Με άμεση εκκαθάριση και οριστική παύση εργασιών κινδυνεύει μία στις τρεις επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες προς τις τράπεζες οφειλές. Σε αυτά τα επίπεδα διαμορφώνεται, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, το ποσοστό των επιχειρήσεων όλων των μεγεθών που έχουν χαρακτηριστεί ως μη βιώσιμες από τις εσωτερικές μονάδες διαχείρισης επισφαλειών των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Πρόκειται για επιχειρηματικές δραστηριότητες που εκτός από τα προβλήματα εξυπηρέτησης των χρεών τους, εμφανίζουν και αρνητικό EBITDA. Δεν μπορούν δηλαδή να καλύψουν ούτε τα λειτουργικά τους κόστη. Η παράμετρος αυτή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, εν όψει της εφαρμογής του θεσμού του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Και αυτό διότι δικαίωμα χρήσης των εργαλείων αναδιάρθρωσης που θα προσφέρει θα έχουν μόνο όσες επιχειρήσεις λάβουν πιστοποιητικό βιωσιμότητας από το 60% των πιστωτών τους.
Οι δεσμεύσεις προς ΕΚΤ


Οι οδηγίες του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) και οι δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους είναι συγκεκριμένες: Οποιο σχήμα δεν έχει πιθανότητες ανάκαμψης, θα οδηγείται σε οριστικό «λουκέτο» και η τράπεζα θα κλείνει την υπόθεση, βάζοντας ένα «στοπ» στις ζημιές της.
Οπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, η παραπάνω κατευθυντήρια γραμμή αναμένεται να οδηγήσει πολλούς κλάδους σε έναν νέο κύκλο αναδιάρθρωσης και ανακατανομής μεριδίων, καθώς θα τεθούν εκτός αγοράς επιχειρήσεις που, παρά τα σοβαρά προβλήματά τους, παραμένουν ακόμη και σήμερα σε λειτουργία, καθυστερώντας πληρωμές προς πιστωτικά ιδρύματα, Δημόσιο, Ταμεία και ιδιώτες.
Η δεύτερη ευκαιρία


Ενδεικτικά αυτής της εικόνα είναι τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα Πειραιώς, κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του γ’ τριμήνου του 2016. Σύμφωνα με αυτά, από το σύνολο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα που έχουν ανατεθεί στην εσωτερική διεύθυνση επισφαλών απαιτήσεων του ομίλου, το 67% κρίνεται ως μη βιώσιμο.
Την ίδια στιγμή, ποσοστό 81% των «κόκκινων» πελατών της τράπεζας εξακολουθεί να λειτουργεί. Εάν λοιπόν τηρηθεί κατά γράμμα ο κανόνας για κλείσιμο των εταιρειών χωρίς… ελπίδα, τότε ένα ποσοστό επιχειρήσεων κοντά στο 15% που σήμερα παραμένει ανοιχτό, θα κατεβάσει ρολά.
Στον αντίποδα, οι δανειολήπτες για τους οποίους κρίνεται ότι μπορούν ξανά, υπό προϋποθέσεις, να σταθούν στα πόδια τους θα έχουν μια δεύτερη ευκαιρία. Οι τράπεζες προχωρούν πλέον κατά κύριο λόγο σε γενναιόδωρες ρυθμίσεις των χρεών των πελατών τους, με στόχο να μη χρειαστεί ξανά τα επόμενα χρόνια νέα παρέμβασή τους.
Για να «ξαναπρασινίσει» μετά τη ρύθμισή της μια οφειλή, πρέπει να περάσουν 12 συνεχείς μήνες ομαλούς εξυπηρέτησής της. Επιπλέον, για τα πρώτα τρία χρόνια αρκεί η καθυστέρηση 30 ημερών, για να επιστρέψει το δάνειο από εκεί όπου ξεκίνησε, χαρακτηριζόμενο εκ νέου «κόκκινο».
Ως εκ τούτου, η επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposure – NPE) έως και το τέλος του 2019 κατά 40%, περνά μέσα από την επιτυχία αυτών των διακανονισμών. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε η Eurobank, στο πλαίσιο της ενημέρωσης των επενδυτών για τα αποτελέσματα του γ’ τριμήνου του 2016, το 70% των ρυθμίσεων που προωθούνται είναι μακροπρόθεσμες.
Οι λύσεις που δίνονται


Οι λύσεις που εφαρμόζονται περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

