Μικρά βήματα έχουν γίνει στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια στον τομέα της φροντίδας και περίθαλψης των ασθενών με ψυχιατρικά προβλήματα. Παρότι τα θεμέλια για την υλοποίηση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης μπήκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’80, λίγο μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, και ενισχύθηκαν τη δεκαετία του ’90 με τη δημιουργία των πρώτων δομών αποασυλοποίησης και επανένταξης των ψυχικά πασχόντων, στην κοινωνία, το φιλόδοξο σχέδιο ουδέποτε ολοκληρώθηκε. Η πλημμελής ή η μη εφαρμογή του νόμου περί αναγκαστικών νοσηλειών, ο «κοινωνικός αυτοματισμός» μεταξύ ψυχιατρικού και δικαστικού συστήματος, ώστε να προκρίνεται ως μέσο ρουτίνας η «λύση» της αναγκαστικής νοσηλείας, το έλλειμμα συνέχειας της φροντίδας και των κοινοτικών δομών ψυχιατρικής φροντίδας, ο κατακερματισμός και ο χαμηλού επιπέδου συντονισμός μεταξύ των υπηρεσιών και η έλλειψη διαχρονικά ισχυρής πολιτικής βούλησης, συνθέτουν το παζλ των προβλημάτων. Μία από τις τραγικές συνέπειες της μη ολοκλήρωσης της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης στην Ελλάδα είναι το ανησυχητικά υψηλό ποσοστό των ακούσιων νοσηλειών, το οποίο βαίνει αυξανόμενο στα χρόνια της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Το ποσοστό των ακούσιων νοσηλειών στην Ελλάδα «σκαρφάλωσε» στο 74,5% το 2014 και δείχνει αυξητικές τάσεις, από 57,4% που ήταν το 2011, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 13,6%.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις έγιναν από έλληνες και ξένους ειδικούς επιστήμονες που συμμετείχαν στις εργασίες του 2ου Συνεδρίου Ψυχικής Υγείας, παρουσία του υπουργού Υγείας κ. Ανδρέα Ξανθού, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ επανέλαβε τις περσινές εξαγγελίες. Μίλησε, μεταξύ άλλων, για «επανεκκίνηση» της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης με βήματα που θα διασφαλίζουν την ομαλή μετάβαση από την ασυλικού τύπου περίθαλψη στην αξιόπιστη φροντίδα των χρονίων ψυχικά ασθενών σε κοινοτικού τύπου δομές (ξενώνες, οικοτροφεία, προστατευόμενα διαμερίσματα κ.λπ.), στην ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Ψυχικής Υγείας και στη διασφάλιση των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των ασθενών. Ο κ. Ξανθός έδωσε μεγάλο βάρος στην ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Ψυχικής Υγείας και στη διασύνδεσή της με τις υπόλοιπες υπηρεσίες ΠΦΥ του ΕΣΥ. Διαφορετικά, είπε, «κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης κινδυνεύει να παραμείνει κενό γράμμα και άσκηση επί χάρτου». Ολα αυτά περιλαμβάνονται στο σχετικό νομοσχέδιο, το οποίο θα συνοδευτεί από ένα σχέδιο αναδιοργάνωσης των Τομέων Ψυχικής Υγείας που θα τεθεί σύντομα σε διαβούλευση με τις ΤΟΨΥ (Τομεακές Επιτροπές Ψυχικής Υγείας) όλων των περιοχών της χώρας.
