Ο Τυνήσιος καπετάνιος του πλοίου που ναυάγησε τον Απρίλιο του 2015 στα ανοικτά των ιταλικών ακτών, παρασύροντας στον θάνατο σχεδόν 700 ανθρώπους, καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή και εμπορία ανθρώπων και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 18 ετών στη δίκη του στην Κατάνια της Ιταλίας.
Μόλις 28 άνθρωποι επέζησαν από το ναυάγιο του μικρού πλεούμενου στα ανοικτά της Λιβύης. Πολλοί από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που μετέφερε ήταν παγιδευμένοι στο αμπάρι.
Ο 28χρονος Μοχάμεντ Αλί Μαλίκ ήταν ένας από τους ανθρώπους που διασώθηκαν. Αρνήθηκε ότι κυβερνούσε το μοιραίο πλοίο και διαβεβαίωσε πως είχε πληρώσει για το ταξίδι όπως και όλοι οι υπόλοιποι, αλλά το δικαστήριο της Κατάνιας όπου δικάστηκε απέρριψε την υπεράσπισή του.
Καταδικάστηκε επίσης ένας 26χρονος Σύρος, ο Μαχμούντ Μπιχίτ, σε πέντε χρόνια φυλάκιση για εμπορία ανθρώπων. Σύμφωνα με επιζήσαντες, ο Μπιχίτ ήταν ορντινάτσα του καπετάνιου. Ο ίδιος διέψευδε ότι διέπραξε οποιοδήποτε αδίκημα.
Και στους δύο επιβλήθηκαν επίσης πρόστιμα ύψους 9 εκατομμυρίων ευρώ. Οι συνήγοροί τους δήλωσαν ότι θα ασκήσουν έφεση στις καταδίκες.
«Θεωρούμε ότι έχουμε ορισμένα ισχυρά επιχειρήματα και θα προσπαθήσουμε να ενισχύσουμε κάποια από τα πιο αδύναμα σημεία της υπεράσπισης» ανέφερε ο Μάσιμο Φεράντε, ο οποίος εκπροσωπεί τον Μαλίκ.
Η τραγωδία ανάγκασε τους ηγέτες της ΕΕ να ενισχύσουν σημαντικά τη δύναμη που εκτελεί αποστολές έρευνας και διάσωσης στη Μεσόγειο, εξέλιξη που τελικά οδήγησε στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ακτοφυλακής και συνοριοφυλακής.
Τα τελευταία τρία χρόνια σχεδόν μισό εκατομμύριο άνθρωποι έκαναν τον διάπλου της Μεσογείου κι έφθασαν στις ιταλικές ακτές, ενώ την ίδια περίοδο σχεδόν 12.000 έχασαν τη ζωή τους στην προσπάθειά τους να φθάσουν στην Ευρώπη σε αναζήτηση καλύτερης ζωής, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (IOM).
Εισαγγελείς υποστήριξαν πως ο Μαλίκ έκανε λαθεμένους ελιγμούς με το παραφορτωμένο αλιευτικό, που είχε αποπλεύσει από το Νταράμπλι της Λιβύης με εκατοντάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά από την Αλγερία, τη Σομαλία, την Αίγυπτο, τη Σενεγάλη, τη Ζάμπια, το Μαλί, το Μπανγκλαντές και την Γκάνα.
Κατά την εκδοχή των εισαγγελέων ο καπετάνιος προκάλεσε τη σύγκρουση με ένα πορτογαλικό εμπορικό πλοίο που είχε σπεύσει στην περιοχή για να προσφέρει βοήθεια στους επιβαίνοντες στο αλιευτικό. Όταν οι πανικόβλητοι επιβάτες προσπάθησαν να απομακρυνθούν από την πλευρά του σκάφους που συγκρούστηκε με το εμπορικό, το αλιευτικό ανατράπηκε και βυθίστηκε μέσα σε ελάχιστα λεπτά.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Καρμέλο Τζούκαρο η υπόθεση δείχνει πως οι ιταλικές αρχές έχουν το δικαίωμα να δικάζουν πρόσωπα τα οποία ευθύνονται για ναυτικά δυστυχήματα σε διεθνή ύδατα.
Το ιταλικό σύστημα δικαιοσύνης ανέλαβε την υπόθεση διότι οι επιζήσαντες μεταφέρθηκαν στην Ιταλία. Οι ιταλικές αρχές προχώρησαν στην ανέλκυση του ναυαγισμένου πλοίου και την ανάσυρση 675 σορών τον Ιούνιο.