεργαστώ πάλι με τον Καστελούτσι. Εχω, επίσης, πολλά σχέδια για νέες ηχογραφήσεις».
Πρέπει να ταξιδεύετε συνέχεια. «Τον μισό χρόνο ταξιδεύουμε και τον υπόλοιπο βρισκόμαστε στη Ρωσία. Τώρα, για παράδειγμα, έρχομαι από την Αγία Πετρούπολη, όπου πηγαίνω σπάνια, και ήμασταν με τη MusicAeterna σε πολύ συγκινητική ατμόσφαιρα».
Γιατί; «Επειδή εκεί ήταν κάποτε το σπίτι μου, και το σπίτι είναι οι άνθρωποι που αγαπάς, όπως συμβαίνει κι εδώ. Επονται η κούραση και η σεξουαλική αγρύπνια. Ξέρετε ποια είναι η σεξουαλική αγρύπνια;».
Να μου την εξηγήσετε, παρακαλώ. «Οταν δεν έχεις κοιμηθεί μια νύχτα επειδή ήσουν με την αγαπημένη σου, και έχεις πιει και ποτά και έχεις ρίξει και δάκρυα, και μετά είσαι σε ένα αεροπλάνο και πας αλλού, όπου συναντάς άλλους ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν υποστεί όλο αυτό. Το λέμε με τους φίλους μου χαριτολογώντας, γιατί η σεξουαλική αγρύπνια δεν έχει να κάνει με την παρουσία του άλλου, πιο συχνά αισθάνεσαι αυτούς τους γλυκόπονους του σώματος, των συνδέσμων, των μυών, όταν είσαι μόνος. Και πρέπει να ελέγχεις πόσο καταβυθίζεσαι».
Εχετε ένα ερωτικό μυαλό, κι έτσι αφουγκράζεστε το καθετί; «Είμαι αθεράπευτα ερωτευμένος με τον έρωτα, πάντα στο πλευρό των απογοητευμένων. Ανήκω στη σέκτα εκείνων που καταλαβαίνουν ότι τα πράγματα καλύτερα να τα κρατάς σε ένα ιδεατό επίπεδο παρά να τα συμβιβάζεις σε μια αφύσικη για εκείνα φόρμα. Το να ονειρεύεσαι κάποιον είναι πιο θεϊκό από το να ολοκληρώνεις μια σχέση μαζί του. Μπορεί να συμβεί και το αντίθετο, επειδή δεν καταφέρνουμε πάντα να ανιχνεύσουμε το τοπίο. Και αυτή η δυσκολία ανίχνευσης είναι που μας φέρνει στη μέθεξη της εμπειρίας».
Δεν κάνουμε καλές διαγνώσεις; «Τα πράγματα που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε, εν τέλει είναι τα πράγματα που γνωρίζουμε λιγότερο. Τα άγνωστα είναι και τα πιο ελπιδοφόρα, επειδή μπορεί να μας φέρουν σε μιαν άλλη διάσταση εαυτού. Ο έρωτας είναι η μετάλλαξη του εαυτού μας. Και αυτό που αγαπάμε περισσότερο στον έρωτα είναι ότι αλλάζουμε».
Και αγαπάμε κι εμάς μέσα από τον έρωτα. «Ο έρωτάς μου για σένα μπορεί να υπάρξει για όσα εγώ προβάλλω επάνω σου, μέσω κάποιων ερεθισμάτων που μου παρέχεις, και μέσω αυτών, εν τέλει, και για την εικόνα του εαυτού μου που δεν έχω μπορέσει να αγαπήσω. Η επιστροφή της χαμένης αυτοεκτίμησης δημιουργεί μιαν έλξη. Ομως ο έρωτας για τον οποίο μιλώ έχει να κάνει με την απάρνηση του εαυτού. Θέλω να γίνω εσύ. Θάνατος. Οχι πια εγώ Τριστάνος, όχι πια εσύ Ιζόλδη… Δεν υπάρχω! Τελείωσε! Ετσι έρχεται η αθανασία μέσα από την αυταπάρνηση· βρίσκοντας στον θάνατο την έννοια της ζωής».
Η διάλυση της ατομικότητας. Το έχετε ζήσει; «Το έχω ζήσει και φεύγουν όλοι οι φόβοι του θανάτου, γιατί είσαι πεθαμένος. Γιατί, ουσιαστικά, η συμπεριφορά μας έχει να κάνει με τον φόβο του θανάτου. Αυτό που λένε οι παλιοί ψυχαναλυτές «δίψα θανάτου». Είναι πιο βαθιά και από τη λίμπιντο. Είναι η αίσθηση που έχεις όταν πας σε έναν ψηλό βράχο και δεν προχωράς, γιατί φοβάσαι ότι θα κάνεις το πείραμα και θα πηδήξεις στο κενό. Σε τραβάει η δίνη».
