Στις αιτίες της ήττας του Ματέο Ρέντσι στο χθεσινό δημοψήφισμα και στις πιθανές εξελίξεις κάνει αναφορά, τα σχόλιά του, ο ιταλικός τύπος.

Συγκεκριμένα, η La Stampa χαρακτηρίζει ως «χιονοστιβάδα» το «όχι» του ιταλικού λαού, ενώ η «Corriere della Sera» γράφει ότι «το όχι επικράτησε με 59%, ο Ρέντσι παραιτείται», αναρωτιέται τι γίνεται από εδώ και στο εξής.

Σε ανάλυση με τίτλο «το αίσθημα ευθύνης τώρα είναι αναγκαίο», ο σχολιαστής της εφημερίδας Corriere della Sera, Μάσιμο Φράνκο υπογραμμίζει ότι «οι ψηφοφόροι είπαν «όχι» στον τρόπο με τον οποίο ο Ρέντσι ήθελε να αλλάξει το Σύνταγμα, αλλά, ίσως, ακόμη περισσότερο στην κυβέρνησή του». «Ο πρωθυπουργός είχε κάνει έκκληση στην κινητοποίηση της «σιωπηλής πλειοψηφίας», βέβαιος ότι θα μπορούσε να την σαγηνεύσει. Η πλειοψηφία εκφράσθηκε, αλλά εναντίον του, με μια διαφορά η οποία αγγίζει τις είκοσι μονάδες», γράφει ο Ιταλός αναλυτής.

Σύμφωνα με τον Φράνκο, «χρειάζεται λίγος χρόνος για να ξανασμιλευθεί το εκλογικό σύστημα, λαμβάνοντας υπόψη το πόσο πολύπλοκη και διαιρεμένη είναι η ιταλική κοινωνία». Και για τον λόγο αυτό, εκτιμά ότι «θα είναι πρώτα απ΄όλα καθήκον του προέδρου της Δημοκρατίας, να κινηθεί έτσι ώστε η κυβέρνηση και ο Ρέντσι να ερμηνεύσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την λαϊκή ετυμηγορία, χωρίς να προσπαθήσουν να πετύχουν απίθανες ρεβάνς».

Για «θρίαμβο του όχι» που συνέτριψε τον Renzi κάνει λόγο η La Repubblica και σημειώνει ότι το ευρώ θα υποχωρήσει σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα του Brexit.

Ο διευθυντής της εφημερίδας, Μάριο Καλαμπρέζι αναφέρεται στην πορεία και στις πρωτοβουλίες του Ρέντσι που μας οδήγησαν στην σημερινή εξέλιξη. «Πριν από ένα χρόνο, ο πρωθυπουργός είχε την ατυχή ιδέα να μετατρέψει το συνταγματικό δημοψήφισμα σε έκφραση της λαϊκής βούλησης σχετικά με το πρόσωπό του. Σε ένα είδος νέας στέψης, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να επαναλάβει την επιτυχία των ευρωεκλογών του 2014», γράφει ο Καλαμπρέζι.

Προσθέτει, όμως, ότι «ο Ρέντσι δεν κατάλαβε πως δεν υπάρχει καμία κυβέρνηση, στις δυτικές δημοκρατίες, η οποία θα μπορούσε να επιβιώσει μιας ψηφοφορίας τέτοιου είδους, μετά από χίλιες ημέρες θητείας». Ο διευθυντής της La Repubblica εύχεται «τόσο στην δεξιά παράταξη (όπως συνέβη στην Γαλλία), όσο και στην αριστερά, να γίνουν επιλογές με σημείο αναφοράς τον πολιτικό ορθολογισμό», αλλά και το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα «να αφήσει πίσω του την περίοδο των καυγάδων, ώστε να εργασθούν όλοι για την καταπολέμηση του λαϊκισμού».