Δεν έχουμε στρατηγικό σχεδιασμό
Τη διαπίστωση ότι στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα σχέδιο νόμου για τη διοικητική μεταρρύθμιση και αποκέντρωση των δομών ψυχικής υγείας, χωρίς όμως να υπάρχει στρατηγικός εθνικός σχεδιασμός, έκανε ο καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ψυχίατρος – ψυχαναλυτής, επιστημονικός διευθυντής της ΕΠΑΨΥ κ.Στέλιος Στυλιανίδης. «Θα έλεγα ότι ο υπουργός έκανε μια γενική διακήρυξη, η οποία είχε αναγγελθεί και πέρυσι στο ίδιο συνέδριο, με τις βασικές αρχές της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Δηλαδή, την προσπάθεια εξεύρεσης συναινέσεων και την εγκατάλειψη της ασυλικής περίθαλψης προς όφελος της κοινοτικής ψυχιατρικής φροντίδας, ενώ τόνισε ότι το πρώτο βήμα είναι η αλλαγή της διοικητικής δομής και η αποκέντρωση. Θα δοθούν ουσιαστικές αρμοδιότητες στις περιφερειακές διοικήσεις μέσα από τη συγκρότηση ενός λεπτομερειακού σχεδίου και τόνισε ότι το σύνολο του διαβήματος αυτού για τη μεταρρύθμιση αποτελεί ένα σοβαρό πολιτικό ζήτημα, στο επίκεντρο του οποίου πρέπει να υπάρχει ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων. Κατά τη γνώμη μου, όπως επανέλαβα και στο συνέδριο, αυτή είναι μια πολύ γενική διατύπωση ενός προγραμματικού λόγου και γι’ αυτό διατύπωσα μια σειρά παρατηρήσεων με τις οποίες συμφώνησαν και οι εκπρόσωποι του υπουργείου. Με πιο σημαντική να ψηφιστεί το νομοσχέδιο για την οργάνωση του συστήματος με αναγκαίες διορθώσεις που θα το καθιστούν πιο λειτουργικό, αποτελεσματικό και λιγότερο γραφειοκρατικό. Το νομοσχέδιο κινείται προς μια κατεύθυνση εκδημοκρατισμού και αποκέντρωσης του συστήματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα μπορέσει να υπάρξει δυνατότητα στελέχωσης, υποστήριξης, λειτουργικών εξόδων, με πρόβλεψη εθνικών πόρων ή πόρων από το ΕΣΠΑ. Ωστόσο έχει τεράστια σημασία ποια άτομα θα αναλάβουν τη στελέχωση αυτού του αποκεντρωμένου συστήματος» σχολίασε.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο καθηγητής Ψυχιατρικής, πρύτανης της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Nova της Λισαβόνας και συντονιστής της Joint Actionon Mental Health and Wellbeing (Δράσης για την ψυχική υγεία) της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κ.
José Miguel Caldas de Almeida. Οπως είπε, οι διακηρύξεις αρχών και στόχων για μια πολιτική ψυχικής υγείας δεν έχουν πια καμία σημασία αν δεν συνοδεύονται από σχέδιο δράσης, χρονοδιάγραμμα, εκτίμηση πόρων, αναγκών και μεθοδολογία εφαρμογής κάθε σχεδίου δράσης.
Από την πλευρά της, η κυρία Marie-Anne Paraskevas, γενική διευθύντρια Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Senior Policy Officer, DG Employment, Social Affairs and Inclusion, European Commission), αφού περιέγραψε την πολιτική που ασκεί η Κομισιόν, αναφέρθηκε στο ελληνικό πρόγραμμα λέγοντας: «Περιμένουμε στρατηγικό πρόγραμμα, εκτίμηση αναγκών, σαφή κατανομή πόρων. Οχι επένδυση πόρων από το ΕΣΠΑ σε νέες δομές, αλλά ενίσχυση αυτών που ήδη υπάρχουν. Οχι άλλο προσωπικό, αλλά ενίσχυση του ήδη υπάρχοντος προσωπικού, και δεν έχουμε δει τίποτε από όλα αυτά».
Νέοι χρόνιοι πάσχοντες και στις ακούσιες νοσηλείες
Στο πλαίσιο του συνεδρίου, διοργανώθηκε στρογγυλή τράπεζα με αντικείμενο τα δικαιώματα των ατόμων με ψυχιατρικά προβλήματα που δεν έχουν φωνή, τους «αποκλεισμένους του κοινωνικού αποκλεισμού» στον χώρο της ψυχικής υγείας.
Οπως ειπώθηκε, η ακούσια νοσηλεία πάντα αποτελούσε ένα αμφιλεγόμενο θέμα στην ψυχιατρική, λόγω των περιορισμών που επιβάλλει στα δικαιώματα των ψυχικά πασχόντων, της στέρησης της ελευθερίας και της αυτονομίας τους, της προσβολής της αξιοπρέπειάς τους και του στιγματισμού των ίδιων και της οικογένειάς τους.
Στο πλαίσιο αυτό, παρουσιάστηκε η «Μελέτη ακούσιων νοσηλειών στην Αθήνα» (ΜΑΝΑ). Πρόκειται για ένα ερευνητικό πρόγραμμα (2011-2016) το οποίο υλοποιείται από την ΕΠΑΨΥ και το Πάντειο Πανεπιστήμιο υπό την επιστημονική ευθύνη του καθηγητή κ. Στέλιου Στυλιανίδη.