Είναι πολύ εύκολο, μια στιγμή μόνο. «Ναι, είναι αυτή η στιγμή που η σαγήνη τού υπάρχω ή δεν υπάρχω παίζει επί ίσοις όροις. Ξέρετε, έχω μια καινούργια θεωρία που με δελεάζει πολύ και την οποία θέλω να μοιραστώ μαζί σας: έχετε σκεφτεί πως μπορεί να μην έχουμε ερωτευτεί ποτέ;».
Σαν να λέμε μυστικά που θα δημοσιοποιηθούν. Πώς γίνεται να μην έχουμε ερωτευθεί; «Το πρόβλημα σε αυτή τη θεωρία είναι ότι εφόσον τα πράγματα ζουν στη φαντασία μας, θα πρέπει να υπάρχουν και στην πραγματικότητα. Οπως λένε και οι κβαντοφυσικοί, οτιδήποτε μπορείς να σκεφτείς, υπάρχει. Γιατί αν δεν υπήρχε, δεν θα το σκεφτόσουν. Λοιπόν, τον έρωτα σε ένα νοητό επίπεδο, τον έχουμε ζήσει. Αλλά την πραγματοποίηση του έρωτα –τουλάχιστον για τον εαυτό μου μιλάω -, την επιτυχία σε μία σχέση –επιτυχία κατά το «ως εν ουρανώ και επί της γης» –μεταφορικά στο πεδίο του έρωτα, όπως στα οράματά μας, την έχουμε ζήσει;».
Και οι έρωτές μας, τι ήταν; «Ανάγκη για διαιώνιση. Γιατί το μεγαλύτερο δέλεαρ που υπάρχει στη σεξουαλικότητα είναι η διαιώνιση του είδους. Μέχρι και στους ομοφυλόφιλους, όσο κι αν φαίνεται παράλογο, ακόμη και εκεί, εκφράζεται η αρχέγονη ανάγκη της σύλληψης και διαιώνισης».
Θα διαιωνισθεί η ζωή μέσα από τον έρωτα, αλλά συνάμα ίσως και ο συγκεκριμένος έρωτας; «Εγώ δεν το θέτω σε μία ιδανική ένωση· το θέτω σε μία κατάσταση που θα μπορούσε να δημιουργηθεί και ανάμεσα σε έναν άνδρα και μία πόρνη. Και εκεί, αυτό που υποσυνείδητα ηδονίζει τους ανθρώπους είναι το «και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν»· η αιωνιότης. Ολα είναι «το όνειρο ενός ονείρου», που έλεγε και ο φίλτατος Εντγκαρ Αλαν Πόε. Οπως και να έχει, ο έρωτας είναι μία θεϊκής φύσεως κατάσταση, έτσι τουλάχιστον όπως την έχουν ορίσει εκείνοι που δημιούργησαν αυτή τη λέξη και της έδωσαν μια συγκεκριμένη κριτική υπόσταση».
Και πώς βιώνεται ο ανύπαρκτος έρωτας; «Μόνο μέσω της ανιδιοτελούς αγάπης. Αν βάλετε σε καθημερινή πρακτική την αληθινή αγάπη με όλους τους ανθρώπους της ζωής σας, χωρίς έρωτα –όλοι εμείς που τραβούμε κουπί χωρίς καμία καταπράυνση -, μπορεί κάποια στιγμή ν’ αναπαυθούμε σε αυτή τη θεϊκή κατάσταση. Αλλιώς, κάποια στιγμή, τρελαινόμαστε. Ο έρωτας είναι ένα είδος ευφορίας και δυσφορίας. Είναι μια περίεργη νόσος».
Σας έχουν αγαπήσει πολύ… «Μάλλον. Απλά εγώ δεν το γνωρίζω, γιατί δεν άφηνα τον εαυτό μου να αγαπηθεί».
Πρέπει να αγαπάτε πολύ τον εαυτό σας. «Μαθαίνω να τον αγαπώ τώρα. Ο ναρκισσισμός προέρχεται από την έλλειψη αυτοεκτίμησης. Η εγωκεντρική αγάπη δεν είναι η αγάπη του εαυτού· προβάλλει κανείς ένα δικό του καλό σημείο επειδή ζητάει από τους άλλους την αναγνώριση, για να πειστεί και ο ίδιος ότι το αξίζει».