Η δε εφημερίδα της Ρώμης Il Messagero, δε, γράφει ότι «πρέπει να θεωρηθεί πιθανό ότι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας -όπως του επιβάλλει και ο ρόλος του- θα προσπαθήσει να ακολουθήσει κάθε δρόμο που μπορεί να οδηγήσει στην σύσταση νέας κυβέρνησης, με την ήδη υπάρχουσα πλειοψηφία, του Δημοκρατικού Κόμματος και των Πέντε Αστέρων». Κατά την άποψη της Il Messagero, δηλαδή, «όσοι επένδυσαν σε μια κυβέρνηση ευρείας συμμαχίας, τελικά, μπορεί και να απογοητευθούν».

Χαρακτηριστικό είναι και το πρωτοσέλιδο της «il manifesto» της Ρώμης στο οποίο φαίνεται ο Ιταλός πρωθυπουργός να αποχωρεί με τον τίτλο να γράφει «Bello Ciao» (Αντίο όμορφε) αξιοποιώνταςτην έκφραση του Μπερλουσκόνι που καλούσε τους ψηφοφόρους να πουν «Ciao» στον Ρέντσι.

Γερμανικά ΜΜΕ

«Ιταλία, τo επόμενο μεγάλο σοκ για τη στατικότητα της Ευρώπης» επιγράφεται το σχόλιο της εφημερίδας Die Welt.
Οι Ιταλοί έριξαν τον Ματέο Ρέντσι. Πέταξαν απλώς τη μεγαλύτερη ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον. Συνυπεύθυνοι είναι όμως και οι Ευρωπαίοι διότι εγκατέλειψαν τον Ρέντσι. Το όχι των Ιταλων έχει τουλάχιστον διαστάσεις: αφενός την αντίδραση κατά του κατεστημένου και αφετέρου την καθαρά ιταλική μη ορθολογική, γράφει ο αρθργράφος της Κλάους Γκάιγκερ / Klaus Geiger.

‘Οσο ο Ρέντσι υποσχόταν να καταστρέψει το κατεστημένο τον επευφημούσαν. ‘Οντας όμως στην εξουσία ο Ρέντσι ήρθε αντιμέτωπος με την παράλογη διαλεκτική της ιταλικής Δημοκρατίας. ‘Οταν ξεκίνησε να υλοποιεί την υπόσχεσή του να διαλύσει το κατεστημένο, με κύριο όργανο την αλλαγή του Συντάγματος, οι Ιταλοί του γύρισαν την πλάτη και προσχώρησαν σε άλλες πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες με τη σειρά τους υπόσχονταν να θέσουν αυτόν εκτός μάχης, να διαλύσουν αυτόν ο οποίος θα το διέλυε, συνεχίζει ο αρθρογράφος.

Κυρίως στράφηκαν οι Ιταλοί προς το κίνημα των πέντε Αστέρων, το οποίο είναι εντελώς αναξιόπιστο, αφού δεν λέει τι θα πρέπει να γίνει την επόμενη μέρα. Θέλουν να βγει η Ιταλία από την ευρωζώνη; Τη μια λένε ότι θέλουν ένα δεσμευτικό δημοψήφισμα για την αποχώρησή της, την άλλη ότι θέλουν απλώς να γίνει ένα μη δεσμευτικό, συμβουλευτικό δημοψήφισμα. Και τι πρέπει να υποθέσουν οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Παρίσι; Για την ώρα κανείς δεν μπορεί να πει ακριβώς τι θα σήμαινε ένας πρωθυπουργός των Πέντε Αστέρων.

Η Ευρώπη ευθύνεται όμως και η ίδια για το γεγονός ότι τώρα θα πρέπει να έχει να κάνει με μιαν ασταθή Ιταλία χωρίς έναν αξιόπιστο εταίρο. Ο Ματέο Ρέντσι ήταν η κινητήρια μηχανή την οποία χρειαζόταν η Ευρώπη περισσότερο από ποτέ. Αλλά η Ευρώπη τον εγκατέλειψε. Η Γερμανία και η Γαλλία κλείνουν τα σύνορα και αφήνουν την Ιταλία μόνη να αντιμετωπίσει την προσφυγική κρίση.

