Επίθεση στο ΔΝΤ και τον Πολ Τόμσεν για τις θέσεις του σε άρθρο του, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να λάβει πρόσθετα μέτρα για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος διάσωσης εξαπολύει ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος με δηλώσεις του στο Guardian.
Όπως αναφέρει ο κ. Τσακαλώτος, το ΔΝΤ δεν λέει όλη την αλήθεια όταν αναφέρει ότι δεν ζητά περισσότερη λιτότητα, αλλά ότι η Αθήνα «συμφώνησε» σε υψηλότερα πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%.
Ο κ. Τσακαλώτος σημειώνει ότι το ΔΝΤ, επιδιώκοντας να «βγαίνουν τα νούμερα» του προγράμματος, προωθεί πλέον πολιτικές που θα αυξήσουν την ανισότητα και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Απαντά δε στα όσα αναφέρει ο Πολ Τόμσεν περί φοροαπαλλαγών και συντάξεων που συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών των πλουσιότερων χωρών στην Ευρώπη, σημειώνοντας ότι:
«Οι ελληνικές δαπάνες για συντάξεις και άλλα επιδόματα διαμορφώνονται περίπου στο 70% του ευρωπαϊκού μέσου όρου και στο 52% αυτών στη Γερμανία.
Είναι δυνατόν, όταν το 45% των συνταξιούχων λαμβάνουν μηνιαίως αποδοχές κάτω του ορίου της φτώχειας των 665 ευρώ και σχεδόν 4 εκατ.πολίτες, πάνω από το 30% των Ελλήνων, έχουν χαρακτηριστεί ότι κινδυνεύουν από φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό, το βασικό πρόβλημα της χώρας να είναι ότι οι συντάξεις και οι φοροαπαλλαγές είναι υπερβολικά γενναιόδωρες;
Την ίδια στιγμή, ο μόνος λόγος που περισσότεροι άνθρωποι εξαιρούνται από την πληρωμή φόρου εισοδήματος, είναι ότι λιγότεροι Ελληνες λαμβάνουν αξιοπρεπή εισοδήματα.
Οπότε, το ΔΝΤ που θεωρητικά επανεξετάζει τη σχέση μεταξύ ανάπτυξης και ανισότητας, και ορθώς δίνει έμφαση στη σημασία περιεκτικής ανάπτυξης, δείχνει να μην γνωρίζει ότι η περαιτέρω μείωση των συντάξεων και των φοροαπαλλαγών θα αυξήσει τελικά τόσο την ανισότητα όσο και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Όμως τουλάχιστον τα νούμερα θα βγαίνουν.»
Οπως αναφέρει ο Guardian, ο υπουργός αρνήθηκε ότι η Αθήνα έχει συμφωνήσει με την απαίτηση της ευρωζώνης να κυνηγήσει πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μετά και τη λήξη του προγράμματος το 2018. Αντ’ αυτού, είπε, η ελληνική κυβέρνηση προσέφερε έναν συμβιβασμό στο eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου. «Υπογράμμισα τη θέση της κυβέρνησης ότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα σε μια χώρα όπως η Ελλάδα μετά από όσα έχει περάσει κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν έχουν οικονομικό ή πολιτικό νόημα», σημειώνει.
«Κάποια κράτη μέλη στήριζαν τη θέση πως το 3,5% θα πρέπει να διατηρηθεί για δέκα χρόνια· άλλα εργάζονταν προς έναν συμβιβασμό πέντε ετών. Η Ελληνική θέση ήταν πως κανένα από αυτά δεν λειτουργούσε για την Ελλάδα και προτείναμε τον συμβιβασμό να πάμε κατευθείαν κάτω στο 2,5%, συμφωνώντας όμως με τους θεσμούς πως η μείωση της μιας ποσοστιαίας μονάδας από το 3,5% θα πρέπει να δαπανηθεί αποκλειστικά στη μείωση φόρων για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.
Ποια ήταν η απάντηση του ΔΝΤ; Το ΔΝΤ υποστήριξε στο Eurogroup πως «δεν έχει σημασία για εμάς αν είναι τρία, πέντε ή δέκα χρόνια υψηλών πλεονασμάτων, θα πρέπει και πάλι να δούμε περισσότερα μέτρα για να βγουν τα νούμερα αφού δεν νομίζουμε πως το 3,5% είναι επιτεύξιμο χωρίς τέτοια μέτρα». Δεν μπήκε στον κόπο να εξετάσει τη συμβιβαστική μας πρόταση.
Άρα η Ελλάδα δεν έχει «συμφωνήσει» σε τίποτα ακόμα. Ωστόσο, βρίσκεται υπό έντονη πίεση από τους πιστωτές της να το πράξει. Το ΔΝΤ έχει κάνει ελάχιστα για να αμβλύνει αυτή την πίεση. Αντί να έχει το θάρρος της γνώμης του και να μας βοηθήσει να μειώσουμε το μέγεθος και/ή το χρονοδιάγραμμα των πλεονασμάτων, ασκεί όλη του την πίεση σε μας για να συγκεκριμενοποιήσουμε νέα μέτρα λιτότητας για το 2019 και μετά», καταλήγει ο υπουργός οικονομικών.
Το κείμενο Τσακαλώτου στον Guardian
«Φειδωλοί με την αλήθεια»
Οι κ.κ. Obstfeld και Thomsen, σε ένα κείμενό τους που δημοσιεύτηκε χθες το βράδυ, υποστηρίζουν ότι το ΔΝΤ δεν ζητά περισσότερα μέτρα λιτότητας, αλλά μάλλον είναι το θύμα μιας «παράξενης» προδιάθεσης της Ελλάδας να «συμφωνήσει» σε υψηλότερους πρωτογενείς δημοσιονομικούς στόχους του 3,5% του ΑΕΠ στην περίοδο μετά το πρόγραμμα. Η ανάλυση βασίζεται σε μια ιδιότυπη αντίληψη του όρου «συμφωνία». Και είναι μια ανάλυση φειδωλή με την αλήθεια.