Σας συναντώ, επομένως, σε φάση εσωτερικών αλλαγών; «Και εξωτερικών. Ζω σε ένα ξύλινο σπίτι, σε ένα δάσος, μόνος μου, κοντά στο γκουλάγκ στα Ουράλια, στη μέση του πουθενά, με ένα ποτάμι που το περπατάω σε στυλ Ρίο – Αντίρριο, είναι παγωμένο, με έλατα και πεύκα και με μια αλεπού, και έχω και το σκυλάκι μου, και τρέχω σαν εσκιμώος Ταρζάν».
Μέσα στη σιωπή; «Δεν υπάρχει σιωπή. Είναι ένα δούναι και λαβείν με τη φύση και βλέπεις ότι κι εσύ είσαι μέρος της. Είμαστε φύση –το λέω χωρίς να είμαι φυσιολάτρης. Από την άλλη, βρίσκομαι σε περίοδο εσωτερικής πρακτικής, που σημαίνει ότι διαλογίζομαι, αναλύομαι, έχω μυστηριακή ζωή, πάω στην εκκλησία».
Πού σκοπεύετε; «Πετώ τις ταπετσαρίες που τόσα χρόνια είχαν κολλήσει πάνω μου όλοι οι ένοικοι που έχουν ζήσει μέσα μου· οικογένειες, κοινωνίες, μορφώσεις, έρωτες. Και με αγάπη και σεβασμό λέω «Με συγχωρείτε, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω, αλλά πρέπει να ζήσω κι εγώ». Οπότε, οι ταπετσαρίες που μας υπηρέτησαν κάποια όνειρα και κάποιες εποχές, τώρα θα φύγουν γιατί θέλω να δω τι βρίσκεται από κάτω».
Εχει εμφανιστεί η αρχική τοιχογραφία; «Δεν έχω φτάσει στο φρέσκο, αλλά αισθάνομαι καλύτερα· απελευθερωμένος. Και γιατί πιστεύω στην επανάσταση. Η προσωπική επανάσταση είναι αυτή που θα αλλάξει τον κόσμο. Δεν μπορώ να απαιτήσω κάτι καλύτερο από τους άλλους, αν δεν αλλάξω εγώ. Αν τη σχέση μου με εσάς δεν μπορώ να τη φέρω σε ένα όμορφο, αληθινό επίπεδο, πώς θα περιμένω να αλλάξει ο Τσίπρας; Από πού κι ως πού;».
Επί τον τύπον των ήλων, λοιπόν; «Ναι, η αυτογνωσία έχει μακρύ δρόμο –δεν σημαίνει ότι σίγουρα θα μάθω ή θα βρω -, αλλά είναι η ανέλιξη και τα μικρά βήματα που κάνεις προς αυτήν, είναι η διεύρυνση της συνείδησης, η αφύπνιση. Και ακούω και πολλή μουσική και διαβάζω και γράφω…».
Συνθέτετε; «Γράφω, συνθέτω, καταγράφω μουσική· αυτό είναι».
Και ποίηση; «Δεν ξέρω· εγώ είμαι ονειρευτής ονείρων. Γράφω ποίηση, τι σημαίνει; Δεν μου αρέσει η λέξη ποίημα. Αισθάνομαι ενοχή προς αυτήν. Αναδημιουργία είναι. Ανακατασκευή. Γιατί ό,τι γράφω είναι πλασμένο σε βάσεις που έχουν δημιουργήσει άλλοι. Μπορεί να είναι και ποίημα, γιατί δημιουργώ τη λαλιά από την αρχή. Είναι η ασυνάρτητη γλώσσα του δικού μου ονείρου».
Με λέξεις πέρα από τις λέξεις; «Ναι. Με μεταλέξεις. Αυτό μπορεί να είναι. Μου είναι πάρα πολύ συγκινητικό ένα «κάτι», που ίσως είναι το «τίποτα». Αλλά μπαίνεις στην τρύπα του «τίποτα» και βλέπεις εκεί να κρύβεται το παν».
Ωραία θα ήταν μια συνέντευξη χωρίς λόγια. Γιατί δύσκολα καταγράφεται η ατμόσφαιρα μιας συζήτησης. Η αίσθησή της και η αίσθηση του άλλου. «Οπως ο Μπέκετ, που έχει κάνει θεατρικό χωρίς ηθοποιούς. Είπατε, όμως, μια λέξη που μου αρέσει πάρα πολύ. Τη λέξη «συζήτηση»».
Επειδή ζητάμε το πέραν. «Ακριβώς. Ζητάμε και οι δύο το πέραν».