1) Διαχωρισμός οφειλής σε δύο μέρη.
Πρόκειται για τη συνηθέστερη πλέον μέθοδο που επιλέγουν οι τράπεζες για να ρυθμίσουν ένα δάνειο. Σύμφωνα με αυτήν, το δανειακό υπόλοιπο σπάει σε δύο μέρη: Το πρώτο συνεχίζει να εξυπηρετείται, ενώ το δεύτερο «παγώνει» για ένα εύλογο χρονικό διάστημα μέχρι η επιχείρηση να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της. Μετά την περίοδο χάριτος, γίνεται επαναδιαπραγμάτευση των όρων αποπληρωμής του «παγωμένου» τμήματος. Σημειώνεται πάντως πως όσο πιο λίγες είναι οι εγγυήσεις ή τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες να του χαριστεί μέρος του δανείου. Δηλαδή, συμφωνείται ότι εάν π.χ. αποπληρωθεί με βάση τους όρους που θα συμφωνηθούν το 70% του υπολοίπου, τότε το υπόλοιπο 30% θα διαγράφεται. Από τα στοιχεία της Eurobank προκύπτει ότι «κούρεμα» οφειλών προσφέρεται στο 10% των δανείων.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες δεν πιέζουν τους πελάτες τους για την παροχή επιπλέον εξασφαλίσεων, προκειμένου να προσφέρουν μια ευνοϊκή ρύθμιση. Η πίεση είναι ακόμη μεγαλύτερη στις περιπτώσεις που οι εκπρόσωποι ή μέτοχοι των εταιρειών έχουν προσωπική περιουσία, που θα μπορούσαν να ενεχυριάσουν. Η ενίσχυση του ποσοστού κάλυψης των «κόκκινων» δανείων είναι σε έναν βαθμό αποτέλεσμα και αυτής της πολιτικής.

2) Μείωση επιτοκίου και αύξηση διάρκειας.
Πρόκειται για δύο τρόπους με τους οποίους επιτυγχάνεται μόνιμη μείωση των δόσεων που πληρώνει η επιχείρηση. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων διακανονισμού, η αύξηση της διάρκειας αποπληρωμής του χρέους αποτελεί μονόδρομο για τον ουσιαστικό περιορισμό των τοκοχρεολυσιών.
Από την άλλη πλευρά, οι μειώσεις στα επιτόκια έχουν μικρότερη επίδραση στις τρέχουσες δόσεις. Δεδομένων των αρνητικών πλέον διατραπεζικών δεικτών euribor, με τους οποίους είναι συνδεδεμένα τα περισσότερα δάνεια στην επιχειρηματική πίστη, τα περιθώρια παρεμβάσεων στο κόστος δανεισμού έχουν στενέψει.

Επιχειρήσεις
Πάγωμα ρυθμίσεων λόγω εξωδικαστικού

Επιφυλακτικές να προχωρήσουν σε ρύθμιση των οφειλών τους εμφανίζονται το τελευταίο διάστημα αρκετές επιχειρήσεις, εν αναμονή της ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, η οποία έχει καθυστερήσει.
Σύμφωνα με τραπεζικό στέλεχος, οι οφειλέτες αναμένουν την οριστικοποίηση του σχετικού πλαισίου, προτού προχωρήσουν σε τακτοποίηση των οφειλών τους, με την προσδοκία μιας καλύτερης διευθέτησης των χρεών τους προς Δημόσιο και Ασφαλιστικά Ταμεία.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ακόμη δεν υπάρχει συμφωνία σε σχέση με τα επιτόκια που θα εφαρμόζονται στις ρυθμίσεις, τις εγγυήσεις που θα ζητούνται από τους οφειλέτες, αλλά και το είδος των χρεών προς το Δημόσιο που θα «κουρεύονται».
Ανοιχτό παραμένει και το αν θα μπορούν να ενταχθούν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό επιχειρήσεις που βρίσκονται ήδη σε ρύθμιση. Οι δανειστές φοβούνται πως εάν αυτό επιτραπεί, υπάρχει κίνδυνος μείωσης των εσόδων από οφειλέτες που σήμερα πληρώνουν κανονικά τις δόσεις τους. Ως προς τους δικαιούχους ένταξης, φαίνεται πως εκτός του ευνοϊκού πλαισίου τίθενται οι ελεύθεροι επαγγελματίες, καθώς για την υποβολή σχετικής αίτησης ο ενδιαφερόμενος πρέπει να είναι νομικό πρόσωπο με εμπορική ιδιότητα και τζίρο άνω των 50.000 ευρώ.
Η αίτηση θα υποβάλλεται στην ειδική γραμματεία διαχείρισης ιδιωτικού χρέους. Για να γίνει ωστόσο αποδεκτή, θα πρέπει να συμφωνήσει το 60% των πιστωτών της επιχείρησης. Η υπόθεση, στη συνέχεια, θα ανατίθεται σε έναν από τους 2.500 διαπιστευμένους δικαστικούς διαμεσολαβητές, οι οποίοι θα επιχειρούν να βρουν την ιδανική συνταγή ρύθμισης όλων των οφειλών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