Αν υπάρχει κάτι που μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα για τις αμερικανικές εκλογές μετά τη νίκη Τραμπ, δεν αφορά τόσο τον νικητή, όσο την ηττημένη: ότι, με την ψήφο του, ο αμερικανικός λαός τιμώρησε το σύστημα της χώρας του και την υποκρισία που, όπως σε πολλές άλλες χώρες της Δύσης, έτσι κι εκεί είχε για τα καλά ριζώσει και σαν φυτό που αναρριχάται γρήγορα, είχε πλέον, σκεπάσει τα πάντα.
Όταν μια χώρα, ειδικά εκείνη με τη μεγαλύτερη ισχύ, αλλά και με την πιο έντονα ανεπτυγμένη φιλελεύθερη και δημοκρατική παράδοση στον κόσμο, γίνεται σταδιακά πολιτική «ιδιοκτησία» οικογενειών, την ώρα που το ίδιο το σύνταγμά της έχει κάνει ότι είναι δυνατόν για να προβλέψει το αντίθετο, η παρακμή είναι μονόδρομος: οι θεσμοί εξασθενούν, η πραγματική πολιτική γίνεται υπόθεση των λίγων, ενώ η απόσταση που τους χωρίζει από τους πολλούς μεγαλώνει μέρα με τη μέρα και «κλείνει» μόνον την ώρα που πλησιάζουν οι εκλογές με τις οποίες τα συστήματα ευελπιστούν να αναβαπτιστούν για να συνεχίσουν, από την επομένη…
Ε, στην Ιστορία των δημοκρατικών χωρών, έρχονται στιγμές που στις συνειδήσεις των πολιτών τα συστήματα πρέπει πλέον να σπάσουν. Το πώς θα σπάσουν είναι μία άλλη υπόθεση, η οποία άλλοτε καταλήγει καλά κι άλλοτε όχι. Όμως πρέπει να σπάσουν. Και το αίσθημα αυτό αποδείχθηκε τον τελευταίο χρόνο εξαιρετικά ισχυρό στις χώρες της αγγλοσαξωνικής δημοκρατικής παράδοσης: αυτό ακριβώς συνέβη, επί της ουσίας και στη Μεγάλη Βρετανία με το δημοψήφισμα και, τώρα, στις ΗΠΑ.
Ο Τραμπ μιλάει άσχημα για τις γυναίκες – όμως ο Κλίντον έχει το αληθινά κακό παρελθόν μαζί τους. Ο Τραμπ εμφανίζεται ως αμφισβητίας των μηχανισμών, όμως η Κλίντον έχει τα θέματα με τα emails και το FBI. Ο Τραμπ είναι ο οικονομικός μεγιστάνας, όμως υπέρ της Κλίντον είναι που όλα τα μεγάλα συστημικά μέσα έδιναν μέχρι και πριν από δώδεκα ώρες πιθανότητες νίκης πάνω από 90%!…
Οι λαοί κουράστηκαν από το παραμύθι και την υποκρισία των συστημάτων, ειδικά αυτών που χτίστηκαν πάνω στα παραμύθια περί σεβασμού των ίδιων των λαών, αριστεράς, προδευτικότητας κοκ.
Και, πλέον, απαντούν…