«Γιατί αγοράζεις χυµό;» με ρώτησε κοιτώντας σχεδόν με βδελυγμία την εξαιρετική μανταρινοπορτοκαλάδα που είχα μόλις βάλει στα ποτήρια μας. «Επειδή μου αρέσει ο χυμός. Τι εννοείς;». «Εννοώ γιατί δεν φτιάχνεις φρέσκο χυμό;». «Επειδή βαριέμαι να καθαρίζω τον στύφτη». «Χαρά στο πράγμα! Υπόθεση ενός λεπτού είναι». Υπόθεση ενός λεπτού: να πλένεις την επιφάνεια όπου έκοψες τα φρούτα και το μαχαίρι που χρησιμοποίησες. Να τρίβεις τον πάγκο εργασίας, αφού όλο και κάτι θα έσταξε ενώ έστυβες. Να περνάς ξανά και ξανά με το σφουγγαράκι, τρύπα την τρύπα, τον στύφτη για να αφαιρέσεις την κολλημένη πούλπα. Να καθαρίζεις από την πούλπα και όλον τον νεροχύτη –είναι ύπουλη, πηγαίνει παντού. Για φινάλε κατέβασε και τα σκουπίδια στον δρόμο για να μη μυρίσουν οι φλούδες. Ολα αυτά για να πιεις ένα ποτήρι χυμό. Κάποια στιγμή αποφάσισα πως η καλύτερη εφεύρεση για έναν άνθρωπο που ζει μόνος είναι οι συσκευασμένοι χυμοί. Και τα συσκευασμένα, τυποποιημένα φαγητά –αν δεν θες να τρως όλη την εβδομάδα το ίδιο φαγητό, εκείνο που είχες φτιάξει με τα χεράκια σου και αφού το μπούχτισες ντρέπεσαι να το πετάξεις τη στιγμή που γύρω σου ο κόσμος πεινάει.
Μου άρεσαν ανέκαθεν τα µεγάλα, τα τεράστια σουπερμάρκετ του εξωτερικού που έχουν τα πάντα συσκευασμένα, έτοιμα προς βρώση, σε μικρές ποσότητες, από χούμους και κόλσλο μέχρι Beef Wellington με Yorkshire Pudding. Που κλείνουν σε ένα σακουλάκι καθαρισμένα και πλυμένα, ένα καρότο, ένα σέλινο, ένα κρεμμύδι, ένα κολοκυθάκι και μία πατάτα έτοιμα να πέσουν στην κατσαρόλα και να γίνουν σούπα με μηδέν προετοιμασία. Που διαθέτουν κομμένες σαλάτες για ένα άτομο. Αυτός είναι ο παράδεισος του εργένη! «Ανθυγιεινά πράγματα» επιμένει ο «στύψε μόνος τον χυμό σου, μπορείς». Εγώ, πάλι, δεν μπορώ να φανταστώ τίποτε πιο ανθυγιεινό από μια κουζίνα που πρέπει να καθαρίσω με τα ίδια μου τα χέρια. Το κάνω καθημερινά μετά το πρωινό μου αφού για να φάω μόνος, ολομόναχος, λίγη ντομάτα με ένα τοστ και δύο φέτες ψωμί με ταχίνι και μέλι ή μαρμελάδα, πρέπει ακολούθως να πλύνω: δύο πιάτα (ένα για τα αλμυρά, ένα για τα γλυκά), το μαχαίρι που έκοψα την ντομάτα (και την πλαστική επιφάνεια), τα μαχαιροπίρουνά μου, δύο κουτάλια (το ένα του μελιού, το άλλο για το ταχίνι), την καφετιέρα, ένα φλιτζάνι (του καφέ) και το ποτήρι του χυμού. Το κάνω βλαστημώντας. «Τι τα θες και εσύ τα δύο πιάτα; Βάλ’ τα όλα σε ένα!». Και μετά να φάω ντομάτα με μαρμελάδα πορτοκάλι, ταχίνι και λιωμένο τυρί; Δεν υπάρχει περίπτωση. (Ναι, έχω και τις παραξενιές μου).
«Δεν το ήξερα πως είσαι τόσο τεμπέλης» επιμένει ο «στύψε μόνος τον χυμό σου, μπορείς». Δεν είμαι τεμπέλης, πρακτικός είμαι. Γι’ αυτό και έχω αναπτύξει διάφορες τεχνικές, όπως π.χ. απλώνω τα πλυμένα ρούχα με τα νερά τους, ώστε να μην τσαλακώνονται και έτσι γλιτώνω το σιδέρωμα (ό,τι χειρότερο για εμένα, μετά το πλύσιμο των πιάτων). Εχω βρει και άλλα πονηρά κόλπα, αλλά αν τα αποκαλύψω μπορεί να χαρακτηριστώ σκατονοικοκύρης, και αυτό θα είναι άδικο. Ετσι με αποκάλεσε τις προάλλες ο «στύψε μόνος τον χυμό σου, μπορείς». Εγώ προσπαθούσα να του εξηγήσω τη θεωρία μου για τη νέα… μονοατομική οικογένεια που έχει άλλες ανάγκες, που απαιτεί καινοτόμες λύσεις, αλλιώς δεν προφταίνεις τίποτα, που μας ζητά να ξεκολλήσουμε από τις «παραδοσιακές» πρακτικές –έχει τα καλά του, έχει και τα κακά του αυτό. Εκείνος υπερασπιζόταν τον σπιτικό μουσακά με την τηγανητή (και όχι ψητή) μελιτζάνα, τον αποχυμωτή που «δίνει το φρούτο και το λαχανικό με όλες τις βιταμίνες του», τα κολλαριστά πουκάμισα.
Στο σπίτι του µας υποδέχτηκε η μητέρα του. «Ερχεται πότε πότε για να βοηθήσει, ξέρεις τώρα την ελληνίδα μάνα». Την ξέρω. Ξέρω και τον έλληνα γιο. Πρώτος στη θεωρία, ανεπίδεκτος στην πράξη. «Πάντως, αυτό με τους χυμούς ξανασκέψου το, οι φρέσκοι είναι άλλο πράγμα» ξαναλέει ο… έλληνας γιος και γυρίζοντας προς την κουζίνα φωνάζει: «Μάνα, θα μας κάνεις καμιά τηγανιά πατάτες να φάμε; Ελα, ρε μάνα, που έχεις σίδερο! Υπόθεση δύο λεπτών είναι οι πατατούλες!». Πώς φαίνεται ο άνθρωπος που δεν έχει καθαρίσει κουζίνα έπειτα από τηγάνισμα!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