Την προηγούμενη εβδομάδα ο Μάρτιν Σουλτς ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να θέσει υποψηφιότητα για τρίτη θητεία στην προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πως είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο ώστε να επιστρέψει στο Βερολίνο και να αναλάβει ενεργό ρόλο στην εθνική πολιτική σκηνή της πατρίδας του.
Και αρκετοί στη Γερμανία βλέπουν στο πρόσωπο του σοσιαλδημοκράτη πολιτικού έναν ιδανικό υποψήφιο για την καγκελαρία, έναν από τους λίγους που θα μπορούσε να φέρει σε δύσκολη θέση την Ανγκελα Μέρκελ. Σύμφωνα, ωστόσο, με τη γερμανική επιθεώρηση Der Spiegel, το κύριο εμπόδιο που καλείται να ξεπεράσει ο κ. Σουλτς για να αποπειραθεί να ανέλθει στο πιο νευραλγικό αξίωμα της Ομοσπονδιακής Γερμανικής Δημοκρατίας είναι ένας σύντροφός του στην πολιτική και στενός του φίλος του επί σειρά ετών –ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, αντικαγκελάριος, υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος του SPD, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας.
Δημοσιεύματα των τελευταίων εβδομάδων αναφέρουν πως ο κ. Σουλτς θα μπορούσε να είναι ο επόμενος επικεφαλής του SPD ή ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας –χάρη στον επίσης Σοσιαλδημοκράτη Φρανκ – Βάλτερ Στάινμαγερ ο οποίος εγκαταλείπει τη θέση του για να αναλάβει τη γερμανική προεδρία –ή ακόμη και ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών για την καγκελαρία.
Αλλά για να μπορέσει να διεκδικήσει κάποια από αυτές τις θέσεις θα πρέπει πρώτα να λάβει το πράσινο φως από τον κ. Γκάμπριελ. Εως σήμερα, ωστόσο, ο πρόεδρος του SPD κρατάει τα χαρτιά του κλειστά, γεγονός που εγείρει αμφιβολίες όσον αφορά τις αντοχές αυτής της μακροχρόνιας φιλίας μεταξύ των δύο πολιτικών.
Προς το παρόν, το μόνο σίγουρο είναι ότι ο κ. Σουλτς θα είναι ο επικεφαλής υποψήφιος του SPD για το κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας στις ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές του 2017, γεγονός που θα του εξασφαλίσει μια θέση στην Μπούντεσταγκ. Την ίδια ώρα, όμως, είναι αδιαμφισβήτητο πως ο 61χρονος ευρωπαϊστής πολιτικός θα γινόταν ένας εξαιρετικός υπουργός Εξωτερικών καθώς όχι μόνο κατανοεί σε βάθος τα ζητήματα που απασχολούν την παγκόσμια κοινότητα αλλά γνωρίζει προσωπικά πολλούς θεσμικούς παράγοντες και εκλεγμένους ηγέτες ανά τον κόσμο.
Οσον αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική, ο κ. Σουλτς ενδέχεται να έχει καλύτερες διασυνδέσεις ακόμη και από την κυρία Μέρκελ. «Οταν αποτελείς κομμάτι της Ευρώπης για όσο διάστημα έχω υπάρξει εγώ, τότε γνωρίζεις τους πάντες» δήλωσε ο ίδιος κατά το παρελθόν.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι αναφορές του Σουλτς για το ενδεχόμενο να εισέλθει στην πολιτική αρένα της Γερμανίας ως υποψήφιος του SPD για την καγκελαρία ήταν περιορισμένες και οι όποιες φήμες στη Γερμανία κυκλοφόρησαν μόνο και μόνο γιατί το ίδιο το επιτελείο του κ. Γκάμπριελ άφησε να εννοηθεί ότι δεν αποκλείεται να επιλέξει ο ίδιος να μη συμμετάσχει στην κούρσα για την κατάληψη της θέσης της κυρίας Μέρκελ. Ο κ. Σουλτς αποφάσισε τελικά πως θα θέσει υποψηφιότητα μόνο στην περίπτωση που του το ζητήσει ο πρόεδρος του κόμματός του. Από τότε, ωστόσο, η προθυμία του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να βάλει στόχο την καγκελαρία φαίνεται πως μετατράπηκε σε έντονη επιθυμία. Και το γεγονός ότι κ. Σουλτς είναι ουσιαστικά άγνωστος σε πάρα πολλούς Γερμανούς τον καθιστά έναν ελκυστικό, δυνητικά, υποψήφιο για την καγκελαρία.
