Το επίμονο ναζιστικό παρελθόν

Το 1939 ο μελλοντικός νομπελίστας λογοτέχνης Χάινριχ Μπελ γράφει στους γονείς του από το μέτωπο προκειμένου να ζητήσει από τα μετόπισθεν τα καθιερωμένα για τους στρατιώτες της πρώτης γραμμής: τσιγάρα και τρόφιμα.

Το 1939 ο μελλοντικός νομπελίστας λογοτέχνης Χάινριχ Μπελ γράφει στους γονείς του από το μέτωπο προκειμένου να ζητήσει από τα μετόπισθεν τα καθιερωμένα για τους στρατιώτες της πρώτης γραμμής: τσιγάρα και τρόφιμα. Ο «κεραυνοβόλος πόλεμος» κατά της Πολωνίας απαιτεί διαρκή κίνηση, πολύωρες σκοπιές και συνεχή έλλειψη ύπνου. Ανήμπορος να ξεκλέψει χρόνο για να κλείσει τα μάτια του, ο Μπελ πολεμάει να τα κρατήσει ανοικτά: «Θυμηθείτε να μου στείλετε με την επόμενη ευκαιρία έναν φάκελο με Pervitin». Τέκνο του χημικού Φριτς Χάουσχιλντ, το αντικείμενο του πόθου του 22χρονου στρατιώτη ήταν η πρώτη γερμανικής παραγωγής μεθαμφεταμίνη, κυκλοφορούσε στην αγορά από το 1937 και πουλιόταν χωρίς να χρειάζεται συνταγή γιατρού. Ηθοποιοί και γραμματείς τη χρησιμοποιούσαν ως ενισχυτικό απόδοσης, οι νοικοκυρές την κατανάλωναν ως πρόσθετο σε σοκολατάκια («τα Χίλντεμπραντ είναι πάντα απόλαυση» έλεγε η σχετική διαφήμιση). Εν αναμονή της εισβολής στη Γαλλία, ο γερμανικός στρατός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Pervitin ανέστελλε την κούραση και μείωνε τις αναστολές, ιδιότητες ανεκτίμητες στο πεδίο της μάχης. Παραγγέλλοντας 35 εκατ. ταμπλέτες στην κατασκευάστρια εταιρεία, έστειλε εγκυκλίους στους στρατιωτικούς γιατρούς για να συστήσει τη λήψη τριών ημερησίως, μία το πρωί και δύο το βράδυ. «Η Βέρμαχτ υπήρξε ο πρώτος στρατός παγκοσμίως που βασίστηκε σε ένα χημικό ναρκωτικό» γράφει ο γερμανός δημοσιογράφος Νόρμαν Ολερ στο «Blitzed», το βιβλίο του για τα ναρκωτικά στο Γ΄ Ράιχ, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε στα αγγλικά και είναι ήδη μπεστ σέλερ.
Αμέτρητες αφηγήσεις


Είναι απρόσμενο ίσως το ότι μια βιβλιογραφία που εκτείνεται μεταπολεμικά σε εκατοντάδες χιλιάδες τίτλους στις ευρωπαϊκές γλώσσες μπορεί ακόμη να αναδεικνύει ανεξερεύνητες πτυχές της ναζιστικής περιόδου. Κι όμως, από τον χαμένο χρυσό του Γ΄ Ράιχ ως την ανάμειξη των Μορμόνων στον εθνικοσοσιαλισμό, η παραγωγή λόγιων και λαϊκών αφηγήσεων για τα έτη 1933-1945 διατηρείται κάτι παραπάνω από ακμαία. Πάνω από 850 βιβλία ετησίως εκδίδονται στα αγγλικά, ακόμη περισσότερα στα γερμανικά. Η αγγλόφωνη αγορά, μάλιστα, στρέφει τελευταία την προσοχή της στη γερμανική προσφορά για να καλύψει τη δική της ζήτηση: μεταξύ τεσσάρων από τα πιο πρόσφατα έργα που δημιούργησαν αίσθηση στον ευρωπαϊκό και αμερικανικό Τύπο και συνεξετάζονται εδώ, τα τρία προέρχονται από γερμανούς συγγραφείς.
Εργα όπως του Νόρμαν Ολερ προσθέτουν με εύληπτο τρόπο για το ευρύ κοινό μικρούς αρμούς στο στιβαρό οικοδόμημα της κατανόησης της ναζιστικής Γερμανίας μεγεθύνοντας ήδη γνωστά στοιχεία ή κομίζοντας νέες ψηφίδες. Για παράδειγμα, το τρίτο και το τέταρτο μέρος του «Blitzed» εστιάζουν στη στενή σχέση του ίδιου του Χίτλερ με τα ναρκωτικά. Αν και η θεραπεία με ένα κοκτέιλ φαρμάκων που του παρείχε ο αμφιλεγόμενος προσωπικός του γιατρός Τέοντορ Μόρελ εμφανίζεται σε όλες τις βιογραφίες του, δεν είχε διατυπωθεί ως τώρα η υπόθεση ότι η χορήγηση του ενέσιμου ναρκωτικού Eukodal (οπιοειδές με ευφορική επίδραση) μπορεί να ευθύνεται για τη δραματική επιδείνωση της υγείας του προς τα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Ολερ υποστηρίζει ότι περισσότερο από την αιτιολόγησή της με την ασθένεια του Πάρκινσον τα συμπτώματα ταιριάζουν με στερητικό σύνδρομο που οφείλεται στην έλλειψη Eukodal εξαιτίας της καταστροφής των εργοστασίων παραγωγής του από συμμαχικούς βομβαρδισμούς τον Φεβρουάριο του 1945.
