Έπαιξε και έχασε. Στις χθεσινές εκλογές στο Μέκλεμπουργκ-Φορπόμερν, Άνγκελα Μέρκελ υπολόγιζε κυρίως με τη δύναμη του κύρους της. Ο υπολογισμός της αποδείχθηκε λανθασμένος. Το κύρος της έχει τρωθεί από καιρό. Πολλοί συντηρητικοί ψηφοφόροι δεν την παίρνουν πλέον στα σοβαρά. Όχι επειδή δεν περνάνε καλά – το αντίθετο μάλιστα, οι κάτοικοι αυτού του κρατιδίου έχουν κερδίσει όσο λίγοι άλλοι στη Γερμανία από την οικονομική πολιτική της. Εκείνο που τους κάνει να στρέφονται εναντίον της είναι υποκειμενικός: Ο φόβος, ότι η προσφυγική πολιτική της θα ανοίξει τις πύλες της χώρας στους Ισλαμιστές και θα θέσει σε κίνδυνο το εθνικό τους προφίλ. Η πολιτισμική τους ταυτότητα τούς είναι προφανώς ασύγκριτα πιο πολύτιμη από το οικονομικό τους κέρδος.

Το αποτέλεσμα ήταν η ιστορική ήττα του κόμματός της, του χριστιανοδημοκρατικού (CDU), που «κατρακύλησε» στην τρίτη θέση (19% των ψήφων), και η ανάδειξη της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) σε δεύτερη δύναμη (21%). Και το χειρότερο για την ίδια: Η πανωλεθρία συνέβη στη δική της εκλογική περιφέρεια, όπου στο παρελθόν οι Ακροδεξιοί, εκπροσωπούμενοι από τους νεοναζί (NPD), αποτελούσαν μια σχετικά αμελητέα ποσότητα (6%).

«Το λυκόφως της καγκελάριου» έγραψε η οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt». Άλλη μια τέτοια ήττα στο κρατίδιο-πόλη του Βερολίνου σε δυο εβδομάδες, καθώς και σε ένα ή δυο άλλα κρατίδια, και η κ.Μέρκελ θα γίνει ο αριθμός Ένα κίνδυνος για το κόμμα της – κάτι που θα σφραγίσει και το πολιτικό της τέλος.

Τα πράγματα δεν είναι βέβαια τόσο απλά. Η 62χρονος πολιτικός είναι, όπως έχει αποδείξει στο παρελθόν, «γάτα με εφτά ψυχές». Το χθεσινό αποτέλεσμα συνιστά μεν την μεγαλύτερη μέχρι τώρα προσωπική της αποτυχία, για την οποία, όπως δήλωσε το πρωί της Δευτέρας στο μακρινό Πεκίνο (όπου συμμετέχει στην συνάντηση των ηγετών των G20), αναλαμβάνει ακέραια την πολιτική ευθύνη. Όμως τα πολιτικά αποθέματά της, σύμφωνα με άλλους αναλυτές, είναι ανεξάντλητα. Με μερικές «έξυπνες» κινήσεις, ιδίως στο προσφυγικό, θα μπορούσε κάλλιστα να ξανακερδίσει το πάνω χέρι και να αποκαταστήσει την πολιτική της ηγεμονία.

Ποιες είναι όμως αυτές οι «έξυπνες» κινήσεις; Το περιοδικό «Der Spiegel», για παράδειγμα, συνιστά την στροφή προς μια ξενοφοβική γραμμή. Το σύνθημα: «Θα τα καταφέρουμε!» (με την ενσωμάτωση των εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων), γράφει, που εξήγγειλε η ίδια πριν από ακριβώς ένα χρόνο, όταν έδωσε το πράσινο φως για την είσοδο χιλιάδων προσφύγων από την Ουγγαρία στη Γερμανία μέσω Αυστρίας, ήταν ίσως καλό για εκείνη την ιδιαίτερη ημέρα. Από τότε όμως θα έπρεπε να κλείσει ερμητικά τα γερμανικά σύνορα και να περιορίσει στο ελάχιστο την είσοδο νέων προσφύγων. Το γεγονός πώς δεν το έκανε ήταν βούτυρο στο ψωμί της Ακροδεξιάς, που, όπως έδειξαν οι εκλογές στο Μέκλεμπουργκ-Φορπόμερν, χειρίζεται με μεγάλη δεξιοτεχνία το φόβο με τους ξένους.

Όμως ποτέ δεν είναι αργά: Μια σειρά δραστικών μέτρων κατά των «παρείσακτων», συνεχίζει το περιοδικό, θα έπειθε πάλι τους συντηρητικούς ψηφοφόρους, ότι η κ.Μέρκελ μπορεί να λύσει κι αυτό το θέμα με την συνήθη της αποτελεσματικότητα – κάτι που θα έβαζε φρένο και στην άνοδο των Ακροδεξιών.

Στην πραγματικότητα βέβαια, η αλλαγή πολιτικής έχει αρχίσει από μήνες. «Όποιος έχει μάτια βλέπει» γράφει η «Süddeutsche Zeitung». «Αν εξαιρέσει κανείς την ρητορική της, η Μέρκελ έχει κάνει ήδη στροφή 180 μοιρών. Αυτό άρχισε ίσως ήδη τότε, όταν δεν πήρε μέτρα κατά των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών, που έκλεισαν με ίδια βούληση την βαλκανική διαδρομή. Το αργότερο συνέβη όμως, όταν έκανε τη συμφωνία με την Τουρκία και με τον αυταρχικό πρόεδρο της Ερντογκάν».

