Ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι επιχειρηματίες διακρίνουν μεγάλες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης σε μια επανενωμένη Κύπρο. Ωστόσο, δεν αποκλείουν και εμφάνιση νέων προβλημάτων.

Εκπρόσωποι του Κυπριακού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου συναντήθηκαν εκ νέου προ ημερών με μέλη του τουρκοκυπριακού Εμπορικού Επιμελητηρίου σε ένα πολυτελές εστιατόριο της Λευκωσίας. Τέτοιες συναντήσεις δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο. Τα δύο επιμελητήρια διατηρούν επαφές εδώ και πολλά χρόνια. Ειδικός προσκεκλημένος στο επιχειρηματικό δείπνο και ο Τίμο Χάινο, πρέσβης της Φινλανδίας στην Κύπρο. Σε διάλεξή του με τίτλο «Re-Branding Cyprus», μίλησε για την ανάγκη να αποκτήσει η Κύπρος ένα νέο εμπορικό προφίλ, επισημαίνοντας ότι «αν επέλθει η επανένωση τότε η χώρα θα αλλάξει. Γι’ αυτό θα χρειαστεί ένα είδος rebranding». Όπως εξήγησε ο φινλανδός πρέσβης στην Κύπρο, η χώρα του πέρασε μία αντίστοιχη διαδικασία πριν από περίπου πέντε χρόνια. Ο ίδιος ενθάρρυνε τους ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους επιχειρηματίες, υπογραμμίζοντας ότι «το ζήτημα είναι να εντοπίσει κανείς τα ισχυρά σημεία της χώρας και να τα εκπέμψει στον κόσμο. (…) Είναι προφανές ότι σε περίπτωση επανένωσης της Κύπρου θα προκύψει πλειάδα νέων ευκαιριών».


Η επανένωση ως… επένδυση

Οι εκπρόσωποι του ελληνοκυπριακού και τουρκοκυπριακού επιχειρηματικού κόσμου δεν χρειάζεται να πειστούν για τα επιχειρήματα του φινλανδού διπλωμάτη. Εξάλλου και το 2004 είχαν πει ένα ηχηρό «ναι» στο Σχέδιο Ανάν για επανένωση. Αυτό είχε υπερψηφίσει και η πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων, με τα τρία τέταρτα των Ελληνοκυπρίων να το απορρίπτουν. Ο πρόεδρος του Κυπριακού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου Φειδίας Πηλείδης ελπίζει σε διαφορετική έκβαση σε περίπτωση αντίστοιχου δημοψηφίσματος. «Η μεγαλύτερη επένδυση που μπορεί να κάνει ο κυπριακός λαός είναι να επενδύσει σε μια λύση και στην επανένωση», σχολίασε. Ο Φειδίας Πηλείδης εξήγησε ότι οι επιχειρήσεις θα έχουν δικαίωμα να διατηρούν την έδρα τους σε όλο το νησί, θα χρειαστούν μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές, μεταξύ άλλων για την ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου. Επίσης μια επανενωμένη Κύπρος θα ήταν ακόμη πιο ελκυστικός προορισμός για τους τουρίστες, αλλά πάνω από όλα, όπως υπογραμμίζει, «η τουρκική αγορά θα άνοιγε για την Κύπρο – μια δυναμική αγορά 80 εκατομμυρίων ανθρώπων».

Σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις της Κύπρου, που δεν αναγνωρίζεται από την Τουρκία, οι τουρκοκύπριοι επιχειρηματίες έχουν πρόσβαση στην Τουρκία. Από εκεί προέρχεται το 60% των εισαγωγών της βόρειας Κύπρου και εκεί καταλήγει το 55% των τουρκοκυπριακών εξαγωγών. Σε περίπτωση επανένωσης της χώρας θα μπορούσαν να υπάρξουν κοινές επιχειρηματικές δράσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στην τουρκική αγορά. Αυτής της γνώμης δεν είναι μόνο ο Φειδίας Πηλείδης αλλά και ο Φίκρι Τόρος, πρόεδρος του Τουρκοκυπριακού Εμπορικού Επιμελητηρίου. Όπως εξηγεί, «απέχουμε πολύ από το να εξαντλήσουμε τις δυνατότητές μας» και εκτιμά ότι η επανένωση προσφέρει αυτή την ευκαιρία. Το ευρωπαϊκό δίκαιο θα μπορούσε έτσι να επεκταθεί στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, οι εντάσεις θα αποκλιμακώνονταν και οι αβεβαιότητες σε περιουσιακά ζητήματα θα τερματίζονταν. Έτσι θα προέκυπτε ένα περιβάλλον ευνοϊκό για ξένες επενδύσεις, επισήμανε ο Φίκρι Τόρος.


Η εναρμόνιση θα χρειαστεί χρόνο

Ο κύπριος υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδης εκφράζει τη βεβαιότητα ότι ενδεχόμενη επανένωση της Κύπρου θα έδινε «οικονομική ώθηση με τεράστιες ευκαιρίες για νέες επενδύσεις και οικονομικές δραστηριότητες» όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε περιφερειακό επίπεδο με το άνοιγμα της τουρκικής αγοράς. Ως εκ τούτου, εκτιμά ο κύπριος υπουργός, το κατά κεφαλήν εισόδημα στο βόρειο τμήμα του νησιού θα προσέγγιζε το αντίστοιχο του κυπριακού Νότου, το οποίο είναι σήμερα διπλάσιο. Προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι κατά τον κ. Γεωργιάδη οι διατάξεις του ευρωπαϊκού δικαίου να εφαρμοστούν το ταχύτερο δυνατό και στη βόρεια Κύπρο.

Ωστόσο, σε ορισμένους τομείς ενδέχεται να υπάρξουν μεταβατικές περίοδοι. Αυτές μπορεί να διαρκέσουν έως και έξι χρόνια, σημειώνει ο Φίκρι Τόρος, ο οποίος εκτιμά ότι αυτή η διαδικασία εναρμόνισης είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που καλούνται να διαχειριστούν οι Τουρκοκύπριοι. Ο πρόεδρος του Τουρκοκυπριακού Εμπορικού Επιμελητηρίου επιρρίπτει αποτυχία στην ΕΕ, τονίζοντας ότι από τη δεκαετία του 1990 η Κομισιόν προσπάθησε να φέρει πιο κοντά στην Ένωση αποκλειστικά και μόνο το νότιο τμήμα της Κύπρου. Ελπίδα του Φίκρι Τόρος είναι σε περίπτωση επανένωσης να δοθεί στο βόρειο τμήμα της Κύπρου μια περίοδος προσαρμογής για την εφαρμογή των ευρωπαϊκών οδηγιών και προδιαγραφών, ωστόσο δεν είναι καθόλου βέβαιος ότι αυτή η διευκόλυνση θα γίνει.

Παναγιώτης Κουπαράνης