Μετά το άγριο ναυάγιο στο οποίο κατέληξαν οι διαπραγματεύσεις Αναστασιάδη – Ακιντζί ο Πρωθυπουργός πρέπει να ματαιώσει αμέσως κάθε σκέψη για απευθείας δικές του επαφές με τον τούρκο πρόεδρο Ερντογάν για το Κυπριακό, καθώς όσο παρατείνεται το πρωτογενές αδιέξοδο Ελλάδα και Τουρκία δεν έχουν και δεν πρέπει να συζητήσουν τίποτε.
Ο Πρωθυπουργός μπορεί να νομίζει ότι έχει, μέχρι σήμερα, αποδείξει ικανότητα στις διεθνείς διαπραγματεύσεις και να αισθάνεται συνεπώς αρκετά ισχυρός να προχωρήσει σε μια τέτοια παρακινδυνευμένη συνάντηση. Η πραγματικότητα όμως τον διαψεύδει οικτρά, ενώ ταυτόχρονα η διεθνής μεταβατική συγκυρία αλλά και η συγκριτική κατάσταση στην οποία βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι δύο χώρες, η Ελλάδα και η Τουρκία, είναι απολύτως αποτρεπτικές.
Εδώ δεν παίζουμε: ο Πρωθυπουργός οφείλει να αντιληφθεί ότι το Κυπριακό, όπως και τα ελληνοτουρκικά, δεν σηκώνουν ανευθυνότητες τύπου «διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη», ο οποίος, παρά τα όσα τώρα λέγονται, είχε, στην κρίσιμη περίοδο, την πλήρη εμπιστοσύνη Τσίπρα του οποίου ήταν υπουργός. Τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ελλάδα το Κυπριακό είναι πολύ πιο βαθύ, πολύπλοκο και επικίνδυνο πρόβλημα (με κρισιμότατες διεθνείς διαστάσεις) από ό,τι όλα τα μνημόνια και οι πτωχεύσεις μαζί. Και η απέναντι πλευρά, ιδίως σήμερα, με έναν Ερντογάν που έχει δυναμώσει υπερβολικά την Τουρκία και είναι επιθετικός σε όλα τα μέτωπα, μπορεί να κάνει ακόμα και τον Σόιμπλε, που τότε τσάκισε τα κόκαλα της ελληνικής κυβέρνησης με ασύλληπτο κόστος για την Ελλάδα, να μοιάζει με αγαθό προσκοπάκι. Οι συνέπειες λανθασμένων και πρόχειρων κινήσεων με το βλέμμα στις κάμερες είναι εύκολο να αποδειχθούν μοιραίες, ενώ, έτσι κι αλλιώς, η στιγμή για το Κυπριακό είναι ακόμα σήμερα εντελώς αρνητική.
Αντί να επιχειρούνται επαφές από τόσο πρόδηλα και πολλαπλά δυσμενή θέση, από τις οποίες και η Κύπρος και η Ελλάδα θα βγουν, αυτή την ώρα, νομοτελειακά ηττημένες, Τσίπρας και Αναστασιάδης θα πρέπει να προσανατολιστούν με όλες τους τις δυνάμεις σε δύο κατευθύνσεις: πρώτον, στη μέγιστη δυνατή ενίσχυση των συμμαχιών Ελλάδας / Κύπρου με τις ΗΠΑ, την Αγγλία, το Ισραήλ και τη Γαλλία, τη μόνη διεθνή δύναμη στην ΕΕ που παραμένει φίλια προς Αθήνα / Λευκωσία και έχει λόγο στα γεωπολιτικά ζητήματα, και, δεύτερον, στην ενίσχυση των δυνατοτήτων των εξαιρετικά ταλαιπωρημένων ενόπλων δυνάμεων, οι οποίες, ανά πάσα πλέον στιγμή, μπορεί να κληθούν να σηκώσουν το βάρος του εξόφθαλμου επιθετικού τουρκικού αναθεωρητισμού που έχει μπει αμετάκλητα μπροστά. Συμμαχίες, ισχυρός στρατός και… μακριά απ’ τον Ερντογάν: εκεί οφείλουν να επικεντρωθούν τώρα, συντονισμένα, Ελλάδα και Κύπρος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