Στην Εντατική βρίσκονται πλέον οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό μετά το ναυάγιο του Μον Πελεράν και η έκβασή τους είναι άγνωστη. Η απογοήτευση στη Λευκωσία είναι έκδηλη καθώς είχαν επενδυθεί ελπίδες ότι οι συνομιλίες για το εδαφικό θα είχαν ευτυχή κατάληξη και θα άνοιγαν τον δρόμο για την τελική φάση: την πραγματοποίηση πολυμερούς διάσκεψης εντός του Δεκεμβρίου στην οποία θα συνεζητείτο το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας. Η άτεγκτη στάση της τουρκοκυπριακής πλευράς σε συνδυασμό με την εμπλοκή που φαίνεται ότι σημειώθηκε μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας επί της διαδικασίας συζήτησης για τις εγγυήσεις και την ασφάλεια οδήγησε σε ένα πισωγύρισμα που απομένει να φανεί πόσο σοβαρό είναι.
Οι εμπλεκόμενες πλευρές έχουν διαφορετικές και ενίοτε αντικρουόμενες στρατηγικές ενώ όλοι παραδέχονται ότι η σημερινή Τουρκία αποτελεί ένα «μαύρο κουτί». Ουδεμία ασφαλής πρόβλεψη μπορεί να γίνει περί της συμπεριφοράς της, από τη στιγμή μάλιστα που στο εσωτερικό της χώρας μαίνεται μια χωρίς προηγούμενο εκστρατεία διώξεων και παράλληλα προωθείται η αλλαγή του πολιτεύματος στα πρότυπα που επιθυμεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν –δηλαδή προς μια Προεδρική Δημοκρατία. Ο τούρκος ηγέτης έχει ανάγκη τις ψήφους των εθνικιστών του Ντεβλέτ Μπαχτσελί ώστε να θέσει το… όραμά του σε δημοψήφισμα και υπό αυτήν την έννοια δύσκολα θα προβεί άμεσα σε δραματικές παραχωρήσεις στο Κυπριακό. Η ατμόσφαιρα έχει επίσης φορτιστεί πολύ από τη σοβαρότατη όξυνση στις σχέσεις της Αγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτή κορυφώθηκε την εβδομάδα που πέρασε με την υιοθέτηση του (μη δεσμευτικού) Ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για προσωρινό πάγωμα των ενταξιακών συνομιλιών ΕΕ – Τουρκίας.
Κινούνται οι «μεγάλοι παίκτες»


Η εβδομάδα που αρχίζει μπορεί να αποδειχθεί κομβική για τα επόμενα βήματα. Τα Ηνωμένα Εθνη αναμένεται να κινητοποιηθούν ενεργά για να μην κοπούν οι γέφυρες και ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, ο Νορβηγός Εσπεν Μπαρθ Αϊντε, αναμένεται αύριο να μεταβεί στην Κύπρο. Θα συναντηθεί με τον Νίκο Αναστασιάδη και λογικά με τον τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί (που την Παρασκευή είχε συνάντηση με τον τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο νησί). Εντός της εβδομάδος αναμένεται και στην Αθήνα για να συναντηθεί (τουλάχιστον) με τον Νίκο Κοτζιά. Δεν θα πρέπει φυσικά να αποκλειστεί και η μετάβασή του στην Τουρκία.
Ο αγγλοαμερικανικός παράγοντας αναμένεται επίσης να κινητοποιηθεί. Ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον αναμένεται στο νησί στις 29 Νοεμβρίου. Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι το Λονδίνο, έπειτα από αρκετούς μήνες σχετικής αποστασιοποίησης, θα ενεργοποιηθεί στο Κυπριακό και οι ιδέες του αναμένονται με ενδιαφέρον. Παράλληλα η κυβέρνηση Ομπάμα, αν και απερχόμενη, παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις διά του αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν, ο οποίος την εβδομάδα που πέρασε συνομίλησε με Αναστασιάδη και Ακιντζί. Οι Βρυξέλλες επίσης παρακολουθούν στενά την κατάσταση ενώ ιδιαίτερο, αν και σιωπηλό, ενδιαφέρον επιδεικνύει το Βερολίνο.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθούν με απόλυτη ακρίβεια διότι όλες οι διαβουλεύσεις διεξάγονται σε βαθύ παρασκήνιο, μια από τις φόρμουλες που συζητείται είναι η παράλληλη διεξαγωγή συνομιλιών μεταξύ Αναστασιάδη – Ακιντζί για το εδαφικό και Ελλάδος – Τουρκίας για τις εγγυήσεις/ασφάλεια. Η Αγκυρα φέρεται πάντως να επιμένει ότι στο ζήτημα των εγγυήσεων/ασφαλείας πρέπει να συμμετέχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι, άρα να συγκληθεί πολυμερής.
Ο πρόεδρος Αναστασιάδης παραμένει σταθερός στη θέση ότι δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μια πολυμερής διάσκεψη για τις εγγυήσεις χωρίς να υπάρχει προηγουμένως μια σαφής σύγκλιση επί των κριτηρίων του εδαφικού και η προσαρμογή τους σε χάρτη. Ο κ. Ακιντζί όμως, όπως φάνηκε στο Μον Πελεράν, υπαναχώρησε από τις αρχικές δεσμεύσεις του και ο αριθμός των προσφύγων που δεχόταν να επιστραφούν υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση μειώθηκε στις 55.000, όταν στην πρώτη συνάντηση επί ελβετικού εδάφους είχε αποδεχθεί περί τις 78.000.
Η Αθήνα και οι επιδιώξεις της Αγκυρας