Επειτα από 11 χρόνια που κρατά τα ηνία της Γερμανίας, οι γερμανοί πολίτες έχουν εξοικειωθεί σε υπερβολικό βαθμό με την καγκελάριο Μέρκελ ενώ έχουν αποφανθεί (μέσω των δημοσκοπήσεων) και όσον αφορά τα πεπραγμένα του Γκάμπριελ, και η κρίση τους σίγουρα δεν είναι θετική. Για τον Σουλτς, από την άλλη πλευρά, λίγοι είναι εκείνοι στη Γερμανία που έχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα, με αποτέλεσμα να μην αποκλείεται το ενδεχόμενο για μια αναπάντεχη υποψηφιότητα που θα προσελκύσει το ενδιαφέρον των ψηφοφόρων.
Το τέλος μιας πολύχρονης φιλίας;
Τα περισσότερα από τα υψηλόβαθμα στελέχη του SPD θεωρούν δεδομένο ότι ο κ. Γκάμπριελ δεν θα κάνει πίσω την τελευταία στιγμή και θα επιλέξει τελικά να έλθει αντιμέτωπος με την κυρία Μέρκελ. Διαφορετικά, γιατί να κρατάει στην αναμονή τον «φίλο» του Σουλτς; Και δεν θα αποτελούσε η πρόσφατη ανακοίνωσή του σχετικά με τη δεύτερη εγκυμοσύνη της συζύγου του την τέλεια ευκαιρία για να απορρίψει τη μάχη;
Κατ’ επέκταση, το ερώτημα που απασχολεί περισσότερο τα γερμανικά Μέσα σήμερα δεν αφορά τις προθέσεις του κ. Γκάμπριελ για την καγκελαρία αλλά τη στρατηγική που θα ακολουθήσει για να φθάσει έως εκεί.
Θα επιλέξει να αντιμετωπίσει την κυρία Μέρκελ ως αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών; Θα προτιμήσει τη θέση τού επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών ώστε να απαλλαχθεί από τα υπουργικά του καθήκοντα και να είναι σε θέση να «επιτεθεί» ευκολότερα κατά της αντιπάλου του; Ή ως διάδοχος του κ. Στάινμαγερ και νέος υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας;
Οσον αφορά αυτό το τρίτο ενδεχόμενο είναι γεγονός ότι η θέση του επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής προσφέρει περισσότερο ασφάλεια και κύρος ενώ είναι σύνηθες φαινόμενο στη Γερμανία όλοι όσοι αναλαμβάνουν το υπουργείο Εξωτερικών να βλέπουν τα ποσοστά αποδοχής τους να βελτιώνονται σημαντικά. Ζήτημα, ωστόσο, εξακολουθεί να παραμένει το γεγονός ότι ο κ. Γκάμπριελ δεν φημίζεται ιδιαίτερα για τις ικανότητές του στη διπλωματία, με τον αντικαγκελάριο της Γερμανίας να δίνει τροφή, κατά τη διάρκεια προηγούμενων αποστολών του στο εξωτερικό, για κάθε άλλο παρά θετικούς τίτλους στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου.
Από την πλευρά του κ. Σουλτς, μια τέτοια κίνηση του συντρόφου του θα αποτελούσε προσβολή και θα σήμανε το τέλος μιας φιλίας, τα θεμέλια της οποίας έχουν ήδη αρχίσει να τρίζουν. Πηγές στο SPD αναφέρουν ότι ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έπρεπε να τονίσει περισσότερο το ενδεχόμενο να θέσει υποψηφιότητα για την καγκελαρία. Αλλά ο ίδιος επέλεξε να κινηθεί διακριτικά, δίνοντας την προτεραιότητα στον εν δυνάμει εσωκομματικό του αντίπαλο. Αλλά τι θα συμβεί στην περίπτωση που αυτή η φιλική σχέση μεταξύ των δύο πολιτικών έχει διαρραγεί ανεπανόρθωτα;
Θα μπορούσε ο Μάρτιν Σουλτς να προκαλέσει ανοικτά τον Γκάμπριελ, απαιτώντας να αποφανθούν τα στελέχη του κόμματος αναφορικά με το ποιος είναι καταλληλότερος υποψήφιος για την καγκελαρία; –διερωτάται το Spiegel.
Πάντως, τον περασμένο Μάιο, αυτός που τάχθηκε υπέρ του εν λόγω σεναρίου δεν ήταν ο Μάρτιν Σουλτς αλλά ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
HeliosPlus