«Δεν έχει το θάρρος της γνώμης του», είναι το σχόλιο κορυφαίων μελών του οικονομικού επιτελείου για το άρθρο παρέμβαση του Πολ Τόμσεν.

Κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου που παραχώρησαν ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο αναπληρωτής υπουργός, Αλέξης Χαρίτσης, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης και η υπουργός Τουρισμού Ελενα Κουντουράστο περιθώριο του 18ου Ετήσιου Capital Link Invest in Greece in Forum που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη ερωτήθηκαν και γαι τα όσα είπε ο κ. Τόμσεν στο άρθρο του.

Συγκεκριμένα, ο κ. Σταθάκης, ερωτώμενος για τους ισχυρισμούς Τόμσεν ότιτο ΔΝΤ δεν είναι αυτό που θέλει τη λιτότητα και ότι αν η Ελλάδα συμφωνήσει με τους Ευρωπαίους για πιο φιλόδοξα πρωτογενή πλεονάσματα θα πρέπει να νομοθετήσει είπε :«Οι απαντήσεις είναι δεδομένες. Η Ελλάδα έχει συμφωνήσει ένα πλαίσιο με τους Ευρωπαίους. Συνεχίζουμε να συζητάμε.Αυτό το πλαίσιο έχει ως βάση το 2018 που έχει πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Η θέση της κυβέρνησης είναι απόλυτα σαφής. Δεν πρόκειται να νομοθετήσει κανένα επιπρόσθετο μέτρο. Άρα από εκεί και πέρα είναι θέμα του νέο κύκλου των συζητήσεων και διαπραγματεύσεων προκειμένου να υπάρξει ένα πλαίσιο».

Ο κ. Παπαδημητρίου, από την πλευρά του, σχολιάζοντας τα επιχειρήματα Τόμσεν ότι ο προϋπολογισμόςείναι αναπτυξιακό εμπόδιο, γιατί δεν αντιμετωπίζει δύο βασικά προβλήματα, που είναι οι φοροαπαλλαγές και οι γενναιόδωρες συντάξεις, είπε:«Προφανώς και δεν συμφωνούμε σε αυτά που λέει ο κ. Τόμσεν. O κ. Τόμσεν και το ΔΝΤ έχουν πει πάρα πολλά. Το μόνο πρόβλημα που έχουν κατά την δική μου άποψη είναι ότι το ΔΝΤ δεν έχει το θάρρος της γνώμης του.Όταν λέει ότι χρειαζόμαστε 1,5% πλεόνασμα κι όχι 3,5% % δεν επιμένει σ ΄αυτό. Αλλάζει γνώμη. Οπότε γιατί να πάρω σοβαρά αυτό που λέει ο κ. Τόμσεν ότι οι συντάξεις είναι γενναιόδωρες».

Οι βολές Παπαδημητρίου

Βολές κατά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου εξαπολύει ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, με δηλώσεις του στο Bloomberg στοπλαίσιο της συμμετοχής του στο 18ο Capital Link Forum-Invest in Greece το οποίο πραγματοποιείται στη Νέα Υόρκη.

Αναφορικά με την απαίτηση του ΔΝΤ για τη λήψη προκαταβολικών μέτρων από τώρα, ο κ. Παπαδημητρίου δήλωσε ότι «ζούμε σε έναν ασταθή κόσμο και το να παίρνουμε αποφάσεις το 2016 για το 2019 και πέρα δεν είναι αυτό που θα περίμενε ο καθένας. Οι προβλέψεις του ΔΝΤ μέχρι στιγμής υπήρξαν λανθασμένες, εντυπωσιακά λανθασμένες».

Ως προς τις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι θεσμοί, ο υπουργός Οικονομίας χαρακτήρισε ορισμένες από τις προτάσεις του ΔΝΤ δογματικές και όπως υποστήριξε «έχουν αποτύχει εντυπωσιακά σε άλλες χώρες». Ωστόσο παραδέχθηκε ότι χρειάζονται ακόμα μεταρρυθμίσεις, «αλλά χρειάζεται πολύ προσοχή ώστε οι μεταρρυθμίσεις αυτές να οδηγούν σε ανάπτυξη και ευημερία».

Ερωτηθείς για το αν η Ελλάδα θα ολοκληρώσει τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος εντός του 2016. ο κ. Παπαδημητρίου δήλωσε ότι το χρονοδιάγραμμα της Ελλάδας είναι να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους και ότι αυτό είναι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα, διότι μόλις αυτή ολοκληρωθεί τότε φυσικά τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούν να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Τόνισε πως πρόκειται για μια πολύ σημαντική διαπραγμάτευση και η Ελλάδα θα διαπραγματευθεί με καλή πίστη για να είναι σε θέση να την ολοκληρώσει.

Σε ερώτηση για το ότι ένα από τα προβλήματα που υπάρχουν είναι ότι οι θεσμοί απαιτούν επιπλέον μέτρα ώστε να υπάρχουν πλεονάσματα της τάξης του 3,5%, κάτι που η κυβέρνηση θεωρεί ότι δεν είναι βιώσιμο, ο Υπουργός συμφώνησε ότι το 3,5% δεν είναι βιώσιμο και εντόπισε το πρόβλημα στην ασυμφωνία μεταξύ του ΔΝΤ και των ευρωπαίων ηγετών. Ανέφερε πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται να πιστεύουν ότι η Ελλάδα είναι στο δρόμο της ανάκαμψης και τα τελευταία στατιστικά στοιχεία στηρίζουν αυτή την άποψη. Δήλωσε ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να ολοκληρώσει το πρόγραμμα το 2018 και θα μπορέσει να βγει στις αγορές από τη στιγμή που θα συμμετέχει και στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Η επόμενη ερώτηση αφορούσε το εάν η κυβέρνηση Τσίπρα θα προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι θεσμοί και αν ο Αλέξης Τσίπρας έχει το πολιτικό κεφάλαιο για να κάνει τις μεταρρυθμίσεις αυτές. Ο Υπουργός τόνισε ότι αυτή η κυβέρνηση έκανε περισσότερες αλλαγές σύμφωνα με τις προτάσεις του ΟΟΣΑ σε σύγκριση με οποιαδήποτε προηγούμενη κυβέρνηση.

Ακόμη ρωτήθηκε για τον προϋπολογισμό που ψηφίστηκε και αν το 2,7% ανάπτυξη είναι εφικτό. Ο Υπουργός απάντησε ότι το 2,7% βασίζεται στα μέτρα που έχουν ήδη παρθεί και είναι εφικτό. Σκοπός της κυβέρνησης είναι να μπορέσει να χαμηλώσει την φορολογία και να κάνει τη χώρα πιο ελκυστική για επενδύσεις. Ο προϋπολογισμός είναι ρεαλιστικός και περιέχει ανάπτυξη ύψους 2,7% που δεν αποτελεί μόνο πρόβλεψη της Ελληνικής κυβέρνησης αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Τέλος ο Υπουργός ρωτήθηκε για τα ελληνικά ομόλογα, δεδομένου του γεγονότος της συνολικής ανόδου των αποδόσεων των ομολόγων διεθνώς και απάντησε ότι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων ειδικά έχουν πέσει, σε σχετική βάση, και αυτό είναι ένα θετικό δείγμα.