Το κλειδί της λύσης θα είναι ακόμη μία φορά οι εγγυήσεις και η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο. Πρόκειται για ζήτημα μείζονος σημασίας που δεν επιλύεται ούτε με εύκολες καταγγελίες και επίρριψη ευθυνών ούτε φυσικά με ρητορικές κορόνες περί… φυλασσόμενων Θερμοπυλών.
Από τις 18 Νοεμβρίου, όταν ο Αλέξης Τσίπρας συναντήθηκε με τον Νίκο Αναστασιάδη, έχει εκτυλιχθεί ένα απίστευτο παρασκήνιο γύρω από τον ρόλο της Αθήνας στο ζήτημα της ασφάλειας. Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, η κατηγορία ότι η ελλαδική πλευρά ευθύνεται για την αποχώρηση του κ. Ακιντζί από το τραπέζι των συνομιλιών στο Μον Πελεράν είναι αναληθής. Το ίδιο αναληθής είναι η θέση ότι η θρυαλλίδα της έντασης προσωποποιείται στον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδος Νίκο Κοτζιά, αν και ο ίδιος με ορισμένες πρωτοβουλίες του προσέφερε αφορμές που αξιοποιήθηκαν από την τουρκική πλευρά.
Διπλωματικές πηγές στο τρίγωνο Αθήνα – Λευκωσία – Αγκυρα σημείωναν τις τελευταίες ημέρες ότι ήδη από την τηλεφωνική συνομιλία που είχε ο κ. Τσίπρας με τον κ. Ερντογάν στις 18 Νοεμβρίου είχε διαφανεί η μεγάλη απόκλιση στις θέσεις των δύο πλευρών. Μία ημέρα νωρίτερα ο έλληνας πρωθυπουργός είχε ταχθεί υπέρ της πλήρους κατάργησης των εγγυήσεων της πλήρους αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων. Στο παρασκήνιο είχε δε καταστεί σαφές ότι η Αθήνα επεδίωκε να υπάρξει μια συνεννόηση και επί της αρχής συμφωνία με την Αγκυρα για την κατάργηση των εγγυήσεων πριν από τη σύγκληση πολυμερούς διάσκεψης.
Ο τούρκος πρόεδρος φέρεται να αρνήθηκε αρχικά οποιαδήποτε συνάντησή του με τον κ. Τσίπρα πριν από την τελική φάση των συνομιλιών. Παρέπεμψε στην πολυμερή διάσκεψη αφού ολοκληρώνονταν οι διαπραγματεύσεις στην Ελβετία. Στο Μον Πελεράν, η τουρκοκυπριακή πλευρά ζήτησε εκ των προτέρων συμφωνία και ανακοίνωση ημερομηνίας για πολυμερή διάσκεψη, ιδέα που δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή. Ο κ. Αϊντε τηλεφώνησε μάλιστα στον κ. Τσαβούσογλου με σκοπό να πείσει την τουρκική πλευρά ότι πρέπει να προηγηθεί και συνάντηση Τσίπρα – Ερντογάν. Η Αγκυρα φέρεται να συμφώνησε να πραγματοποιηθεί μια τέτοια συνάντηση αλλά την επομένη όλα κατέρρευσαν. Η σκληρή γλώσσα του non paper του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών της περασμένης Δευτέρας ενώ οι συνομιλίες βρίσκονταν σε εξέλιξη δεν βοήθησε. Είναι δε ενδεικτικό ότι λίγο μετά την αποστολή του ζητούνταν από τους δημοσιογράφους να πέσουν οι τόνοι και να μην προβληθεί τόσο πολύ το απόσπασμά του περί των ευθυνών της Τουρκίας.
Ορισμένες πηγές έκαναν λόγο για πιθανή συνάντηση των κ.κ. Τσίπρα – Ερντογάν στις 4/12, αλλά ως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιωνόταν. Την ημέρα αυτή μάλιστα ο έλληνας Πρωθυπουργός θα βρίσκεται στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Το μέλλον της διμερούς συνάντησης