Ετσι, στο τέλος ο Ρέντσι βρέθηκε μόνος. Δεν είχε καμιά πιθανότητα. Οι Ιταλοί υπέκυψαν στην παλιά παρόρμησή τους να ρίξουν τους ισχυρούς του μισητού κράτους. Με τον Ρέντσι φεύγει όμως εκείνος ο άντρας, ο οποίος θα μπορούσε να αλλάξει με επαναστατικό τρόπο την Ιταλία.

Το συμπέρασμα είναι σαφές: Η Ιταλία κλώτσησε μιαν ιστορική ευκαιρία «ελαφρά τη καρδία». Ο άλλος πυλώνας επί του οποίου βασιζόταν το μέλλον της Ευρώπης κλονίζεται.

O Mατέο Ρέντσι απέτυχε παιδαριωδώς και άνευ λόγου. Πρέπει να το πει κανείς καθαρά: ‘Οσο και να προσπάθησε τους τελευταίους μήνες να διαχωρίσει το προσωπικό του πολιτικό μέλλον από το δημοψήφισμα, όλοι όσοι ήθελαν να τιμωρήσουν τον νεαρό πολιτικό- διότι, πρώτον δεν κατάφερε να αναθερμάνει την οικονομία, δεύτερο κυβερνούσε αυτάρεσκα και τρίτον απέρριψε όλους τους προηγούμενους ηγέτες ως παλιοσίδερα- αξιοποίησαν την ευκαιρία, σχολιάζει ο Ολιβερ Μέιλερ στο άρθρο του με τίτλο «To φιάσκο Ρέντσι» στην εφημερίδα του Μονάχου Sueddeutsche Zeitung.

Περισσότερο σημαντικός από το πρόσωπο είναι όμως ο κίνδυνος ότι με το «Οχι» τελειώνει μια φάση ανανέωσης, η οποία είχε κερδίσει τον σεβασμό στο εξωτερικό. Μπορεί οι μεταρρυθμίσεις του Ρέντσι να είχαν ατέλειες, περιείχαν όμως μια δυναμική, έδιναν μιαν αίσθηση αλλαγής, την οποία χρειάζεται επειγόντως αυτή η χώρα. Κανένας άλλος πρωθυπουργός δεν έκανε ταχύτερα και περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Ούτε οι συνταγματικές αλλαγές ήταν τέλειες. Στα βασικά τους σημεία όμως σχεδίαζαν τις επιθυμητές εδώ και 30 χρόνια αλλαγές για την υπέρβαση του πολιτικού συστήματος.

Κυρίως όμως κέρδισε ο Πέπε Γκρίλο, ο ιδρυτής και γκουρού του κόμματος διαμαρτυρίας «Cinque Stelle», ο οποίος κάλεσε τους Ιταλούς να μην ψηφίσουν με το μυαλό αλλά με το συναίσθημα, με θυμό και τώρα βρίσκεται προ των πυλών της εξουσίας.

Δύσκολα θα μπορούσε κανείς να συγκρίνει το κόμμα των Πέντε Αστέρων με άλλα λαϊκιστικά κόμματα της Ευρώπης. Το πολιτικό τους προφιλ δύσκολα ορίζεται, γράφει ο αρθρογράφος της Sueddeutsche Zeitung, ο οποίος καταλήγει: Εάν ο θυμός είναι το βασικό τους επιχείρημα για το μέλλον της Ιταλίας, τότε Buonanotte! (καληνύχτα)!