Και είναι γοητευτικό που δεν ξέρουμε ποιο είναι το πέραν αυτού. «Γι’ αυτό έχει και νόημα. Οπως λέει κάποιος παλιός, σκέπτομαι γιατί δεν γνωρίζω».
Εχει μια εκκεντρικότητα η συζήτησή μας; «Εξαρτάται για ποιον. Για εμάς, δεν νομίζω».
Απελευθερωνόμαστε, διαρρηγνύοντας όρια; «Δεν είναι απελευθέρωση, είναι επαναπροσδιορισμός των υποκειμενικών ορίων».
Τι άλλο κάνετε, κύριε Κουρεντζή; «Εναν εκδοτικό οίκο-φάντασμα με λειτουργικά βιβλία καλλιτεχνών που αγαπώ. Τώρα, εκδώσαμε ένα του ποιητή Παναγιώτη Μερέκου, όπου το κείμενο είναι τυπωμένο ανάποδα, και έχει κι έναν καθρέφτη, ώστε μέσα από αυτόν να έχεις μιαν άλλη ανάγνωση. Κι ένα ακόμη βιβλίο, με μαρμαροσελίδες, που μόνον όταν το πετάξεις στη φωτιά εμφανίζεται το κείμενο, χωρίς, βέβαια, να καίγεται. Εβγαλα κι ένα άρωμα, το «Εαρ 16», που έχει τη μυρωδιά των δακρύων. Τώρα ετοιμάζω το «Θέρος 17″ που είναι σαν να περπατάς στην έρημο και να θυμάσαι την αμμουδιά δίπλα στη θάλασσα και το πολύ ιδιαίτερο φιλί, από την αλμύρα και το ιώδιο, μιας κοπέλας. Είναι συλλεκτικά κομμάτια».
Η μυρωδιά των δακρύων ποια είναι; «Εχει κάτι από όζον, κάτι από αμμωνία, πολλή κάνναβη, είναι των δακρύων, γιατί αγκάλιασες και μύρισες τα μαλλιά μιας κοπέλας και κατάλαβες ότι ερχόταν απ’ τον δρόμο, και έξω ήταν άνοιξη, και ο Επιτάφιος πιο πέρα… Εαρινή χαρμολύπη…».
Γοητεύεστε ακούγοντας τον εαυτό σας να μιλά; «Σπανίως. Συνάντησα στη ζωή μου κάποιες γυναίκες που σαν να ήταν πλασμένες από τη δική μου σάρκα· μου έλεγαν πράγματα που ήθελα ν’ ακούσω και αισθανόμουν ότι είχα μπει σε ένα κλουβί του εαυτού μου. Η φυλακή του εαυτού… Οταν μιλάς, αυτομάτως περιορίζεσαι. Επειδή παίρνεις θέση, κι όταν παίρνεις μία θέση, χάνεις όλες τις άλλες. Αν δούμε την ασημαντότητά μας, το να παίρνεις θέση είναι λίγο κουτό. Αλλά είναι σημαντικό να ξέρεις ότι είναι κουτό. Η αρχή της ελευθερίας είναι να γνωρίζεις πόσο δεσμευμένος είσαι με το όχημα που έχεις. Και εκεί αρχίζουν και διανθίζονται οι δυνατότητες του οχήματος».
«In the deathcar, we’re alive» τραγουδά ο Ιγκι Ποπ. Να ανοίξει και το σώμα και να ξεπεταχτούν τα όργανα, να φύγει το μυαλό;… «Μου είπαν ότι κάποιος επιστήμονας ισχυριζόταν κάποτε ότι όταν δημιουργείται το έμβρυο, είναι ρευστά τα όργανα –φανταστείτε να κολυμπάνε σε ένα περίεργο λυκόφως μέσα στο παιδάκι -, και η καρδιά πηγαινοέρχεται, ανεβαίνει και στον εγκέφαλο, και ύστερα από κάποιους μήνες παίρνει τη θέση της. Εχουμε ίσως μια τέτοια μνήμη να αντιλαμβανόμαστε την καρδιά… Γιατί για ποιον λόγο χρησιμοποιούμε τόσο πολύ τη λέξη «καρδιά»; «Το κάνω με την καρδιά μου…». Επειδή είναι συνυφασμένη με τη ζωή; Με αυτό το δώρο που είναι η ζωή;».
Πώς σκεφτήκατε να μου το πείτε αυτό; «Μου το θυμίσατε. Κι επειδή ήταν μια καταπληκτική κοπέλα αυτή που μου το μετέφερε, και ο λόγος της είχε και τα στοιχεία του «κάποιος»… «κάποτε»…».