Σε αυτά τα μέτρα πρέπει να προστεθούν οι νέοι πιο αυστηροί νόμοι για το άσυλο, η σχεδιαζόμενη αναθεώρηση επί το αυστηρότερο του συμφώνου του Σένγκενς, καθώς και διάφοροι άλλοι περιορισμοί εις βάρος των προσφύγων. Το αποκορύφωμα ήρθε την περασμένη Πέμπτη, όταν η ίδια εξήγγειλε νέα πολιτική στο προσφυγικό που συμπυκνώνεται στο σύνθημα: «Επαναπροώθηση, επαναπροώθηση, επαναπροώθηση!». Ο στόχος της, όπως εξήγησε η ίδια σε συνεδρίαση του προεδρείου της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών, είναι η άμεση απέλαση, ή η εθελούσια αποχώρηση όσων έχει απορριφθεί η αίτηση για άσυλο, ή δεν έχουν βάσιμες πιθανότητες παραμονής στη Γερμανία – έτσι που να μειωθεί δραστικά ο αριθμός τους και να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση εκείνων που έχουν πραγματική ανάγκη προστασίας.

Η ίδια δεν παραδέχεται βέβαια ότι έχει αλλάξει ρώτα. Το αντίθετο μάλιστα: Από το Πεκίνο διαμήνυσε ότι εμμένει στο γράμμα και το πνεύμα της αρχικής «ουμανιστικής» πολιτικής της. Αυτό δεν έπεισε όμως τους αναλυτές. Ορισμένοι, όπως ο Θόρστεν Ντέκλερ τονίζουν, ότι αν η καγκελάριος δεν αλλάξει κοινωνική πολιτική με στόχο να ενισχύσει σοβαρά τα κοινωνικά στρώματα, που βγαίνουν χαμένα από την παγκοσμιοποίηση, αυτά θα συνεχίσουν να γίνονται βορά των ξενοφοβικών κομμάτων. Άλλοι πάλι, όπως ο Σεμπάστιαν Γκέρχαρτ, υπογραμμίζουν, ότι η καγκελάριος παίζει ήδη το παιχνίδι των ξενοφάγων και ότι η «ψευδεπίγραφη ρητορική» της την κάνει όλο και περισσότερο αναξιόπιστη – σε αντίθεση προς την Εναλλακτική που μιλά μια βάναυση μεν, αλλά καθαρή γλώσσα.

Η τελευταία επιχαίρει φυσικά για τη σαρωτική νίκη της και διαμηνύει μέσω του συμπροέδρου της Γιόργκ Μόιτεν, ότι θέλει να συγκυβερνήσει μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2017 στο Βερολίνο – ενδεχομένως ως εταίρος των Χριστιανοδημοκρατών.

Αν θα το επιτύχει είναι βέβαια άκρως απίθανο. Οι δημοσκοπήσεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο της δίνουν μεν υψηλό ποσοστό (14%) – κάτι που την καθιστά τρίτο σε δύναμη κόμμα μετά τους Χριστιανοδημοκράτες (31%) και τους Σοσιαλδημοκράτες (21%) και πιο μπροστά από τους Πράσινους (11%) και τη Linke (Αριστερά, 9%). Όμως η είσοδός της στην κυβέρνηση πρέπει να αποκλείεται λόγω του ιστορικού συμφώνου των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου, να μην συγκροτούν ποτέ κυβερνήσεις με ακροδεξιές οργανώσεις – σύμφωνο που έγινε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τηρείται, χωρίς εξαιρέσεις, μέχρι σήμερα.

Γεγονός είναι πάντως, ότι η επιτυχία της Εναλλακτικής αναίρεσε ήδη ένα κεντρικό δόγμα των Χριστιανοδημοκρατών. Το δόγμα αυτό λέει, σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας Φραντς Γιόζεφ Στράους, ότι δεξιά της Χριστιανοδημοκρατίας «είναι μόνο ο τοίχος – θέση για άλλο συντηρητικό κόμμα εκεί δεν υπάρχει». Με αυτό εννοούσε ότι οι Χριστιανοδημοκράτες έδιναν στις γραμμές τους χώρο και σε ακραία δεξιές απόψεις και δράσεις, έτσι που να αποφεύγεται η συγκρότηση ενός επιζήμιου για τη δημοκρατία αυτοτελούς ακροδεξιού κόμματος.

Η αναίρεση αυτού του δόγματος δεν αναιρεί ωστόσο και την πρωτοκαθεδρία της κ.Μέρκελ στο συντηρητικό στρατόπεδο – όχι ακόμα τουλάχιστον. Όχι λίγοι ειδικοί τονίζουν, ότι η ήττα στις χθεσινές εκλογές αποτελεί «προειδοποιητική βολή» που θα η καγκελάριος θα πρέπει να λάβει στα σοβαρά. Ταυτόχρονα όμως διευκρινίζουν, ότι η μάχη που έχασε χθες στο Μέκλεμπουργκ-Φορπόμερν ήταν μάχη-prestige (προσωπικού κύρους), όχι πολιτικά καίρια. Η καγκελάριος κρατά ακόμα πανίσχυρα χαρτιά στο χέρι της: Από αυτήν εξαρτάται αν και κατά πόσο θα κάνει σωστή χρήση τους – και αν από το προσωρινό λυκόφως ακολουθήσει καινούρια «φέξη».