Η προσπάθεια αυτή έχει απώτερο στόχο να αναδειχθεί το ζήτημα των ακούσιων νοσηλειών σε θέμα υψίστης σημασίας στην ατζέντα της πολιτικής για την ψυχική υγεία.
Από την έρευνα προκύπτει ότι το 2011 το 57,4% των νοσηλειών του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής (Δαφνί) ήταν ακούσιες, με το 69,8% αυτών να ενεργοποιούνται από συγγενικά πρόσωπα και το 30,2% να εκτελούνται αυτεπάγγελτα. Στο 55% των περιπτώσεων ακούσιας νοσηλείας στο ΨΝΑ, αιτία ενεργοποίησης είναι η «επιθετικότητα» και στο 34,2% η «ασυνέχεια στην φαρμακευτική αγωγή», παράγοντες οι οποίοι δεν αποτελούν απαραίτητα στοιχεία ψυχοπαθολογίας του ατόμου, αλλά συχνά αποδίδονται στην αντίληψη του οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος, στα κενά στην περίθαλψη και σε έλλειμμα συνέχειας στη φροντίδα στην κοινότητα.
Ωστόσο, ανησυχία προκαλεί το εύρημα πως από το 2012 και μετά το ποσοστό των ακούσιων νοσηλειών αυξάνεται ραγδαία: από 56,6% το 2012 σε 63,5% το 2013 και 74,5% το 2014. Το 23,1% βρέθηκε να επανεισάγεται σε ψυχιατρικό νοσοκομείο ή ψυχιατρικό τμήμα γενικού νοσοκομείου εντός δύο ετών από το εξιτήριο –από αυτούς, το 61,3% επανεισήχθη ακούσια, ενώ ο ένας στους τρεις (33,3%) επανεισήχθη περισσότερες από μία φορές.
Η μελέτη κοόρτης διήρκεσε τρία χρόνια και πραγματοποιήθηκε στο Γ’ Τμήμα του ΨΝΑ. Οι ερευνητές αναφέρονταν στην ίδια ομάδα ασθενών –631 ασθενείς –οι οποίοι παρακολουθούνταν για δύο χρόνια (2012-2014) και καταγράφονταν όλα τα στοιχεία που τους αφορούσαν.
«Η έρευνα», σχολίασε ο κ. Στυλιανίδης,
«μας έδειξε, πρώτον, ότι έχουμε μια συντριπτική αύξηση του ποσοστού των ακουσίων νοσηλειών. Οτι οι ομάδες του ΨΝΑ, και αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα, με τα λιγοστά μέσα που διαθέτουν, επιτελούν ένα έργο βελτίωσης της συμπτωματολογίας των ασθενών. Τι συμβαίνει όμως στην πορεία; Βελτιώνεται κατά τη νοσηλεία η συμπτωματολογία αυτών των ασθενών, αλλά με την έξοδό τους δεν έχουν καμία συστηματική συνέχεια στην ψυχιατρική τους φροντίδα. Οπότε, «χάνονται», το 23,3% επανεισάγεται σε ψυχιατρικό νοσοκομείο και από αυτούς ο ένας στους τρεις περισσότερο από μία φορές. Εχουμε, δηλαδή, το φαινόμενο «περιστρεφόμενης πόρτας» και, επομένως, νέων χρονίων, όχι μόνον στις εκούσιες νοσηλείες αλλά και στις ακούσιες».
TA AITIA
Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Στυλιανίδη, «η αύξηση της ακούσιας νοσηλείας οφείλεται στο ότι παρά την επένδυση που έχει γίνει στη χώρα μας στην ψυχιατρική μεταρρύθμιση, δεν έχουμε σύστημα υπηρεσιών ψυχικής υγείας συνεκτικά οργανωμένο, αλλά ένα άθροισμα υπηρεσιών κατακερματισμένο, χωρίς ηγεσία, χωρίς στόχο, χωρίς παρακολούθηση και αξιολόγηση. Δεύτερον, έχουμε να κάνουμε με ένα μη συγκυριακό φαινόμενο. Απλώς, λόγω της κρίσης, τα όρια στις αντοχές των οικογενειών ξεπερνιούνται, οπότε καταφεύγουν, σε ποσοστό σύμφωνα με την έρευνα 70%, στον εισαγγελέα προκειμένου να νοσηλεύσουν το άρρωστο μέλος τους».