Κάποιος… κάποτε… λοιπόν, σας είπε: «Πάρε τη ζωή μου και κάνε τη ό,τι θες»; «Νομίζω ότι αν το εννοούσε, δεν θα το έλεγε. Πάρε τη ζωή μου σημαίνει «μένω χώρια από σένα και προσφέρω τον εαυτό μου σε μία πνευματική πρακτική που σε αφορά»».
Σας απασχολεί η έννοια της σαγήνης; «Τέχνη χωρίς σαγήνη δεν υπάρχει. Ακόμη και ο θρήνος της Ηλέκτρας είναι σαγηνευτικός. Εχει έναν έντονο ερωτισμό. Η σαγήνη είναι ένα αλλόκοτο άγνωστο κενό, όπου αρχίζεις να βλέπεις διαφορετικά τον εαυτό σου. Ενα παράδειγμα: Κατά τη διάρκεια μιας τετράωρης παράστασης, για να μην αποσπαστεί η προσοχή λόγω κόπωσης, πρέπει να δαμάσεις θυμικό και θυμητικό, αυτά τα δύο άλογα που ιππεύεις, για να σωθείς. Εδώ αρχίζει η σαγήνη της υπέρβασης, η λατρευτική περιοχή της τέχνης. Αν σας χαϊδέψω τώρα στην πλάτη ή ύστερα από ένα ταξίδι τεσσάρων ημερών στη Σαχάρα, δεν θα είναι το ίδιο. Η έρημος είναι η άλλη λογική, δεν είναι ποτέ αυτοσκοπός. Είναι σημείο απουσίας και συνάντησης. Αλλά πρέπει να την περάσουμε, αν θέλουμε να δούμε μια άλλη όψη των πραγμάτων».
Η έρημος απέναντι από την Ακρόπολη… Η Αθήνα, αλήθεια, πώς σας φαίνεται; «Εχει γίνει πολύ μελαγχολικός τόπος. Δεν περνάω καλά. Αισθάνομαι τον κόσμο πολύ καταβεβλημένο, θλίβομαι γιατί βλέπω πώς συρρικνώνεται. Και δεν υπάρχει οίκτος. Ούτε όσοι ζουν εδώ νιώθουν οίκτο για αυτό που τους συμβαίνει. Είναι ένας διαρκής εφιάλτης. Νομίζω, όμως, ότι όσο απαισιόδοξοι κι αν είμαστε, πρέπει να ευχηθούμε στους ανθρώπους να εκμεταλλευτούν αυτή την κακή συγκυρία για να αφυπνιστούν. Κάπου να αφιερωθούν, αφού δεν έχουν και τίποτα να χάσουν. Οπως λέει κι ένας καταπληκτικός μοναχός που συνάντησα στο Αγιο Ορος τελευταία, «έτσι ή αλλιώς χαμένοι είμαστε»».
Μα, ελπίζουμε. «Η ελπίδα είναι μεγάλη, και αν κάποιος θέλει να κρατήσει κάτι καλό από αυτή τη συνέντευξη, να κλείσει τα μάτια, ν’ αδειάσει τη σκέψη και να πει δυνατά πέντε φορές τη λέξη «ελπίς»· και θα δει πώς θ’ αλλάξει».
Εχει σημασία πώς λειτουργούν το συναίσθημα, το σώμα, τα συσσωρευμένα αύριο και τα συσσωρευμένα χθες. «Ο άνθρωπος πρέπει να απενοχοποιηθεί και να ζει στο τώρα. Τα «θέλω» και τα «αύριο» και τα «οϊμέ τού χθες» επισκιάζουν το σήμερα. Πλένουμε το σώμα μας, δεν πλένουμε, όμως, το πνεύμα μας. «Πλυνείς με, και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι». Από τους ψαλμούς του Δαβίδ».
Θα θέλατε να γίνετε αυτοκράτωρ; «Οχι, δεν θέλω τον φθόνο. Θέλω αγάπη να μοιράζομαι με τους άλλους. Αγαπώ τους ανθρώπους».
Στην Αθήνα, πότε θα εμφανιστείτε; «Στις 6 Μαρτίου, στο Μέγαρο, με την 1η Συμφωνία του Μάλερ και με το κοντσέρτο για βιολί «Στη μνήμη ενός αγγέλου» του Αλμπαν Μπεργκ».
Και θα κατεβούν στο Μέγαρο οι άγγελοι –όπως λέτε όταν επιτυγχάνεται η θεϊκή μουσική μέθεξη! Μεγάλη χαρά αυτή η συνάντησή μας! «Και για μένα».
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