Ο «μεσιέ νορμάλ» Φρανσουά Ολάντ, που κατάφερε να γίνει ο γάλλος πρόεδρος που έριξε σε ασυνήθιστα χαμηλά επίπεδα τη δημοτικότητά ενώ βρισκόταν στην ηγεσία, αποχαιρέτησε την πολιτική σκηνή στο Παρίσι με την απόφασή του να μην θέσει ξανά υποψηφιότητα. Πίσω του αφήνει το κόμμα του, και το ευρύτερο στρατόπεδο των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, σε ερείπια, και τώρα οι Σοσιαλιστές καλούνται να βρουν έναν υποψήφιο που θα μπορούσε να σταθεί με αξιώσεις απέναντι σε Λεπέν και Φιγιόν.
Το όνομα που έρχεται πρώτο στο μυαλό όλων είναι, στην παρούσα φάση, ένα: Εκείνο του πρωθυπουργού Μανουέλ Βαλς.
Στην ιστορία της πέμπτης γαλλικής Δημοκρατίας δεν υπάρχει ανάλογο προηγούμενο: Ο πρόεδρος να τελειώνει την πρώτη του θητεία και να μην βάζει τουλάχιστον υποψηφιότητα για δεύτερη.
Ο λόγος είναι σαφής. Καθώς η εικόνα στη γαλλική αγορά εργασίας δεν είναι αισθητά καλύτερη, η οικονομία προχωρά με πολύ μικρά βήματα, ο Ολάντ επιπλέον ομολόγησε εμμέσως πλην σαφώς πως είναι αδύνατον να ενώσει το πολιτικό του στρατόπεδο.
Για αυτό και τα γαλλική πρωτοσέλιδα της Παρασκευής μοιάζουν με ταφόπλακες: «Το τέλος» γράφει η Figaro, «Χωρίς εμένα» λέει η Liberation με φόντο την φωτογραφία ενός απογοητευμένου Ολάντ.
Η απογοήτευση στο πρόσωπο του Ολάντ είναι ένα από τα ελάχιστα που τον ενώνουν με τη βάση του κόμματός του και το κεντροαριστερό στρατόπεδο. Καθώς τα διάφορα τμήματα μέσα στους Σοσιαλιστές τείνουν να γίνουν φράξιες, οι ψηφοφόροι αναζητούν αλλά δεν μπορούν εύκολα να βρουν κάποιον που να κάνει για «καπετάνιος».
Ο πρόεδρος είχε προσπαθήσει να λειτουργήσει συναινετικά μεταξύ αυτών των διαφορετικών τμημάτων και να «συνθέσει» παρά να διαχωρίσει. Δεν τα κατάφερε, και αυτό ήταν ορατό με τις αντιδράσεις που υπήρχαν σε κάθε απόπειρα «σύνθεσης» -μία από τις ενδεικτικότερες ήταν η επιλογή του Εμμανουέλ Μακρόν. Εκ των υστέρων τραγική επιβεβαίωση είναι ότι σήμερα, ο ακόμη και κατά τη διάρκεια της υπουργικής του θητείας «ξένο σώμα» Μακρόν έχει ήδη θέσει υποψηφιότητα ως ανεξάρτητος για την προεδρία.
Τα βλέμματα τώρα στρέφονται στον Μανουέλ Βαλς, που έχει τη θέση του πρωθυπουργού και οι επιδιώξεις του ήταν γνωστές. Προ ημερών, είχε πιέσει τον Ολάντ να ξεκαθαρίσει τη θέση του για τις προεδρικές εκλογές και είχε διαμηνύσει ότι ακόμη κι αν ο Ολάντ έβαζε υποψηφιότητα, ο ίδιος δεν θα δίσταζε να δοκιμάσει την τύχη του.
Το μπαλάκι τώρα είναι στα χέρια του και πολύ σύντομα θα φανεί αν προχωρήσει στην αναμενόμενη κίνηση να θέσει υποψηφιότητα για το χρίσμα στις κάλπες του Απριλίου/Μαΐου. Στην τελευταία του συνέντευξη έλεγε πως «θέλει να ενώσει» το κόμμα του και να το βγάλει από την τροχιά «προδιαγεγραμμένης ήττας» στην οποία το βλέπει (εκείνος, οι δημοσκοπήσεις και σχεδόν καθένας στους δρόμους του Παρισιού) να κινείται.
Δεν είναι ο μόνος που θα ζητούσε με αξιώσεις το χρίσμα. Ο Μοντεμπούργκ είχε γίνει την Πέμπτη ο πρώτος ισχυρός υποψήφιος που δήλωσε «παρών», αρκετοί θεωρούν επίσης πως ο Καζνέβ (όχι λιγότερο σκληρός σε κάποια ζήτημα από ό,τι ο Φιγιόν της Δεξιάς) έχει επίσης πιθανότητες.
Σαφώς και η εικόνα αναζήτησης δεν ήταν ποτέ ξένη στους γάλλους Σοσιαλιστές. «Πείτε μου μία φορά που οι Σοσιαλιστές ήταν ενωμένη» είπε χαρακτηριστικά ο αρχηγός του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ζαν-Κριστόφ Καμπαντελίς, «δεν ήμασταν ποτέ, το έχουμε στα γονίδιά μας». Αυτή τη φορά όμως, το κόμμα αναζητεί προεδρικό υποψήφιο ενώ ο καπετάνιος έχει κατέβει από το πλοίο.
Επιμέλεια: Β. Ψυχογιός