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου Eurogroup, εξέφρασα τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, ότι υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για μια οικονομία όπως αυτή της Ελλάδας, δοθέντων των όσων έχει περάσει κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν έχουν καμία οικονομική ή πολιτική λογική. Ορισμένα κράτη-μέλη υποστήριξαν τη θέση ότι το ποσοστό 3,5% θα πρέπει να διατηρηθεί για δέκα χρόνια· άλλοι προσανατολίζονται στην κατεύθυνση ενός συμβιβασμού πέντε ετών. Η ελληνική θέση ήταν και είναι ότι κανένα από τα δύο δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει για την Ελλάδα και προτείναμε τη συμβιβαστική λύση της άμεσης μείωσης στο 2,5%, αλλά μετά από συμφωνία με τους θεσμούς ότι οι πόροι που θα απελευθερωθούν από τη μείωση της μίας ποσοστιαίας μονάδας (1%) από το 3,5% θα πρέπει να δαπανηθούν εξ ολοκλήρου στη μείωση των φόρων για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Ποια ήταν η απάντηση του ΔΝΤ; Το ΔΝΤ υποστήριξε στο πλαίσιο του Eurogroup ότι: «Δεν έχει σημασία για μας αν θα είναι υψηλά τα πλεονάσματα για τρία, πέντε ή δέκα χρόνια, θα πρέπει να βρούμε περισσότερα μέτρα ώστε οι «αριθμοί να βγαίνουν» δεδομένου ότι δεν νομίζουμε ότι το 3,5% είναι εφικτός στόχος χωρίς τέτοια μέτρα». Δεν μπήκαν καν στον κόπο να σχολιάσουν την συμβιβαστική μας πρόταση.
Άρα, η Ελλάδα δεν έχει «συμφωνήσει» σε τίποτα ακόμα. Ωστόσο, είναι κάτω από έντονη πίεση από τους πιστωτές της να το πράξει. Το ΔΝΤ έχει κάνει ελάχιστα για να αμβλύνει αυτή την πίεση. Αντί να έχει το θάρρος της γνώμης του και να μας βοηθήσει να μειώσουμε το μέγεθος ή / και τη χρονική περίοδο των πλεονασμάτων, βάζει όλη την πίεση σε εμάς για να καθορίσουμε νέα μέτρα λιτότητας για το 2019 και μετά. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι εξακολουθεί να προτιμά το 1,5%, για το οποίο σχεδόν όλοι οι οικονομολόγοι θα συμφωνούσαν ότι απέχει πολύ από το 3,5%. Ωστόσο, σε καμία στιγμή κατά τη διάρκεια της συζήτησης, το ΔΝΤ δεν υπαινίχτηκε καν την ιδέα, ότι αν δεν μειωθούν τα πλεονάσματα, τότε δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα.
Ως προς τη θέση ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να εκσυγχρονίσει την οικονομία της ενισχύοντας την χρηματοδότηση για υποδομές και για καλά στοχευμένα κοινωνικά προγράμματα ενώ παράλληλα απαλλάσσει πάνω από τα μισά νοικοκυριά από τη φορολογία εισοδήματος, και καταβάλλει δημόσιες συντάξεις στα επίπεδα των πλέον πλούσιων Ευρωπαϊκών χωρών», αυτό που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι οι δαπάνες της Ελληνικής κυβέρνησης τόσο για τις συντάξεις όσο και για άλλα επιδόματα είναι περίπου στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και στο 52% εκείνου της Γερμανίας.
Όταν περίπου το 45% των συνταξιούχων έχουν μηνιαίες αποδοχές κάτω από το όριο της φτώχειας των € 665, και σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού, έχουν χαρακτηριστεί ότι κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό, είναι δυνατόν το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα να είναι ότι οι συντάξεις και το αφορολόγητο όριο είναι πολύ γενναιόδωρα; Την ίδια στιγμή, ο μόνος λόγος για τον οποίο περισσότεροι άνθρωποι απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου εισοδήματος είναι ότι λιγότεροι άνθρωποι έχουν αξιοπρεπή εισοδήματα. Έτσι, το ΔΝΤ, το οποίο υποτίθεται ότι επανεξετάζει τη σχέση μεταξύ της ανάπτυξης και της ανισότητας -και δικαίως τονίζει τη σημασία της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς- φαίνεται να αγνοεί ότι η περαιτέρω μείωση των συντάξεων και η αύξηση του αφορολόγητου ορίου δεν μπορεί παρά να αυξήσουν τόσο την ανισότητα όσο και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Όμως, τουλάχιστον τότε… οι αριθμοί θα βγαίνουν.
Ο Οξφορδιανός φιλόσοφος J. L. Austen ήταν ιδιαίτερα επικριτικός στην επιχειρηματολογία που βασίζεται στην ακόλουθη τεχνική: τη μια στιγμή λες κάτι και την άλλη το παίρνεις πίσω. Στο ΔΝΤ μπορεί να ασκηθεί κριτική για τη χρήση αυτής ακριβώς της τεχνικής. Ζητά από τους Έλληνες συνταξιούχους και τις φτωχότερες τάξεις μισθωτών να είναι φειδωλοί στις ανάγκες τους, την στιγμή που το ίδιο το ΔΝΤ είναι φειδωλό με την αλήθεια.