Γαλλικά ΜΜΕ

Το «όχι» στον Ρέντσι βυθίζει την ιταλική οικονομία στην αβεβαιότητα, γράφει η γαλλική εφημερίδα Le Figaro σε εκτενέστατα άρθρα της για το δημοψήφισμα στην Ιταλία. Σε άλλο άρθρο της γράφει ότι οι γάλλοι ευρωσκεπτικιστές πανηγυρίζουν για την παραίτηση του ιταλού πρωθυπουργού με μηνύματά τους μέσω Twitter. «Η αποτυχία Ρέντσι στο δημοψήφισμα δείχνει κάτι για τις πολιτικές λιτότητας της Ευρώπης: οι λαοί θέλουν να πάρουν ξανά στα χέρια τους την εξουσία», γράφει σε tweet ο Αρνό Μοντεμπούρ, υποψήφιος των Σοσιαλιστών στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές. «Μετά τους Μπλερ, Κλίντον, Ολάντ, η ήττα Ρέντσι σηματοδοτεί την ιστορική παρακμή του κοινωνικού φιλελευθερισμού», γράφει από την πλευρά του ο Ερίκ Κοκερέλ, συντονιστής του κόμματος της Αριστεράς. «Οι Μανουέλ Βαλς και Φρανσυά Φιγιόν είναι οι γάλλοι Ρέντσι», υποστηρίζει ο διευθυντής της προεκλογικής εκστρατείας του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν, Νταβίντ Ρακλίν.

Στα πιθανά σενάρια μετά την παραίτηση Ρέντσι και στη σταθερότητα των ιταλικών τραπεζών, επικεντρώνεται η Le Monde. Ο αρθρογράφος αποτυπώνει την ανησυχία του για το ιταλικό χρέος το οποίο υπερβαίνει το 130% του ιταλικού ΑΕΠ. Εκτιμά ότι θα χρειασθεί αρκετός χρόνος ώστε η αύξηση των επιτοκίων να μεταφραστεί σε αύξηση του δημόσιου χρέους.

Ο Ματέο Ρέντσι ανακοίνωσε την παραίτηση του. Και τώρα τι; αναρωτιέται ο Nouvel Observateur. Στο άρθρο της η εφημερίδα υποστηρίζει ότι το ηχηρό «όχι» του ιταλικού λαού φέρνει πλέον στο προσκήνιο το χειρότερο σενάριο, εκείνο της αστάθειας. Γιατί τώρα, όπως υποστηρίζει ο αρθρογράφος, η κατάσταση στην Ιταλία γίνεται πιο αβέβαιη με ορατό πλέον το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών.

Το «όχι» των Ιταλών στην επιθυμία του Ρέντσι για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις αποτυπώνει τη δυσπιστία τους προς τον ιταλό πρωθυπουργό, γράφει η Liberation. Ο Ρέντσι δεν είχε πολλές επιλογές, υποστηρίζει ο αρθρογράφος της εφημερίδας και προσθέτει: «παρά τις υποσχέσεις του πρωθυπουργού να αλλάξει σε λίγους μήνες τη χώρα, παρά τον κατάλογο των εγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων, η Ιταλία παραμένει βυθισμένη στην οικονομική κρίση και την ανεργία, ιδίως στα νότια και κεντρικά της χώρας. Και δεν είναι τυχαίο ότι στις περιοχές της Καμπανίας και της Σαρδηνίας, το «όχι» έφθασε το 70%».

Οι Ιταλοί ψήφισαν υπέρ του «όχι» για να πουν «φτάνει πια» στην Ευρώπη. Tο μαζικό όχι των Ιταλών στη συνταγματική μεταρρύθμιση του Ματέο Ρέντσι αποκαλύπτει την αποτυχία της πολιτικής των μεταρρυθμίσεων που προωθεί η ευρωζώνη και γενικότερα την τρέχουσα πολιτική λειτουργία της Ευρώπης, γράφει στο κύριο άρθρο της η La Tribune.

