H είδηση που μετέδωσε το Reuters, ότι η Αθήνα εξετάζει την έξοδό της στις αγορές χρέους με μία ή δύο μικρές δοκιμαστικές εκδόσεις, προκάλεσε αίσθηση στους επενδυτές που αντιμετωπίζουν ούτως ή άλλως με μεγάλη δυσπιστία τα ελληνικά δρώμενα όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης. Εξάλλου το ενδιαφέρον των διεθνών κεφαλαίων για τους ελληνικούς τίτλους παραμένει στο ναδίρ.

Τα ελληνικά ομόλογα έχουν γνωρίσει, σύμφωνα με το Bloomberg, τις χειρότερες αποδόσεις μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών τίτλων τους τελευταίους τρεις μήνες. Η απόδοση στη λήξη των 10ετών τίτλων κινείται σήμερα στο 8,25% για την Ελλάδα, έναντι 3,07% για την Πορτογαλία, 1,15% για την Ιταλία, 0,99% για την Ισπανία, 0,41% για την Ιρλανδία και 0,003% για τη Γερμανία. Το κόστος χρήματος για την Ελλάδα σε σχέση με τη Γερμανία με βάση τα Spreads στα 10ετή ομόλογα κυμαίνεται στις 830 μονάδες βάσης.

Παράλληλα, οι ελληνικές μετοχές του δείκτη MSCI Greece που παρακολουθούν οι ξένοι υποχωρούν 19,5% το τελευταίο 3μηνο και 19,8% από την αρχή του έτους, ενώ σε περίοδο 12μήνου σημειώνουν πτώση 41,2%, τη χειρότερη μεταξύ των δεικτών αναδυομένων αγορών της MSCI μετά τη Βραζιλία (-48,6%) και το Περού (-41,4%) σύμφωνα με στοιχεία των MSCI και Credit Suisse research. Ακόμη και τα ξένα Funds που παρακολουθούν στενά τους διεθνείς δείκτες είναι υποεπενδυμένα κατά 30% στην Ελλάδα, το ειδικό βάρος της οποίας κινείται μόλις στο 0,3% του δείκτη (αναδυομένων αγορών) MSCI GEM.
Τα δεδομένα δείχνουν πως αυτή τη στιγμή η Ελλάδα παραμένει στη γωνία και η πραγματική έξοδος στις αγορές απέχει καθώς η χώρα θα πρέπει να επιστρέψει στην κανονικότητα μέσα από μια περίοδο διατηρήσιμης ανάπτυξης. Για τους επενδυτές πρώτιστα αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο το πολιτικό σύστημα αντιλαμβάνεται την οικονομία, ενώ οι αναγκαίες επενδύσεις, κυρίως από εξωτερικό, δεν θα έρθουν χωρίς ένα έλλογο, και κυρίως φιλικό επενδυτικό περιβάλλον.
Σημείο-κλειδί όμως για την ουσιαστική επιστροφή στις αγορές, σύμφωνα με οικονομολόγους που παρακολουθούν στενά τα ελληνικά δρώμενα, αφορά μια καθαρή λύση στο θέμα του χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμη η εξυπηρέτησή του.

Σήμερα οι δεσμεύσεις των δανειστών είναι γενικόλογες και οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχουν τεθεί παραμένουν μη ρεαλιστικοί.

Το θέμα εδώ όμως, όπως εκτιμούν, είναι το πότε (καθώς έρχονται και οι γερμανικές εκλογές) και ίσως με ποια ελληνική κυβέρνηση θα θελήσουν οι Ευρωπαίοι (και κυρίως οι Γερμανοί) να διαπραγματευθούν μια ουσιαστική λύση.

Ο κίνδυνος της ισχνής ανάπτυξης

Η χώρα διατρέχει σοβαρό κίνδυνο τα επόμενα χρόνια να έχει μια αναιμική ανάπτυξη, χωρίς νέες θέσεις εργασίας. Το 2016 το ΑΕΠ εκτιμάται στο -0,5% με -0,7%, με τη χώρα να συμπληρώνει οκτώ χρόνια ύφεσης τα τελευταία εννέα, προτού «γυρίσει» σε (ισχνή όμως) ανάπτυξη, στο 1,5%-2% το 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