Επειτα από τη στρατηγική ήττα στο πεδίο των τηλεοπτικών αδειών, με την εκκρεμότητα συγκρότησης του ΕΣΡ να παραμένει και τη διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση να εισέρχεται για άλλη μία φορά σε δύσκολη φάση, ο Αλ. Τσίπρας καταβάλλει πλέον προσπάθειες να απεγκλωβιστεί από τη δυσμενή θέση στην οποία περιήλθε και να καλλιεργήσει την εντύπωση της «φυγής προς τα εμπρός».
Οι πιέσεις στο καυτό πεδίο της αξιολόγησης εντείνονται και το κλείσιμο μιας νέας συμφωνίας με τους θεσμούς –όσο από πλευράς ΔΝΤ και κάποιων κύκλων στο Βερολίνο γίνεται λόγος για τέταρτο Μνημόνιο –προδιαγράφει μια σειρά από νέους, πολιτικά και κοινωνικά επώδυνους συμβιβασμούς.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και ο ανασχηματισμός, ο οποίος καρκινοβατούσε επί εβδομάδες και επισπεύσθηκε τις τελευταίες ημέρες, αν και ανέδειξε τις δυσκολίες του κ. Τσίπρα να διαχειριστεί εσωκομματικές ισορροπίες και πιέσεις. Το σκεπτικό που επικράτησε, αν και η τελική του εκδήλωση ήταν μάλλον θολή, ήταν ότι μόνον έτσι η κυβέρνηση θα έχει μια τελευταία ευκαιρία να δημιουργήσει, έστω πρόσκαιρες, εντυπώσεις επανεκκίνησης, έναν χρόνο μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την άνευ όρων παράδοση στις μνημονιακές πολιτικές.
Στην ουσία, η κυβέρνηση Τσίπρα εισέρχεται πλέον σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολης διαχείρισης ισορροπιών, με ανοιχτά στοιχήματα σε πολλά μέτωπα, όπου οι εξελίξεις θα καθορίσουν τις περαιτέρω αποφάσεις και κινήσεις τις αμέσως επόμενες εβδομάδες.
Προδοκίες και παζάρια


Το κρισιμότερο και σημαντικότερο όλων είναι το παζάρι που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ Αθήνας και δανειστών, το οποίο εκδηλώνεται σε διάφορα παράλληλα επίπεδα. Το πρώτο αφορά τον διακαή πόθο της κυβέρνησης να λάβει έστω ένα σήμα από τους δανειστές στο θέμα του χρέους. Κάτι τέτοιο ο κ. Τσίπρας είναι πρόθυμος, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, να το «ανταλλάξει» με νέες υποχωρήσεις στο πεδίο της αξιολόγησης και της –έστω εικονικής –επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, μόλις την Πέμπτη, περιόρισε τις προσδοκίες της συζήτησης περί χρέους, λέγοντας από το βήμα της Ευρωαραβικής Συνόδου που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα ότι αυτό που αναμένεται είναι το ούτως ή άλλως προβλεπόμενο από τις συμφωνίες, δηλαδή κάποιες άμεσες, βραχυχρόνιες διευθετήσεις. Είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας: «Τον Δεκέμβριο, λοιπόν, θα αποφασιστούν τα άμεσα μέτρα παρεμβάσεων στο δημόσιο χρέος και σταθερή μας άποψη είναι ότι αμέσως μετά πρέπει να ξεκινήσει η συζήτηση για τις μελλοντικές αναγκαίες παρεμβάσεις σε σχέση με το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2018 και μετά». Σύμφωνα με εκτιμήσεις οικονομικών και διπλωματικών κύκλων, μια τέτοια φόρμουλα και με τον ESM στο επίκεντρο, χωρίς εμπλοκή ξένων κοινοβουλίων, είναι πολιτικά ανώδυνη για το Βερολίνο και τις υπόλοιπες κυβερνήσεις που έχουν μπροστά τους εκλογικές αναμετρήσεις, ενώ παράλληλα δεν συνιστά και κάποια «χάρη» στον κ. Τσίπρα, καθώς είναι ένα βήμα που προβλεπόταν στην απόφαση του Εurogroup του προηγούμενου Μαΐου.
Το δεύτερο μέτωπο αφορά τη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση, με αιχμές το Ασφαλιστικό-Συνταξιοδοτικό και τα ενεργειακά θέματα. Το κλείσιμο της αξιολόγησης είναι προϋπόθεση για τη συζήτηση περί χρέους και είναι ενδεικτικό σε αυτό το πλαίσιο ότι εν όψει του νέου κύκλου συζητήσεων άλλαξαν οι επικεφαλής στα υπουργεία Εργασίας και Ενέργειας, καθώς οι κ.κ. Κατρούγκαλος και Σκουρλέτης δεν διέθεταν ούτε το πολιτικό κεφάλαιο, αφενός, ούτε τη διάθεση, αφετέρου, να επωμιστούν νέες υποχωρήσεις από τις πάλαι ποτέ «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης. Με κινήσεις όπως αυτές, ο κ. Τσίπρας εκτιμάται ότι επιχειρεί να καλλιεργήσει την εντύπωση στους δανειστές ότι είναι διατεθειμένος να προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις και να κλείσει την αξιολόγηση.
Σενάριο σύγκρουσης


