Τελικά, ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας συνεπής πολιτικός. Όχι βέβαια προς το καθήκον του για τον τόπο, αλλά σίγουρα προς τον εαυτό του και την πολιτεία του στα δημόσια πράγματα της χώρας. Και με οδηγό αυτό το κριτήριο της ανόθευτης ιδιοτέλειας εισήλθε πλέον στην τελική ευθεία μιας περιόδου την οποία χάραξε με έναν και μοναδικό στόχο: να πετύχει, και πάλι, αυτό που (θεωρεί ότι) τον βολεύει, ανεξάρτητα από τη ζημιά που μπορεί να προκαλέσει στον τόπο.
Συνεπής προς τα πρωτοφανή ψέματα που έφεραν αυτόν και τον Καμένο στην εξουσία, συνεπής προς τη διπλή αθλιότητα του δημοψηφίσματος (και που το έκανε και που κορόιδεψε αφού το έκανε), συνεπής ως προς την απόλυτη υποκρισία του προς όλους, αλλά και συνεπής ως όψιμος υποτακτικός της καγκελαρίας στην οποία προστρέχει τώρα γονυπετής σα να τρέχει στη μαμά του, ο Τσίπρας υπήρξε, πάνω απ’ όλα, συνεπής στο πόσο κακό έκανε στην Ελλάδα: ακόμα και με το επικείμενο πολιτικό του τέλος καταφέρνει και πάλι να τη βλάψει.
Φυσικά ουδείς είναι πια τόσο αφελής ώστε να πιστεύει ότι ο Τσίπρας, ο οποίος έχει υπογράψει και ότι αποδέχεται τα πλεονάσματα του 3,5% επί δεκαετία και ότι δεν μπορεί να κάνει ότι θέλει με τα πλεονάσματα (της υπερφορολόγησης και της διάλυσης) μοίρασε αυτά τα χρήματα γιατί τον έπιασε ο πόνος για τη φτώχια στην Ελλάδα. Σανίδα πολιτικής σωτηρίας έψαχνε ο άνθρωπος, η οποία, όμως, αποδείχθηκε σάπια.
Αύριο θα δει τη Μέρκελ ικέτης και θα εισπράξει την απάντηση που ήδη πλέον γνωρίζει. Και, μεθαύριο, ίσως βάλει ξανά να παίζει η κασέτα «Μανταμ Μέρκελ» του «μερκελισμού».
Και, αμέσως μετά, θα δει μπροστά του δύο δρόμους: ή την οπισθοχώρηση και τον πλήρη εξευτελισμό του, είτε το όψιμο ψευτοαντάρτικο και την ηρωική έξοδό του ως σανίδα τελικής σωτηρίας.
Είναι βέβαιο ότι και πάλι θα επιλέξει εκείνο που θα κρίνει ότι μπορεί να επιφέρει το μεγαλύτερο πιθανό όφελος για τον ίδιο, αδιαφορώντας, όπως κάθε φορά, για την Ελλάδα, που θα τον πληρώνει πολύ ακριβά μέχρι το τέλος…