Να βάλουµε κάποια γεγονότα σε χρονολογική σειρά. Πρώτον, ανώτατος δικαστικός ανταλλάσσει επιστολές μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Δεύτερον, κάποιος μπαίνει κρυφά και παράνομα στο e-mail του δικαστικού και υποκλέπτει την αλληλογραφία. Τρίτον, η αλληλογραφία αρχειοθετείται από άγνωστο σύστημα παρακολουθήσεων. Τέταρτον, η αλληλογραφία διανέμεται στα μέσα ενημέρωσης, από άγνωστο αποστολέα, κάποια χρόνια αργότερα.
Oλα τα παραπάνω αποτελούν μια παραβίαση της προσωπικής ζωής. Κάτι λέει και το Σύνταγμα για το απόρρητο της αλληλογραφίας, δηλαδή θεωρείται θεμελιώδες δικαίωμα να μπορεί κάποιος να επικοινωνήσει γραπτώς, στο χαρτί και, όπως τα έφερε η εποχή, και στην οθόνη. Oλα τα παραπάνω δείχνουν ότι υπάρχουν μηχανισμοί στο σκοτάδι που αφιερώνουν χρόνο και χρήμα για να ξέρουν τι ακριβώς γίνεται στο σπίτι ορισμένων προσώπων. Δεν μιλάμε εδώ για μια συζυγική παρακολούθηση ή για έναν ντετέκτιβ που πληρώθηκε για να κάνει τη δουλειά, και αυτό το καταλαβαίνουμε από τη στιγμή των αποκαλύψεων. Αν η παρακολούθηση είχε γίνει για προσωπικά ζητήματα, άντε να είχαν σπάσει μερικά βάζα και να είχε βγει κάποιο διαζύγιο εν μέσω κουτσομπολιών.
Oλα τα παραπάνω οδηγούν σε μια ερώτηση. Ποιος είναι ο μηχανισμός που διαθέτει τον εξοπλισμό, τους τεχνικούς, τους αρχειοθέτες, ώστε να βρίσκεται υπό παρακολούθηση ένας δικαστής; Δεν μπορούμε να γενικεύσουμε και να πούμε ότι όλοι οι δικαστές ελέγχονται από ύποπτα πρόσωπα, ούτε μπορούμε να κάνουμε λόγο για παρακράτος, εφόσον δεν προκύπτουν περισσότερα στοιχεία, δηλαδή δεν ξέρουμε αν πριν από λίγα χρόνια ένας κοριός άκουγε και διάβαζε όλους τους δικαστικούς του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θα μιλήσουμε, λοιπόν, για αυτή τη μία περίπτωση.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος αντέδρασε άμεσα και ζήτησε διερεύνηση του θέματος. Θα περίμενε κανείς ότι η διερεύνηση αφορά την υποκλοπή της αλληλογραφίας, την παράνομη παρακολούθηση, την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής. Oχι. Η εντολή διερεύνησης δόθηκε για τον έλεγχο των κλεμμένων πληροφοριών. Από τα e-mail προκύπτει ότι ο δικαστής παρενέβη σε κάποιες εξετάσεις υπέρ υποψηφίου. Και τώρα, βγάλτε τα κουδούνια να τα κρεμάσουμε όλοι μαζί στον ένοχο. Η υποψήφια ήταν ερωμένη του δικαστικού και μάλιστα ήταν πιο μικρή. Ω θεοί του Ολύμπου, ο δικαστικός καυλάντιζε δι’ αλληλογραφίας.
Υπάρχει, λοιπόν, η πρωταρχική παρανομία (υποκλοπή), υπάρχει το παράνομο εύρημα (μηνύματα σχετικά με εξετάσεις δικαστικών), υπάρχει και το ξέστρωτο σεντόνι της αμφιβολίας (η εξωσυζυγική σχέση). Δεν ξέρουμε αν είναι επιλογή της κυβέρνησης να γίνει ο έλεγχος σε μια κρίσιμη στιγμή, δηλαδή ενόσω ο εν λόγω δικαστικός εμφανίζεται ως αντιφρονών στη διάσκεψη του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Ξέρουμε, όμως, ότι το έγκλημα της υποκλοπής προσπερνιέται από τον υπουργό Δικαιοσύνης ως μη γενόμενο και ότι δίδεται εντολή να διερευνηθούν όσα περιέχονται σε γράμμα που ανοίχτηκε παραβιάζοντας το έννομο αγαθό της επικοινωνίας.
Ας επιτραπεί µια επισήµανση. Η βοήθεια στην ανέλιξη ή στον διορισμό ενός δικαστή είναι πράξη ανήθικη, άδικη και μπλα μπλα μπλα. Παραμένει μια πράξη η οποία μπορεί να αναιρεθεί και τοποθετείται σε ένα μικροσύμπαν. Σημαντικό μεν, μικροσύμπαν δε. Το δεδομένο της παράνομης παρακολούθησης υπολογιστών είναι κάτι πολύ πιο σοβαρό, κυρίως επειδή δεν ξέρουμε ποιες διαστάσεις έχει λάβει το φαινόμενο. Μήπως καταγράφει τα πάντα η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών; Μήπως επιχειρηματικά συμφέροντα στέλνουν υπαλλήλους με βαλιτσάκι για να ακούν και να καταγράφουν; Δεν ξέρουμε ούτε ποιοι το οργανώνουν ούτε ποιοι αποτελούν αντικείμενο μελέτης για τους κατασκόπους της νέας εποχής. Το γεγονός ότι οι πληροφορίες περνούν από κυβέρνηση σε κυβέρνηση και από καθεστώς σε καθεστώς κάνει ακόμη πιο παράξενη και δυσοίωνη τη συνθήκη.
Μπορούμε πάντα να ελπίζουμε σε νέα εντολή διερεύνησης από τον υπουργό Δικαιοσύνης, αρκεί να είναι εντός θέματος και να μην ασχολείται με το πλαίσιο.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