Παρά ταύτα, το Μέγαρο Μαξίμου τελεί πλέον υπό ασφυκτική πίεση, δεδομένου του περιβάλλοντος που έχει διαμορφωθεί. Ο Ν. Παππάς έχει χρεωθεί το ναυάγιο της διαδικασίας αδειοδότησης των καναλιών και έχει μετατραπεί σε ένα βαρίδι για τον κ. Τσίπρα, ο οποίος αναζήτησε τρόπους απεμπλοκής.
Αποτέλεσμα ήταν η απομάκρυνσή του από το Μέγαρο Μαξίμου.
Επειτα από τον νέο κύκλο μεθοδεύσεων και τις νεφελώδεις τροπολογίες του ν. 4339/2015 που ψηφίστηκαν την Παρασκευή, ένα ενδεχόμενο νέο αδιέξοδο αναμένεται πως θα δώσει στον κ. Τσίπρα το έναυσμα να αναζωπυρώσει τη σύγκρουση και την πόλωση στο εσωτερικό, στρεφόμενος κατά της ΝΔ και επιχειρώντας να χρεώσει στην αξιωματική αντιπολίτευση το αδιέξοδο. Κάτι τέτοιο θα ενεργοποιήσει τον σχεδιασμό ολοκληρωτικής σύγκρουσης, με το βλέμμα στραμμένο σε μία εκλογική αναμέτρηση, η οποία ήδη συζητείται ως ενδεχόμενο σε κυβερνητικά γραφεία. Παρά ταύτα, η κυρίαρχη αίσθηση είναι ότι τη Δευτέρα θα καταβληθούν όλες οι δυνατές προσπάθειες από τον Ν. Βούτση προκειμένου να συγκροτηθεί η ανεξάρτητη Αρχή.
Το στοιχείο που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα κρίνει τη διεξαγωγή ή μη εκλογών (πέραν άλλων, απρόοπτων ενδεχομένων) είναι η συζήτηση που ήδη έχει ξεκινήσει στην Ουάσιγκτον και στο Βερολίνο για την αναγκαιότητα ενός τέταρτου Μνημονίου. Κυβερνητικά στελέχη επιμένουν πως αν κάτι μπορεί να αποκλειστεί είναι το να υπογράψει ο ΣΥΡΙΖΑ ένα νέο Μνημόνιο. Και αυτό επειδή είναι γνωστό στους περισσότερους ότι εν όψει ενός τέτοιου ενδεχομένου η ΚΟ του κόμματος δεν πρόκειται να παραμείνει συμπαγής. Κατά τις αναφορές κυβερνητικών βουλευτών, μια ενδεχόμενη συζήτηση για τέταρτο Μνημόνιο μοιραία θα οδηγήσει τον κ. Τσίπρα σε προκήρυξη εκλογών, με το σκεπτικό «εγώ δεν υπογράφω, αν θέλει ας υπογράψει η ΝΔ και ο Μητσοτάκης».

Αγκυρα και Κυπριακό
Ανεβαίνει το θερμόμετρο στα εθνικά θέματα

Παράμετρος η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης, αλλά εκτιμάται ότι μπορεί να διαμορφώσει απρόοπτα, είναι οι εξελίξεις στα εθνικά θέματα.
Η κινητικότητα των τελευταίων εβδομάδων στο Κυπριακό, σε συνδυασμό με τις επιθετικές κινήσεις της Τουρκίας, έχει διαμορφώσει σε κάποιους κύκλους την αίσθηση μιας επικίνδυνης εκκρεμότητας. Κατά τα όσα αφήνουν να εννοηθεί πρόσωπα που παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στην Τουρκία, οι διαθέσεις του Ερντογάν είναι καταφανώς επεκτατικές. Σε αυτό το πλαίσιο, το τρίπτυχο Προσφυγικό – ένταση στο Αιγαίο – συζητήσεις για το Κυπριακό ενδέχεται να διαμορφώσει συνθήκες ανατροπής στα εθνικά θέματα, οι οποίες δεν θα είναι εύκολα διαχειρίσιμες από την κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου.
Υπό αυτό το πρίσμα, και με δεδομένο το αμερικανικό ενδιαφέρον για ταχεία επίλυση του Κυπριακού, η επικείμενη επίσκεψη του απερχόμενου αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα θεωρείται από πολλούς καθοριστικής σημασίας, κυρίως για αυτούς τους λόγους και λιγότερο για τα ζητήματα της οικονομίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