Μετά από διαβουλεύσεις στις οποίες συμμετείχε προσωπικά και ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας, βρέθηκε συμβιβαστική φόρμουλα με τους δυο βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που προέρχονται από τους Οικολόγους Πράσινους, οι οποίοι εμφανίζονταν διατεθειμένοι να μην ψηφίσουν το άρθρο στο οποίο περιλαμβάνεται η μεταβίβαση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων.
Η φόρμουλα που βρέθηκε είναι να υπάρξει νομοτεχνική βελτίωση στο επίμαχο άρθρο και στην αιτιολογική έκθεση του πολυνομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα, με την οποία να καθίσταται απολύτως σαφής η προστασία του δημόσιου αγαθού του νερού και ο δημόσιος έλεγχος επ’ αυτού. «Θα προχωρήσουμε κανονικά σύσσωμη η κοινοβουλευτική πλειοψηφία», δήλωσε ο διευθυντής της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Ζαχαριάδης, ενώ οι δυο βουλευτές, Ι. Τσιρώνης, αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Γ. Δημαράς εμφανίστηκαν ικανοποιημένοι για την εποικοδομητική διαβούλευση που προηγήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου.
Όπως δήλωσαν στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, με την νομοτεχνική βελτίωση που θα γίνει, δεν υπάρχει καμία περίπτωση για ιδιωτικοποίηση του νερού. Το νερό θα μείνει σε δημόσιο έλεγχο όσο είμαστε εμείς στην κυβέρνηση, διαβεβαίωσαν, αποσαφηνίζοντας ότι θα υπερψηφίσουν τελικώς το επίμαχο άρθρο.
Πριν την σύσκεψη στο Μαξίμου
Νωρίτερα το πρωί της Τρίτης οι δυο βουλευτές των Οικολόγων Πράσινων – μέλη της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ είχαν αποφασίσει να μην ψηφίσουν την μεταβίβαση των μετοχών του Δημοσίου σε ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων.
Η απόφαση αυτή αφορούσε τον αναπληρωτή υπουργό Περιβάλλοντος Ι. Τσιρώνη και τον βουλευτή Γ. Δημαρά. Η απόφαση του Πανελλαδικού Συμβουλίου των Οικολόγων Πράσινων, σχετικά με τη μεταβίβαση ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο νέο υπερταμείο, αναφέρεται στις αρχές και τις αποφάσεις σύμφωνα με τις οποίες «το νερό είναι αναπαλλοτρίωτο δημόσιο αγαθό απαραίτητο για τη ζωή, στο οποίο πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι πολίτες ανεξαρτήτως της οικονομικής τους κατάστασης και δεν πρέπει να αποτελεί πηγή κέρδους». Έτσι, τονίζουν ότι «η παροχή νερού οφείλει λοιπόν να μείνει εκτός των πολιτικών ιδιωτικοποίησης, για να διασφαλιστεί για όλους, με μια δίκαιη και βιώσιμη τιμολογιακή πολιτική, επαρκές και καθαρό πόσιμο νερό».
Επικαλούνται δε τη διεθνή εμπειρία σύμφωνα με την οποία «οι ιδιωτικοποιήσεις οδηγούν σε σημαντική αύξηση της τιμής του, αλλά και επιδείνωση της ποιότητας και της αειφορικής διαχείρισης του νερού». Ακόμα επικαλούνται το επιχείρημα ότι «η χρηματιστηριακή αξία των εταιρειών δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική τους τιμή (ενδεικτικά στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, η αναμενόμενη τιμή πώλησης αντιστοιχεί στα έσοδα που θα προκύψουν τα επόμενα λίγα χρόνια, δηλαδή το ελληνικό κράτος θα πρέπει να καλύψει την απώλεια των εσόδων αυτών σε μεταγενέστερο χρόνο), ενώ θυμίζουν ότι σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ «το νερό είναι κοινό αγαθό και η αξιοποίηση –διανομή του θα πρέπει να είναι δημόσια». Υπενθυμίζουν δε «την κινητοποίηση και τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος στη Θεσσαλονίκη την ημέρα των αυτοδιοικητικών εκλογών του 2014, που κατέγραψαν με συντριπτικό τρόπο την αντίθεση των πολιτών στην ιδιωτικοποίηση».