Περιοριστικά μέτρα
Ο ένας στους τέσσερις καθηλώνεται κατά τη νοσηλεία του
Οσον αφορά τα περιοριστικά μέτρα στην αναγκαστική νοσηλεία, σχετική έρευνα σε ένα Τμήμα Ψυχιατρικού Νοσοκομείου και σε ένα Ψυχιατρικό Τμήμα Γενικού Νοσοκομείου στην Αττική από τον Νοέμβριο του 2015 κατέδειξε ότι το 25% των ασθενών αυτών καθηλώθηκε μηχανικά κατά τη νοσηλεία του.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι από τις 3/11/2015 ως τις 9/9/2016 στο Ψυχιατρικό Τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου πραγματοποιήθηκαν 212 εισαγωγές ασθενών, εκ των οποίων 67 ήταν εκούσιες εισαγωγές, 145 ακούσιες εισαγωγές (68,4%) και καθηλώθηκε το 25% των ακούσιων ασθενών. Το ίδιο χρονικό διάστημα, στο Τμήμα του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου πραγματοποιήθηκαν 250 εισαγωγές ασθενών, εκ των οποίων οι 105 ήταν εκούσιες εισαγωγές, οι 145 ακούσιες (58%) και καθηλώθηκε το 21% των ακούσιων ασθενών.
Σημειώνεται ότι το «ανοικτό» ή «κλειστό» Τμήμα δεν φαίνεται να επηρεάζει τα παραπάνω, ενώ, αντίθετα, η έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού, το έλλειμμα κατάλληλης εκπαίδευσης και η δυσκολία εφαρμογής τεχνικών αποκλιμάκωσης φαίνεται να επηρεάζουν τη χρήση αυτού του καταναγκαστικού μέτρου σε ασθενείς.
Τα αποτελέσματα αυτά, πέραν της ποσοτικής αύξησης των αναγκαστικών νοσηλειών και αυτής των μηχανικών καθηλώσεων στα ψυχιατρικά τμήματα, αναδεικνύουν δομικές δυσλειτουργίες σε όλο το «σύστημα υπηρεσιών ψυχικής υγείας» στη χώρα μας.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν τη σοβαρότητα του θέματος –ομοίως και ο επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα κ.
Nils Muižnieks με επιστολή του στα υπουργεία Υγείας και Εργασίας στις 17/8/2016 -, το οποίο συσχετίζουν με το έλλειμμα δημοκρατίας
στη διαχείριση των συγκεκριμένων –και όχι μόνο –ασθενών.
ΝΟΜΟΣ 2071/92
Πολύ καλός για να… εφαρμοστεί
«Θεωρούμε αυτονόητο τον κοινωνικό αυτοματισμό, που πλέον έχει γίνει κυρίαρχος στην ελληνική πραγματικότητα, μεταξύ δικαστικού και ψυχιατρικού συστήματος» λέει ο κ. Στυλιανίδης. «Ο νόμος 2071/92, που αναμόρφωσε εξ ολοκλήρου τον θεσμό της ακούσιας νοσηλείας, ήταν ένας δημοκρατικός νόμος.
Υπό μία προϋπόθεση: να εφαρμόζεται! Οι νεοτερισμοί του νόμου, στην πράξη, φάνηκαν εξαιρετικά δύσκολα αφομοιώσιμοι, τόσο από τους ψυχιάτρους όσο και από τη διοίκηση και τη Δικαιοσύνη. Οι αντιδράσεις, λοιπόν, από το ’92 μέχρι σήμερα, κινήθηκαν σε μια ελάχιστα εναρμονισμένη κατεύθυνση με το νέο σύστημα.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την τήρηση των αυστηρών προθεσμιών –σε δέκα ημέρες πρέπει να γίνει δίκη –για τη στέρηση ελευθερίας ενός ατόμου. Επομένως, αυτή η διοικητική πρακτική εξελίσσεται ερήμην του νόμου και σε βάρος, πάντα, των δικαιωμάτων του ατόμου. Και έτσι η αυτονόητη σε ένα κράτος δικαίου αρχή ότι κανείς δεν στερείται την ελευθερία του χωρίς μια σοβαρή δίκη έφτασε, στην πράξη, να είναι ζητούμενο στη χώρα μας».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