Την ερχόμενη Παρασκευή θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα η σύνοδος των πρωθυπουργών και προέδρων των χωρών του Νότου της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε μια προσπάθεια να συμφωνηθεί μια ενιαία γραμμή εν όψει της Συνόδου Κορυφής στην Μπρατισλάβα στις 16 Σεπτεμβρίου, η οποία θα πραγματοποιηθεί χωρίς τη συμμετοχή της Βρετανίας. Είναι και αυτή μία ακόμη προσπάθεια του έλληνα πρωθυπουργού να προβάλει το φιλοευρωπαϊκό προφίλ του, μετά τη γνωστή μεταστροφή του στο ζήτημα αυτό. Μεταστροφή που είχε ήδη επικυρωθεί με τη συμμετοχή του ως παρατηρητή στις συναντήσεις των ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών, όπου μάλιστα, αφού εγκατέλειψε εγκαίρως τις επιθέσεις κατά του «Ολανδρέου», έφθασε στο σημείο να κάνει και προτάσεις για την «αναζήτηση προοδευτικών λύσεων». Το ερώτημα όμως που τώρα προκύπτει είναι αν η Ελλάδα μπορεί ακόμη να θεωρείται μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Οταν στη χώρα μας καθημερινά καταργούνται τα ευρωπαϊκά πρότυπα λειτουργίας σε όλους τους καίριους τομείς της κοινωνίας.
Ενα ερώτημα που αυτόματα προκύπτει μετά τα τραγελαφικά γεγονότα που εξελίχθηκαν για το γνωστό θέμα των τηλεοπτικών αδειών, με την κατάφωρη παραβίαση των συνταγματικών επιταγών. Τη γενικευμένη υποβάθμιση της Παιδείας, από τις απαράδεκτες κυβερνητικές παρεμβάσεις στην ανώτατη εκπαίδευση ως την υποβάθμιση της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Την τριτοκοσμική κατάσταση που επικρατεί στον χώρο της δημόσιας υγείας. Την παντελή έλλειψη αισθήματος ασφαλείας, με κορύφωση την πρωτοφανή κακοποίηση ανωτάτου αξιωματικού της Αστυνομίας, χωρίς την ανάληψη μιας στοιχειώδους πολιτικής ευθύνης. Για να αναφερθούμε μόνο στα πρόσφατα γεγονότα. Ο Κωνσταντίνος Σημίτης είχε πει κάποτε ότι «αυτή είναι η Ελλάδα», μόνο που σήμερα είναι πολύ χειρότερη από τότε. Και έχουν περάσει καμιά εικοσαριά χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι δυστυχώς πηγαίνουμε προς τα πίσω.
Αυτή είναι λοιπόν η Ελλάδα που θα υποδεχθεί τους ευρωπαίους ηγέτες σε μια στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ενωση αντιμετωπίζει και αυτή τη χειρότερη κρίση στην ιστορία της, αναδεικνύοντας παράλληλα ένα επικίνδυνο έλλειμμα ηγεσίας, το οποίο κάθε άλλο παρά εγγυάται ότι είναι ικανό να βρει τις λύσεις που απαιτούνται για να αρθεί το σημερινό τραγικό αδιέξοδο. Οταν μάλιστα, παρά τις αλλεπάλληλες διαβουλεύσεις σε διάφορα επίπεδα, αυτό που διαπιστώνεται είναι η περιχαράκωση και η προάσπιση στενών εθνικών συμφερόντων με μια παράλληλη ενίσχυση των πολιτικών άκρων. Για να μη μιλήσουμε για τη βόμβα μεγατόνων που συνιστά το Brexit και που έρχεται να προστεθεί στην όλη ιστορία. Οταν μάλιστα ούτε οι ίδιοι οι Βρετανοί που το ψήφισαν δεν ξέρουν τώρα πώς να το διαχειριστούν. Αλλο τώρα αν από την ιστορία αυτή επωφελείται από σπόντα η ελληνική κυβέρνηση, με τη στήριξη που της παρέχει η ευρωπαϊκή ηγεσία, στην προσπάθειά της να αποφύγει να ανοίξει τώρα ένα ακόμη μέτωπο, διευρύνοντας έτσι την ήδη υφιστάμενη τεράστια κρίση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