Μπορούν να γεφυρωθούν οι διαφορές Αθήνας – Αγκυρας; Δεν πρόκειται για εύκολη άσκηση. Αλλωστε, η αρχική τουρκική θέση ομιλεί για ένα σύστημα χειρότερο από αυτό του 1960: εγγυήσεις αποκλειστικά για το τουρκοκυπριακό κρατίδιο, μεταβατική περίοδο 5+5 ετών και συγκέντρωση ενός αριθμού τούρκων στρατιωτών (π.χ. 6.500 ανδρών) σε κυρίαρχη βάση με βάση το βρετανικό πρότυπο. Την ίδια στιγμή, η αρχική ελληνική θέση που διατυπώθηκε από τον κ. Κοτζιά και προς το παρόν φαίνεται να ασπάζεται ο κ. Τσίπρας για πλήρη κατάργηση και άμεση αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κινείται στο άλλο άκρο.
Ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές σημείωναν ότι κάποιου είδους σύνδεση μεταξύ εδαφικού και εγγυήσεων θα υπάρξει, έστω κεκαλυμμένη. Από αυτή την άποψη, μια άτυπη συζήτηση Αθήνας – Αγκυρας θα μπορούσε να αποδειχθεί χρήσιμη, αν και δεν θα είναι χωρίς κινδύνους. Αν «η επίλυση του κυπριακού προβλήματος αποτελεί διεθνές και όχι διμερές πρόβλημα», όπως τουλάχιστον επισημαίνεται στην παράγραφο 10 του non paper που μοίρασε στις 24 Νοεμβρίου το Μέγαρο Μαξίμου, τότε μια άτυπη διμερής συνάντηση με την Τουρκία κινείται σε άλλη γραμμή.
Δύο μέτωπα στην ελληνική πλευρά


Μία λύση όμως μπορεί δυστυχώς να ναυαγήσει από τη διαμόρφωση στρατοπέδων στην ελληνική πλευρά. Το ένα ομιλεί για άμεση κατάργηση εγγυήσεων και για ταχύτατη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, κατηγορώντας όποιον διαφοροποιείται από άποψη τακτικής ως ενδοτικό. Το άλλο αναφέρεται σε πιο ενδιάμεσες καταστάσεις που θα αφορούν στην κατάργηση του σημερινού συστήματος, αλλά ενδεχομένως με μια διεθνή ομπρέλα εγγυήσεων που φυσικά θα συνδυάζεται με σαφές χρονοδιάγραμμα αποχώρησης των τουρκικών δυνάμεων κατοχής (σημειώνεται ότι έκθεση του ελληνικού Πενταγώνου ομιλεί για χρονικό διάστημα 16-18 μηνών). Μεταξύ των δύο στρατοπέδων, η ατμόσφαιρα έχει δυστυχώς πολωθεί δραματικά. Οι δε σκοπιμότητες που εξυπηρετούνται είναι αλλότριες από την επίλυση του Κυπριακού.
Σε σχέση με τις εγγυήσεις και την ασφάλεια έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορες ιδέες. Το ζήτημα έχει ένα πολιτικό και ένα στρατιωτικό σκέλος. Στο πολιτικό σκέλος, η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την ενεργοποίηση του Κεφαλαίου 7 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών περί χρήσης βίας, αν και ελλοχεύουν επιπλοκές. Μία εξ αυτών σχετίζεται με το βέτο των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας και σύμφωνα με πληροφορίες η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο δεν θα ήθελαν να εξαρτώνται από το ρωσικό βέτο. Το ζήτημα με το βέτο των μονίμων μελών θα μπορούσε να ξεπεραστεί με ένα μοντέλο όπως αυτό που υπάρχει για το Κοσσυφοπέδιο (απλή πλειοψηφία μονίμων και μη μονίμων μελών) και κάποιου είδους εποπτεία της εφαρμογής της λύσης.
Στο δε στρατιωτικό σκέλος, κύκλοι από τη Λευκωσία έλεγαν ότι οι εγγυήσεις που ήδη έχουν προσφερθεί στους Τουρκοκυπρίους σε σχέση με την αστυνόμευση στο κρατίδιό τους αλλά και σε σχέση με τη συμμετοχή τους στην ομοσπονδιακή αστυνομία είναι παραπάνω από επαρκείς. Αν προστεθεί στα παραπάνω η πρόταση για πολυεθνική δύναμη που ουσιαστικά θα υπάγεται στο Κεφάλαιο 7 του Χάρτη του ΟΗΕ, τότε είναι σαφές ότι το νέο πλέγμα εγγυήσεων μοιάζει επαρκές.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
Ο μείζων προβληματισμός, σύμφωνα με στελέχη με μακρά εμπειρία σε ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις, είναι τι θα μπορούσε να ζητήσει η Αγκυρα από την Αθήνα σε μια άτυπη διμερή διαβούλευση, από τη στιγμή μάλιστα που στο Κυπριακό τα ελληνικά χαρτιά είναι περιορισμένα. Παράλληλα, δεδομένων των συνθηκών στις ευρωτουρκικές σχέσεις και της αναθεωρητικής ρητορικής Ερντογάν σε όλα τα μέτωπα, οι μοχλοί πίεσης των Αθηνών είναι περιορισμένοι, αν όχι ανύπαρκτοι. Οταν η Αγκυρα απειλεί διά του Γιγίτ Μπουλούτ, συμβούλου του κ. Ερντογάν, περί προσάρτησης των Κατεχομένων, τα περιθώρια απάντησης της Αθήνας δεν είναι ευρεία.

