Στην Ιταλία, την εποχή της επιχείρησης «Καθαρά Χέρια», πολίτες έγραφαν στους τοίχους «Ντι Πιέτρο, σε ευχαριστούμε», προς τον εισαγγελέα που πολέμησε τη διαφθορά στη χώρα, στέλνοντας στη φυλακή «τέρατα» του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου της. Στην Ελλάδα, την εποχή της διακυβέρνησης Τσίπρα, με ρομφαία την πάταξη της διαφθοράς, εισαγγελείς δέχονται βομβιστικές επιθέσεις, επιφανείς «βετεράνοι» δικαστικοί αφήνουν αιχμές για τις νυν ηγεσίες ανώτατων δικαστηρίων σε δημόσιες εκδηλώσεις, ενώ ακόμη και η ίδια η πρόεδρος του Αρείου Πάγου επιλέγει να διαχειριστεί με ιδιότυπο, σαφώς πολιτικό τρόπο, θέσεις και επιθυμίες που αντιβαίνουν στις διατάξεις του Συντάγματος, προκαλώντας όχι μόνον κοινωνική δυσφορία αλλά και σύγκρουση κατά μέτωπο με τις δικαστικές ενώσεις της χώρας.
Η επίθεση στην εισαγγελέα Εφετών κυρία Γεωργία Τσατάνη από τη Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς (ΣΠΦ), με βαρύτατες καταγγελίες για «βρώμικη σταδιοδρομία», έχει θορυβήσει τον κόσμο της Δικαιοσύνης και δη λειτουργούς που έχουν χειριστεί, ή χειρίζονται κατά την παρούσα φάση, κρίσιμες υποθέσεις. Η δέσμευση της οργάνωσης για σχέδιο «Νέμεσις», που θα διατυπωθεί αναλυτικά το προσεχές διάστημα, συζητείται ευρέως στα εισαγγελικά γραφεία, με κυρίαρχη την ανησυχία για τη φθορά που έχει υποστεί ειδικά τον τελευταίο χρόνο ο θεσμός της Δικαιοσύνης, με στοχοποιήσεις λειτουργών, καταγγελίες για ωμές παρεμβάσεις, και απροσχημάτιστους πολέμους σε προσωπικό επίπεδο.
Δεδομένου του ζοφερού αυτού κλίματος, οι ίδιες πηγές εκφράζουν απορία ως προς τη στάση που θα τηρήσουν τελικά οι 84 εισαγγελείς και αντεισαγγελείς του Εφετείου Αθηνών στις επερχόμενες εκλογές, που έχουν οριστεί για τις 22 Οκτωβρίου, με βασικούς αντιπάλους, σύμφωνα με πληροφορίες, τους εισαγγελείς Εφετών κ. Αντώνη Λιόγα και κ. Παντελή Στραγάλη –αν βεβαίως δεν υπάρξει πάλι ανατροπή την τελευταία στιγμή.
Η «εντυπωσιακή», καθώς καταδικάστηκε από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, επανεξελέγη και κηρύχθηκε επισήμως έκπτωτος μετά την επίδοση της απόφασης, έξοδος του κ. Ισίδωρου Ντογιάκου από τη θέση του διευθύνοντος την Εισαγγελία εκτιμάται ότι μπορεί να επηρεάσει τη στάση πλείστων όσων λειτουργών που θεωρούν ότι έστειλαν μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση και να διαμορφώσει πεδίο κάθε άλλο παρά ειρηνικό.
Η συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα με την ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων έριξε και άλλο λάδι στη φωτιά, και δη όταν κοινοποιήθηκε από την ίδια την πρόεδρο του Αρείου Πάγου κυρία Βασιλική Θάνου η πρόθεση αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης των ανώτατων δικαστικών, με νομοθετική ρύθμιση, παρά τη ρητή επιταγή του Συντάγματος για υποχρεωτική αποχώρησή τους στα 67 χρόνια. Σύσσωμο το δικαστικό και εισαγγελικό σώμα, δια των συνδικαλιστικών ενώσεών τους, αντέδρασε, με αποτέλεσμα η κυρία Θάνου να καταφύγει σε -κατά κοινή ομολογία ασυνήθιστο για δικαστικό- χειρισμό της κατάστασης σαφέστατα πολιτικό· επρόκειτο, είπε, για «παρανόηση», καθώς εκείνη εννοούσε ότι η όποια αλλαγή θα διέλθει της συνταγματικής αναθεώρησης.
Εντύπωση προκάλεσε, σε κάθε περίπτωση, ότι τόσο η κυρία Θάνου όσο και ο κ. Νικόλαος Σακελλαρίου, πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο οποίος έχει βρεθεί πολλάκις στο προσκήνιο με το θέμα των τηλεοπτικών αδειών, δέχθηκαν κριτική από τέως ανώτατους δικαστικούς που είναι σε θέση να γνωρίζουν «ονόματα και διευθύνσεις».
Σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Ποτάμι υπό τον τίτλο «Ποιος απειλεί τη Δικαιοσύνη;», ο κ. Παναγιώτης Πικραμμένος, πρώην πρωθυπουργός καθώς και πρώην πρόεδρος του ΣτΕ, άφησε αιχμές κατά της σημερινής ηγεσίας του δικαστηρίου, δηλώνοντας σε αντιδιαστολή ότι «είναι μεγάλη η στενοχώρια για εμάς τους πρώην προέδρους που τηρήσαμε τις παραδόσεις του ΣτΕ». Σημείωσε δε ότι «η Δικαιοσύνη δεν έχει να φοβάται παρά τον κακό της εαυτό».
Παράλληλα, ο κ. Βασίλης Μαρκής, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου επί τιμή, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει «θεσμική απρέπεια» τη μήνυση της κυρίας Θάνου κατά του καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου κ. Σταύρου Τσακυράκη, αλλά και «άμεση και ξεκάθαρη συναλλαγή» την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού για «αυξήσεις στους δικαστές».