Ο ναρκομανής Φύρερ
Ο ναρκομανής Φύρερ στοιχειοθετεί μία ακόμη, μερική οπωσδήποτε και μάλλον συμπληρωματική παρά συνολική, ερμηνεία του χιτλερικού φαινομένου. Επειτα, άλλωστε, από την ανατοποθέτηση και την έδραση της έρευνας γύρω από το πρόσωπο του δικτάτορα στη διασύνδεσή του με την άσκηση της εξουσίας και τη λειτουργία της γερμανικής κοινωνίας του Μεσοπολέμου που επιχείρησε με την ογκώδη δίτομη βιογραφία του στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ο κορυφαίος βρετανός ιστορικός σερ Ιαν Κέρσοου, για σημαντικό χρονικό διάστημα ο βίος του Χίτλερ δεν γνώρισε σπουδαίες αναθεωρήσεις. Ωστόσο, δύο γερμανοί συγγραφείς, οι Φόλκερ Ούλριχ και Πέτερ Λόνγκεριχ, δημοσίευσαν με σχετικά μικρή χρονική απόκλιση δύο νέες μεγάλες βιογραφίες. Ιστορικός, δημοσιογράφος και διευθυντής του πολιτικού τμήματος της «Die Zeit» ο Ούλριχ σημειώνει στον πρώτο τόμο του έργου του («Hitler. Ascent, 1889-1939»), ο οποίος εκδόθηκε στα αγγλικά στις αρχές Οκτωβρίου, ότι στόχος του είναι «η κανονικοποίηση του Χίτλερ». Οχι όμως για να καταστεί κανονικός –«για την ακρίβεια, θα φανεί ακόμη πιο φρικιαστικός» προσθέτει. Στον δαίμονα ωστόσο πρέπει κάποτε να αποδοθούν οι ανθρώπινες ιδιότητές του: «Ενα ανθρώπινο ον με γοητευτικά και απεχθή χαρακτηριστικά, αναντίρρητα ταλέντα και προφανώς βαθύτατα ψυχολογικά συμπλέγματα, τεράστια καταστροφική ενέργεια και ανθρωποκτόνο ροπή». Καταρρίπτοντας τον «μύθο του Χίτλερ», την «έλξη του τερατώδους», αναδεικνύεται σαφέστερα η ρήση του γερμανού ιστορικού Εμπερχαρντ Γέκελ, στην οποία ο Ούλριχ δίνει περίοπτη θέση: «[Ο Χίτλερ] είναι παρών, όχι ως ζωντανή φιγούρα αλλά ως αιώνιο παραδειγματικό μνημείο του τι είναι ικανά να πράξουν τα ανθρώπινα όντα».

Φέρνοντας τον Χίτλερ στα ανθρώπινα μέτρα, αποστερώντας τον από τα πέπλα της ναζιστικής προπαγάνδας έρχεται κανείς αντιμέτωπος με την ανάδυση άβολων παραδοχών. Ο Πέτερ Λόνγκεριχ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ρόγιαλ Χόλογουεϊ του Λονδίνου, διαπρεπής βιογράφος των Χάινριχ Χίμλερ και Γιόζεφ Γκέμπελς και σημαντικός θεωρητικός του Ολοκαυτώματος, εξέδωσε στα τέλη του 2015 στα γερμανικά ένα έργο 1.295 σελίδων όπου συναντά κανείς μια πιο πραγματιστική εικόνα του Φύρερ. Στο «Hitler. Biographie» η προσωπικότητα του ναζιστή ηγέτη δεν διέπεται από χαρισματικότητα αλλά από πολιτική αγχίνοια και η στήριξη των Γερμανών στο πρόσωπό του δεν οφείλεται στις υπνωτιστικές του ικανότητες, πηγάζει από τη θέληση ή τον οπορτουνισμό τους. Και ενάντια στις θέσεις για τη μονολιθικότητα ή τον απόλυτο έλεγχο της κοινωνίας διά του κράτους του φόβου ο Λόνγκεριχ προτάσσει τη διατήρηση εμφανών κοινωνικών εντάσεων και εκφράσεων δυσφορίας με το καθεστώς: «Θα ήταν παράλογο να πιστέψουμε ότι μια διχασμένη κοινωνία όπως η Γερμανία ενώθηκε ξαφνικά υπό ένα άτομο και συμμερίστηκε μία πολιτική θέση» δήλωνε σε συνέντευξή του στο Reuters.
