«Η παγκοσμιοποίηση έχει γίνει συνώνυμη των χαμηλών μισθών, της επαγγελματικής ανασφάλειας, των επιχειρήσεων δίχως πατρίδα και των ακραίων ανισοτήτων», σημείωσε την Κυριακή σε ομιλία του στο Λίβερπουλ ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ. Ο καναδικής καταγωγής τραπεζίτης απηύθυνε έκκληση προς τις πολιτικές ηγεσίες του πλανήτη να φροντίσουν ώστε η παγκοσμιοποίηση να «παράγει» περισσότερους κερδισμένους παρά χαμένους. Διότι οι απογοητευμένοι απ’ αυτήν πολλαπλασιάζονται στις χώρες της Δύσης και συνιστούν όλο και μεγαλύτερη απειλή για τον ίδιο τον καπιταλισμό.
Με αφορμή τις πολιτικές εξελίξεις στη Βρετανία (Brexit) και στις ΗΠΑ (εκλογή Τραμπ), αλλά και την πρόδηλη τάση εσωστρέφειας και δυσπιστίας προς την παραδοσιακή πολιτική τάξη που εκδηλώνεται σε πολλούς λαούς της Δύσης, ο (πολιτογραφημένος) βρετανός κεντρικός τραπεζίτης χτύπησε το καμπανάκι του κινδύνου για το μέλλον των μεταπολεμικά ευημερουσών δυτικών κοινωνιών. Και οι επισημάνσεις του συνέπεσαν χρονικά με την ημέρα κατά την οποία οι Ιταλοί εξέφραζαν σε δημοψήφισμα τη δυσαρέσκειά τους προς το «θεσμικό» πολιτικό δυναμικό της χώρας τους και οι Αυστριακοί απέρριπταν μεν αλλά όχι με συντριπτική πλειοψηφία την προοπτική εκλογής στην προεδρία ενός ανθρώπου που συμμερίζεται πολλές από τις ιδέες του ναζιστικού ολοκληρωτισμού.

Αναδιανομή και δικαιοσύνη

«Οι πολιτικοί και οι κεντρικοί τραπεζίτες θα πρέπει να δράσουν ώστε να διασφαλίσουν ότι ο κόσμος δεν θα χάσει την πίστη του στις αξίες του σημερινού συστήματος. Διότι αν ο κόσμος γυρίσει την πλάτη στις ανοικτές αγορές θα πρόκειται για μια τραγωδία. Και υπάρχει στον ορίζοντα μια τέτοια πιθανότητα»
, είπε χαρακτηριστικά ο Μάρκ Κάρνεϊ.
Από το βήμα του John Moores University του Λίβερπουλ ο επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας προέταξε την ανάγκη αναδιανομής του πλούτου κατά τρόπον ώστε ο καπιταλισμός και οι ανοικτές, παγκοσμιοποιημένες αγορές να δημιουργούν ελπίδα για ευημερία και όχι απόκληρους. Παρέπεμψε στην βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι η οποία προσφάτως άσκησε κριτική στους «επιχερηματικούς ομίλους δίχως πατρίδα» που πληρώνουν ελάχιστους φόρους και συμπεριφέρονται ανεύθυνα απέναντι στις τοπικές κοινωνίες.

«Αναδιανομή του πλούτου και οικονομική δικαιοσύνη είναι εκείνα που απαιτούνται για να διατηρηθούν η κοινωνική ειρήνη και η ευημερία. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται διεθνώς έχουν ευθύνες και υποχρεώσεις»
, τόνισε χαρακτηριστικά.

Τρεις προτεραιότητες
Ο Κάρνεϊ προσδιόρισε τρεις προτεραιότητες σε ό,τι αφορά τις δράσεις για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών της Δύσης έναντι στο καπιταλιστικό σύστημα και τις αξίες του:
– Οι οικονομολόγοι πρέπει να παραδεχθούν ευθαρσώς τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος της άνισης κατανομής των κερδών από το εμπόριο και την τεχνολογική πρόοδο
– Θα πρέπει να πετύχουμε την οικονομική ανάπτυξη αναθεωρώντας και επανισορροπώντας το μίγμα νομισματικής πολιτικής, δημοσιονομικής πολιτικής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
– Πρέπει να προωθήσουμε μιαν ανάπτυξη δίχως αποκλεισμούς, όπου ο καθένας θα έχει μερίδιο στην παγκοσμιοποίηση
Σε τηλεοπτική συνέντευξη που έδωσε μετά την ομιλία του στο Λίβερπουλ ο Μαρκ Κάρνεϊ άσκησε κριτική στις πολιτικές προστατευτισμού που προτάσσει ο εκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ως απάντηση στον καπιταλισμό. «Η σωστή απάντηση θα ήταν να επαναδιανείμει κάποια από τα ωφέλη του εμπορίου και να διαβεβαιώσει τους εργαζομένους ότι θα τους εξασφαλίσει τη δυνατότητα να βελτιώσουν τις δεξιότητές τους», είπε χαρακτηριστικά.

Βιάζεται να φύγει
Ο Μαρκ Κάρνεϊ προ ολίγων εβδομάδων ανακοίνωσε την απόφασή του να παρατείνει τη θητεία του (διατηρεί το δικαίωμα) μόνο κατά ένα έτος, έως το 2019, ώστε να συμβάλει στη «συνέχεια και την σταθερότητα κατά την κρίσιμη περίοδο αποχώρησης της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προκάτοχοί του, σερ Μέρβιν Κινγκ και σερ Έντι Τζορτζ, παρέμειναν επί μία δεκαετία έκαστος στο αξίωμα. Κάτι που σημαίνει ότι ο Κάρνεϊ θα μπορούσε να μείνει επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας έως το 2023.
Η απόφασή του να παραμείνει ένα έτος μετά τη λήξη της πρώτης πενταετούς θητείας του (2013-2018) χαιρετίστηκε από την βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι. Όχι όμως και από πολλούς ευρωσκεπτικιστές βουλευτές του Συντηρητικού Κόμματος που θεωρούν ότι ο Κάρνεϊ υπερέβη τα εσκαμμένα παρεμβαίνοντας δημοσίως υπέρ της παραμονής στην ΕΕ πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου.
Ο Μαρκ Κάρνεϊ γεννήθηκε το 1965 στο Φορτ Σμιθ στο Δυτικό Καναδά και μεγάλωσε στο απομονωμένο Έντμοντον της Αλμπέρτα. Σπούδασε Οικονομικά στο Χάρβαρντ των ΗΠΑ και υποστήριξε διδακτορικό στην Οξφόρδη. Όπως πολλοί κεντρικοί τραπεζίτες εργάστηκε στην επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs – συγκεκριμένα στα γραφεία της κορυφαίας αμερικανικής τράπεζας στο Τόκιο, στη Νέα Υόρκη και στο Τορόντο.
Από το 2003 κατείχε αξιώματα στο υπουργείο Οικονομικών της καναδικής κυβέρνησης και στην Κεντρική Τράπεζα του Καναδά, στην οποία διετέλεσε διοικητής από το 2008 έως το 2013 που μεταπήδησε στην Τράπεζα της Αγγλίας. Πολυιθαγενής (εκτός από την καναδική και τη βρετανική έχει και την ιρλανδική ιθαγένεια), προτού μετακομίσει στο Λονδίνο με την βρετανίδα οικονομολόγο σύζυγό του, Νταϊάνα Φοξ, και τις τέσσερις κόρες του, ζούσε στην πρωτεύουσα του Καναδά, Οττάβα.