Ο ψυχρός πόλεμος Ευρώπης – Τουρκίας
Τρίζει η συμφωνία για το Προσφυγικό

Οι ευρωτουρκικές σχέσεις κινούνται σε πορεία βαθείας καταψύξεως, και αυτό επηρεάζει άμεσα τόσο την Αθήνα όσο και τη Λευκωσία. Το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που υιοθετήθηκε με συντριπτική πλειοψηφία 471 υπέρ και 37 κατά, ζητεί από τα κράτη-μέλη και την Κομισιόν να παγώσουν προσωρινά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις λόγω παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών.

Μπορεί το ψήφισμα να μην είναι δεσμευτικό, αλλά η ατμόσφαιρα βαραίνει πολύ εν όψει του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών του Δεκεμβρίου, όπου θα συζητηθεί η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Λογικά δε, η Τουρκία θα απασχολήσει και τη Σύνοδο Κορυφής στις 15-16 Δεκεμβρίου, καθώς ο τελευταίος μήνας του έτους είναι κρίσιμος για την επέκταση της Συμφωνίας για το Προσφυγικό και της κατάργησης της βίζας για τους τούρκους πολίτες που επισκέπτονται την Ευρώπη.
Η αντίδραση της Αγκυρας υπήρξε σφοδρή. Ο πρόεδρος Ερντογάν εξαπέλυσε τη γνωστή απειλή ότι θα πλημμυρίσει η Ευρώπη με πρόσφυγες, αν η ΕΕ συνεχίσει στην ίδια γραμμή. Νωρίτερα είχε μιλήσει για ένταξη της Τουρκίας στον «Οργανισμό Συνεργασίας της Σανγκάης», μαζί με Ρωσία και Κίνα. Στα κοινοτικά όργανα και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες οι απόψεις διχάζονται. Ορισμένοι ομιλούν για την ανάγκη να διατηρηθούν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία και να μη διαλυθεί το ενταξιακό πλαίσιο, διότι είναι το μόνο που προσφέρει μοχλό πίεσης προς την Αγκυρα. Η Φεντερίκα Μογκερίνι χαρακτήρισε μάλιστα το πάγωμα των ενταξιακών συνομιλιών ως ένα σενάριο από το οποίο όλοι θα βγουν χαμένοι. Αλλοι σημειώνουν ότι ο κ. Ερντογάν έχει ξεπεράσει τα εσκαμμένα και πρέπει να του δοθεί σκληρό μήνυμα. Πιθανή επικράτηση της Ακροδεξιάς στις προεδρικές εκλογές στην Αυστρία στις 4 Δεκεμβρίου θα ενισχύσει έτι περαιτέρω τους οπαδούς της σκληρής γραμμής.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς δραματικά διορατικός για να καταλάβει τις συνέπειες από την πλήρη διάρρηξη των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας για την Ελλάδα και την Κύπρο. Η Συμφωνία για το Προσφυγικό, που ήδη τρίζει, θα καταρρεύσει. Οι ελπίδες επίλυσης του Κυπριακού θα εκμηδενιστούν. Η αντιτρομοκρατική συνεργασία θα δεχθεί σοβαρό πλήγμα, το ίδιο η οικονομική και ενεργειακή συνεργασία. Στο παρασκήνιο έχουν ήδη αρχίσει να συζητούνται σενάρια για άλλου είδους σχέση μεταξύ των δύο πλευρών, η οποία θα καλύπτει στρατηγικές πτυχές.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