Ήταν 6 Δεκεμβρίου 1978, όταν οι Ισπανοί προσήλθαν στις κάλπες για να ψηφίσουν σε δημοψήφισμα το νέο τους Σύνταγμα.
Η χώρα είχε κηδέψει τον Φράνκο, είχε βασιλιά τον Χουάν Κάρλος (όπως τον είχε προτείνει ο Φράνκο) και έκανε τα πρώτα βήματα στη Μεταπολίτευση. Το Σύνταγμα εγκρίθηκε τότε με 91,8%, ποσοστό πρωτοφανές και συμμετοχή στο 67,1%.
Έκτοτε στην Ισπανία δεν γινόταν ιδιαίτερη συζήτηση για το θέμα. Οι λόγοι πολλοί: καταρχήν δεν υπήρχαν έντονες πιέσεις για συνταγματικές αλλαγές, έπειτα το Σύνταγμα αυτό ήταν κατά κάποιο τρόπο συνδεδεμένο με τον ίδιο τον Χουάν Κάρλος, επομένως η άποψη που διατυπωνόταν ήταν ότι όσο ο ίδιος είναι στον θρόνο, είναι ελαφρώς άκομψο να συζητηθεί.
Υπήρχε φυσικά και ένας σοβαρότερος λόγος: σε δεκαετίες απόλυτου δικομματισμού, πώς θα μπορούσαν να συμφωνήσουν στο παραμικρό οι Σοσιαλιστές (PSOE) με το Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ), ώστε να προκύψουν οι απαραίτητες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες;
Eίναι χαρακτηριστικό ότι τη μόνη φορά που τα δύο κόμματα κατάφεραν να συνεννοηθούν ήταν για λίγα λεπτά τον Αύγουστο του 2011, επί πρωθυπουργίας του σοσιαλιστή Θαπατέρο.
Τότε προχώρησαν σε συνταγματική αλλαγή-εξπρές, λόγω Βρυξελλών: Ήταν το περίφημο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι νοικοκυρεμένοι προϋπολογισμοί με ταβάνι στο ποσοστό του ελλείμματος, μεταξύ άλλων.
Από τότε, ήρθε στην εξουσία το Λαϊκό Κόμμα του Ραχόι, το οποίο δεν αγαπά ιδιαίτερα αυτού του είδους τις αλλαγές.
Μόνο που η πραγματικότητα στην Ισπανία άλλαξε. Η οικονομική κρίση έφερε νέους πολιτικούς συσχετισμούς, έθαψε (μάλλον) οριστικά τις μονοκομματικές κυβερνήσεις, γέννησε τους «Αγανακτισμένους» και από εκεί τους Podemos, έφερε στην επιφάνεια παλαιά ζητήματα, όπως για παράδειγμα την ανεξαρτησία της Καταλονίας. Και ο Χουάν Κάρλος δεν είναι πλέον βασιλιάς…
Έτσι άνοιξε μια γενικότερη συζήτηση για την ανάγκη συνταγματικών μεταρρυθμίσεων. Άλλοι το λένε δυνατά (όπως πχ οι Podemos και οι Ciudadanos), άλλοι λιγότερο δυνατά (όπως το PSOE), άλλοι δεν έχουν ιδιαίτερη διάθεση (όπως το ΡΡ).
Δύο βασικές «λεπτομέρειες»:
- Οι όποιες αλλαγές πρέπει να εγκριθούν με δημοψήφισμα, εφόσον ζητηθεί από τη Βουλή.
- Μόλις έγινε ένα στην Ιταλία από τον Ρέντσι με τα γνωστά αποτελέσματα…
Και μια τρίτη «λεπτομέρεια»: Η ισπανική Βουλή έχει πλέον τη δυνατότητα να βρει τις απαραίτητες ψήφους βουλευτών για να προκαλέσει δημοψήφισμα, πχ από τους Podemos.
«Τα δημοψηφίσματα τα προκαλεί ο διάβολος, μεταθέτοντας στους πολίτες τη δουλειά που πρέπει να κάνουν οι πολιτικοί» απεφάνθη πρόσφατα ηγετικό στέλεχος του Λαϊκού Κόμματος.
Το ίδιο στέλεχος ξεκαθάρισε ότι αν και εφόσον τελικά η νυν κυβέρνηση αποφασίσει να προχωρήσει σε συνταγματικές αλλαγές, πρέπει πρώτα να υπάρξει συμφωνία με κόμματα, ώστε να δοθεί η «γραμμή» στην κοινωνία και να μην προκύψει νέα περίπτωση Ματέο Ρέντσι.
Φυσικά τα βλέμματα για την όποια διακομματική συμφωνία στρέφονται στο PSOE (με το οποίο το Λαϊκό Κόμμα πέτυχε συμφωνία για αύξηση του κατώτατου μισθού από το 2017) και στους Ciudadanos (οι οποίοι στηρίζουν την κυβέρνηση μειοψηφίας του Ραχόι).
Αυτό θα ήταν ένα πρώτο βήμα. Στη συνέχεια θα πρέπει να γίνουν τα βασικότερα και δυσκολότερα: τι θα «μεταρρυθμιστεί»; Υπάρχουν ζητήματα στα οποία τα κόμματα θα συμφωνούσαν, όπως ο εκλογικός νόμος, αλλά και θέματα στα οποία οι αντιθέσεις είναι ακόμα έντονες: προνόμια βουλευτών, αυτοδιάθεση περιοχών κλπ.
Οι εποχές που τα δύο μεγάλα κόμματα μπορούσαν σε λίγα λεπτά να τελειώσουν μια συνταγματική αλλαγή -όπως έγινε το 2011- πέρασαν. Και η ιταλική κάλπη είναι ακόμα «ζεστή».
Και το τελευταίο που θα ήθελαν τώρα στις Βρυξέλλες, είναι να βρουν μπροστά τους άλλη μία ιστορία δημοψηφίσματος.