Στο θέμα της αστάθειας μετά και τη δήλωση παραίτησης του Ματέο Ρέντσι, επικεντρώνεται η Le Soir. Η απόφαση Ρέντσι να παραιτηθεί ανοίγει μία περίοδο αβεβαιότητας, η οποία αποτυπώνεται στο άνοιγμα των χρηματιστήριων το πρωί της Δευτέρας, γράφει στο κύριο άρθρο της και συμπληρώνει ότι, μετά το σοκ του Brexit και την άνοδο των λαϊκιστικών κινημάτων, ορατός είναι πλέον ο φόβος ότι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης εισέρχεται σε μία νέα φάση αστάθειας.

Χίλιες ημέρες προκειμένου «να κάνει την Ιταλία πιο απλή, πιο θαρραλέα, πιο ανταγωνιστική». Το πρόγραμμα του ιταλού πρωθυπουργού, Ματέο Ρέντσι, σκόνταψε στην αποτυχία του δημοψηφίσματος για τη συνταγματική μεταρρύθμιση που εκείνος επιθυμούσε, υποστηρίζει στο άρθρο της η Le Parisien. Η επικράτηση του «όχι» σε ποσοστό κοντά στο 60% αποτελεί ένα βαρύτατο πλήγμα για εκείνον, ο οποίος το 2014 στα 39 του χρόνια έγινε ο πιο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας, αναφέρεται στο άρθρο.

Ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα θα αποφασίσει έπειτα από διαβούλευση διάφορες λύσεις οι οποίες θα αποκλείουν για την ώρα εκείνες μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών, ή μιας γρήγορης επιστροφής στις κάλπες, διαβάζουμε στη LesEchos.

Η L’Humanite, τέλος, γράφει: ο Ματέο Ρέντσι παραιτείται μετά την αποτυχία στο δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Ο συντάκτης του άρθρου υποστηρίζει ότι από αυτήν την εβδομάδα κιόλας πρέπει να σχηματισθεί κυβέρνηση τεχνοκρατών, με πρώτο μέλημα την ψήφιση του προϋπολογισμού.

Βελγικός Τύπος

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για τη συνταγματική μεταρρύθμιση στην Ιταλία, οι επιπτώσεις του στο Ευρωπαϊκό επίπεδο και η παραίτηση Ρέντσι μονοπωλούν το ενδιαφέρον του σημερινού βελγικού Τύπου.

Στην ανάλυσή της επί του θέματος, με τίτλο «Στην Ιταλία, ο Ρέντσι πέφτει και η Ευρώπη τρέμει», η εφημεριδα σημειώνει χαρακτηριστικά: «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η νίκη του ‘όχι’ βύθισε τη χώρα σε κυβερνητική κρίση με αβέβαιο αποτέλεσμα, σε μια εποχή που οι αγορές, αλλά και η αποπροσανατολισμένη Ευρώπη θα επιθυμούσαν βεβαιότητα. Αλλά το ‘όχι’ δε σημαίνει ότι τα κλειδιά της Ιταλίας θα δοθούν στους «βαρβάρους» του Κινήματος των 5 Αστέρων» σημειώνει η εφημερίδα.

Παρόμοιος είναι και ο τίτλος στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας L’Echo: «Ο Ρεντσι παραιτείται, η ευρωζώνη στα πρόθυρα νέας κρίσης».
Τ
ην εκτίμηση ότι τυχόν πολιτική αστάθεια στην Ιταλία, λόγω της επικράτησης του ‘όχι’ στο δημοψήφισμα, μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο για ολόκληρη την ευρωζώνη και μεταξύ άλλων, να βλάψει την Ελλάδα, διατυπώνει εξάλλου η De Tijd σε ανάλυσή της υπό τον τίτλο «Η ιταλική θύελλα μπορεί να επηρεάσει όλη την ευρωζώνη». Επισημαίνεται ειδικότερα πως η Ελλάδα βρίσκεται πλέον κοντά σε μια συμφωνία με την ΕΕ και το ΔΝΤ για τις μεταρρυθμίσεις, ενώ τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους μέσω της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και της μείωσης των επιτοκίων και των τοκοχρεολυσίων, βρίσκονται κι αυτά ‘προ των πυλών’.