Στρατηγικός κακοπληρωτής εκτιμάται ότι είναι 1 στους 6 δανειολήπτες στην επιχειρηματική πίστη, σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία επισημαίνει την ανάγκηγια άμεσηδιευθέτηση διαφόρων εκκρεμοτήτων που αφορούντο νομοθετικό πλαίσιο διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων.
Από τη μελέτη δείγματος επιχειρήσεων όλων των μεγεθών, με συνολικά ανοίγματα 57 δις. ευρώ το 2015, εκ των οποίων τα 19 δις. ευρώ είναι μη εξυπηρετούμενα, προκύπτει ότι από το 2010 έως σήμερα το 16% περίπου των δανειοληπτών κατά μέσο όρο, εμφανίζει χαρακτηριστικά στρατηγικού κακοπληρωτή.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το ποσοστό των στρατηγικών κακοπληρωτών στο σύνολο των δανειοληπτών με δάνεια σε καθυστέρηση φαίνεται να διατηρείται σχετικά σταθερό σε όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, εξέλιξη ωστόσο που οφείλεται στογεγονός ότι η αύξηση του ποσοστού των στρατηγικών κακοπληρωτών στο σύνολο των δανειοληπτών αντισταθμίστηκε από το συνεχώς μεγαλύτερο ποσοστό των δανειοληπτών με αντικειμενική αδυναμία εξυπηρέτησης των δανείων τους, ως αποτέλεσμα των συνθηκών ύφεσης και έλλειψης ρευστότητας.
Τα ανωτέρω ευρήματα δεν διαφοροποιούνται ουσιωδώς ως προς τη γεωγραφική κατανομή, ενώ όσον αφορά την κλαδική κατανομή, χωρίς να υπάρχουν πολύ μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των κλάδων, φαίνεται ότι συγκριτικά μεγαλύτερο ποσοστό στρατηγικών κακοπληρωτών εμφανίζεται σε κλάδους που σχετίζονται με τις κατασκευές και την αγορά ακινήτων, αλλά και σε εκείνους της βιομηχανίας, των πληροφοριών και επικοινωνιών, καθώς και των διοικητικών και υποστηρικτικών υπηρεσιών.
Όσον αφορά τους προσδιοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισηςσυμπεριφοράς στρατηγικού κακοπληρωτή, φαίνεται ότι επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό ή χαμηλή αξία εξασφαλίσεων ή υψηλή κερδοφορία είναι πιθανότερο να εμφανιστούν ως στρατηγικοί κακοπληρωτές.
Ίδια συμπεριφορά φαίνεται να έχουν και οι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους και ηλικίας. Ενδεικτικά, φαίνεται ότι οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις έχουν 30% μεγαλύτερη πιθανότητα από τις μικρού ή μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις να γίνουν στρατηγικοί κακοπληρωτές, ενώ μεταξύ επιχειρήσεων που αθετούν τις δανειακές τους υποχρεώσεις εκείνες που εμφανίζουνυψηλή κερδοφορία εμφανίζουν κατά 62% αυξημένη πιθανότητα στρατηγικής αθέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων.
Ανοιχτά ζητήματα
Η Τράπεζα της Ελλάδος στην έκθεσή της επισημαίνει την ανάγκη ολοκλήρωσης του θεσμικού πλαισίου διαχείρισης των κόκκινων δανείων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν μεταξύ άλλων και τα παραπάνω ζητήματα και να επιταχυνθεί η αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Ειδικότερα, χαρακτηρίζει θετικό το γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες έχουν γίνει αρκετά βήματα σε επίπεδο νομοθετικών πρωτοβουλιών, ρυθμιστικού πλαισίου και ενεργειών των τραπεζών.
Θετική συνεισφορά εκτιμάται ότι θα έχει και η υποχρέωση των τραπεζών να επιτυγχάνουν συγκεκριμένους επιχειρησιακούς στόχους ως προς τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενωνδανείων τους (π.χ. στόχος για τη μείωση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων,για την προώθηση μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων κ.λπ.).
Οι επιχειρησιακοί αυτοί στόχοι συμφωνήθηκαν τον Ιούνιο του 2016 μετά από διαβούλευση της Τράπεζας της Ελλάδος και της ΕΚΤ με τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Ενδεικτικά εκτιμάται ότι για την περίοδο Ιουνίου 2016-Δεκεμβρίου 2019 οι συστημικές τράπεζες θα μειώσουν το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά περίπου 38% (ή περίπου 40 δισεκ. ευρώ).
Η μείωση αυτή θα επιτευχθεί μέσω μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων και οριστικών διευθετήσεων, επιλεκτικών διαγραφών δανείων, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων και πωλήσεων δανείων.
Εκτός από τις προσπάθειες των τραπεζών, η Πολιτεία έχει προχωρήσει στην εφαρμογή τηςεθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με σειρά νομοθετημάτων σχετικά με:
―την επιτάχυνση των διαδικασιών στα Ειρηνοδικεία και Πρωτοδικεία και της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και τη βελτίωση του τρόπου κατανομής των εσόδωναπό αυτή,
― τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων νοικοκυριών, ώστε να προστατεύονται οι ευάλωτοι δανειολήπτες, αλλά να μη μπορούν να επωφεληθούν από τις σχετικές διατάξεις δανειολήπτες που στρατηγικά επιλέγουν να είναι κακοπληρωτές,
―την απλοποίηση των διαδικασιών εξυγίανσης και ειδικής εκκαθάρισης επιχειρήσεων και
― τη δυνατότητα ανάθεσης από τα πιστωτικά ιδρύματα της διαχείρισης ή μεταβίβασης εξυπηρετούμενων (υπό προϋποθέσεις) και μη εξυ-πηρετούμενων ανοιγμάτων σε εταιρίες διαχείρισης και εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων.
Τα εμπόδια
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι αρχές έχουν εντοπίσει κάποια επιμέρους θεσμικά εμπόδια που παραμένουν και σχεδιάζουν τρόπους για την αντιμετώπισή τους.
Ενδεικτικά, εξετάζεται βελτίωση του πλαισίου για την εξωδικαστική διευθέτηση οφειλών ώστε να διασφαλίζεται ταχεία, αποτελεσματική και διαφανής λύση των χρεών προς τον ιδιωτικό αλλά και το δημόσιο τομέα.
Επιπροσθέτως, μελετώνται τροποποιήσεις στη νομοθεσία για ζητήματα που σχετίζονται με τηφορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο και των διαγραφών δανείων, τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι των μη συνεργαζόμενων μετόχων κατά την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων και τη νομική προστασία των στελεχών τωντραπεζών και δημόσιων φορέων κατά την εξυγίανση επιχειρήσεων.
«Με την πλήρη εφαρμογή όλων των προαναφερθέντων οι τράπεζες θα ωφεληθούν από τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού, της κερδοφορίας και της ρευστότητάς τους» τονίζει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Επιπλέον, αναφέρει ότι «η διευκόλυνση, μέσω κατάλληλων ρυθμίσεων, της εξυπηρέτησης του χρέους των επιχειρήσεων θα ωφελήσει την πραγματική οικονομία συμβάλλοντας θετικά στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας, στην προσέλκυση επενδύσεων και εν γένει την ανάπτυξη».