Η κατασκευή της συναίνεσης
Η παραπάνω ανατρεπτική πρόταση τεκμηριώνεται από τον αμερικανό καθηγητή του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Φλόριντα Νέιθαν Στόλτσφους, το βιβλίο του οποίου «Hitler’s Compromises» κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο. Κλειδί για την κατανόηση της εφαρμογής τεχνικών πειθούς και κινήτρων συμπόρευσης με το καθεστώς αποτελεί η θεμελιώδης διάκριση μεταξύ των «φυλετικών Γερμανών» και των «άλλων», των «υγιώς» σκεπτόμενων και ηθικά «ορθών» έναντι των ομοφυλόφιλων, των σοσιαλδημοκρατών και κομμουνιστών ιδεολογικών εχθρών, των «ακοινώνητων». Οι πρώτοι αποτελούσαν τη «Volksgemeinschaft», την εθνοφυλετική ομάδα που ενστερνιζόμενη τον ναζισμό θα πραγματοποιούσε τα πεπρωμένα του γερμανικού έθνους. Οι δεύτεροι ήταν εξοβελιστέοι από το κοινωνικό σύνολο. Στους πρώτους άρμοζε ο συμβιβασμός, στους δεύτερους η βία, αρχές που «δεν έρχονταν σε σύγκρουση», σύμφωνα με τον Στόλτσφους, «αλλά λειτουργούσαν με αμοιβαία στήριξη προκειμένου να διαχειριστούν τη σκέψη και τις αξίες του κοινού». Με βάση αυτή τη διάκριση οι ναζιστικές αρχές υπήρξαν προσεκτικές στη διαχείριση του εργατικού δυναμικού και ιδιαίτερα ευαίσθητες στη διατήρηση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού στη διάρκεια του πολέμου προκειμένου να διασφαλίσουν μια ευμενή κοινή γνώμη. Τον ίδιο σκοπό υπηρέτησαν υποχωρήσεις στην εφαρμογή διατάξεων που συνάντησαν αντίσταση ή αυθόρμητων δράσεων που δεν είχαν την έγκριση του καθεστώτος. Οταν το καλοκαίρι του 1938 οι προσπάθειες να οδηγηθεί ένας καθολικός επίσκοπος σε παραίτηση προκάλεσαν διαδηλώσεις, η δίωξή του έπαψε προσωρινά και οι διαδηλωτές δεν παρενοχλήθηκαν. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ο φόβος για πόλεμο με τη Γαλλία εν όψει της τσεχοσλοβακικής κρίσης έκανε χιλιάδες κατοίκους συνοριακών περιοχών να εγκαταλείψουν χωρίς άδεια τις εστίες τους –κι αυτοί παρέμειναν ατιμώρητοι. Συμπερασματικά, ο Στόλτσφους καταλήγει ότι οι τεχνικές συναλλαγής καθεστώτος – κοινωνίας στέφθηκαν από επιτυχία: ως το 1942 τουλάχιστον «οι Γερμανοί υπήρξαν ευγνώμονες για την αίσθηση ασφάλειας και σταθερότητας που έμοιαζε να προσφέρει ο Χίτλερ και ήταν πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τις ελευθερίες τους σε αντάλλαγμα».
Η προειδοποίηση της Ιστορίας
Είναι η «έλξη του τερατώδους» ή οι πολιτικές συναλλαγές της καθημερινότητας σε ένα τερατώδες καθεστώς που διαμορφώνουν τελικά το άσβεστο ενδιαφέρον για τον ναζισμό; Οι περισσότεροι ιστορικοί κλίνουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο προς τη διατύπωση του Βρετανού Λόρενς Ρις, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει τους Ναζί στον υπότιτλο ενός βιβλίου του ως «προειδοποίηση της Ιστορίας». (Το βιβλίο του για τον Χίτλερ «Το σκοτεινό χάρισμα» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη.) Επιχειρώντας να κωδικοποιήσει τα αίτια της εμμονής με τη ναζιστική Γερμανία σε εκτεταμένο άρθρο του στον «Guardian» τον Φεβρουάριο του 2015 ο διακεκριμένος ιστορικός Ρίτσαρντ Εβανς εστίαζε αφενός στο «ηθικό δράμα» που το Γ΄ Ράιχ αποτελεί για εμάς σήμερα, αφετέρου στο φυλετικό υπόβαθρο του κομβικού γεγονότος του Ολοκαυτώματος, ιδιαίτερα εφόσον «ο ρατσισμός ζει σε μυριάδες μορφές που συνεχίζουν να μαστίζουν τον σημερινό κόσμο». Είναι η μοναδικότητα της εξόντωσης των ευρωπαίων Εβραίων ο λόγος που «πάνω από όλα οι Ναζί επιζούν τόσο δυναμικά και τόσο επίμονα στη συλλογική μας μνήμη».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.